Μια χαμένη ευκαιρία για την ελληνική πολεμική βιομηχανία
22/02/2021Σε παλαιότερο άρθρο μου είχα ερμηνεύσει τις άμεσες και πολύ προκλητικές απειλές της Τουρκίας εναντίον της χώρας μας ως αποτέλεσμα των αδυναμιών που παρουσιάζει σήμερα η αποτρεπτική μας πολιτική και ότι πρέπει άμεσα να καλυφτούν τα κενά και μάλιστα σε βάθος χρόνου, γιατί η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας δεν θα εξαφανιστεί ως δια μαγείας.
Σε πρόσφατο άρθρο του ο κ. Χατζηδημητρίου μας θύμισε τις κατά καιρούς συγκεκριμένες δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων που δεν αφήνουν καμία ασάφεια ως προς τις πραγματικές τουρκικές προθέσεις. Να θυμίσω πως ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου που είχε δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο ότι η απειλή προς τη χώρα μας δεν προέρχεται από τον Βορρά αλλά από την Ανατολή.
Στην περίοδό μου ως υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, υπεύθυνος για τους εξοπλισμούς, την έρευνα και την αμυντική βιομηχανία, είχε εγκαινιαστεί ένα πρόγραμμα με στόχο την σε βάθος χρόνου αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής, το οποίο, εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι εγκαταλείφτηκε. Οι στόχοι εκείνου του προγράμματος ήταν, το αναγκαίο κακό του μεγάλου κόστους των εξοπλισμών να μετριαστεί με:
Πρώτον: Την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας με μεταφορά νέων τεχνολογιών και τεχνογνωσίας μέσω των αντισταθμιστικών ωφελημάτων. Το πρώτο εξοπλιστικό πρόγραμμα με τέτοιους στόχους ήταν το όχημα προστασίας προσωπικού, με το οποίο αλλάξαμε την απόφαση του Στρατού Ξηράς να αγοράσει με FMS (αμερικανική οικονομική βοήθεια σε μορφή δανείων με επιτόκιο 11%! –οι αγορές FMS ήταν μάλιστα και εκτός προϋπολογισμού) το αμερικανικό όχημα που ήταν μεν φθηνότερο, αλλά επιχειρησιακά όχι το αρτιότερο και χωρίς αντισταθμιστικά.
Μάλιστα η απόφαση του Στρατού Ξηράς σταματούσε και το πρόγραμμα Λεωνίδας 1, του οποίου είχε αναλάβει την κατασκευή του η ΕΛΒΟ και ως αποτέλεσμα η εταιρεία θα προχωρούσε και στην απόλυση 1000 εργαζομένων και όδευε σε κλείσιμο. Το νέο πρόγραμμα εξασφάλιζε 100% συγκεκριμένα αντισταθμιστικά και συμμετοχή στις εξαγωγές της αυστριακής εταιρείας κατά 40% για το Λεωνίδας 2. Το πρόγραμμα αυτό αποτέλεσε τη βάση δημιουργίας νέων εταιρειών σε τομείς σύγχρονων τεχνολογιών και στον ιδιωτικό τομέα. Η ΕΛΒΟ δεν έκλεισε και το 1990 ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δήλωνε στη Βουλή και 500 εκ. δραχμές κέρδη για την ΕΛΒΟ.
Δεύτερον: Την αναδιοργάνωση της εξυπηρέτησης της εξοπλιστικής μας υποδομής με τη δημιουργία εδώ παραγωγικής υποδομής ανταλλακτικών. Με μελέτη (στο επιτελείο μου είχα συγκεντρώσει πάνω από 20 στρατιώτες από διάφορες μονάδες που υπηρετούσαν τη θητεία τους και οι οποίοι διέθεταν μάστερ και διδακτορικά σε χρήσιμους τομείς της τεχνολογίας) επισημάναμε τη συχνότητα χρήσης συγκεκριμένων ανταλλακτικών, με βάση την οποία μπορούσαμε να αναπτύξουμε βιώσιμες παραγωγικές μονάδες. Μάλιστα, πολλά από αυτά τα ανταλλακτικά δεν καλύπτονταν από πατέντες. Η αγορά αυτών των ανταλλακτικών από τις εταιρείες στοίχιζε ο κούκος αηδόνι, γιατί έπρεπε κάθε φορά οι ξένες εταιρείες να βάζουν μπρός την παραγωγή που είχαν σταματήσει εδώ και χρόνια.
Ενίσχυση πολεμικής βιομηχανίας
Τρίτον: Την αναδιοργάνωση της έρευνας στο υπουργείο, όπου λειτουργούσε ένα ερευνητικό κέντρο για κάθε όπλο, λες και κάθε όπλο θα έκανε από μόνο του τον πόλεμο, με στόχο την βελτίωση της ποιότητας της παραγόμενης έρευνας και τη σύνδεση της έρευνας με την εγχώρια παραγωγή (τότε από επιστήμονες συναδέλφους από εδώ και τη διασπορά, είχαν αξιολογηθεί όλα τα στελέχη των ερευνητικών κέντρων).
Τέταρτον: Την ανάπτυξη εξαγωγικής αμυντικής βιομηχανίας και σε συνδυασμό με τις στρατιωτικές σχολές, να συμβάλει στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής με στόχο τα εθνικά μας θέματα.
Πέμπτον: Την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας σε προχωρημένους τομείς τεχνολογίας από την οποία θα ωφελείτο και ο τομέας μη στρατιωτικών τομέων βιομηχανικής παραγωγής που θα εξυπηρετούσε εγχώριες ανάγκες και θα συνέβαλε στις εξαγωγές μας και σε άλλους τομείς, ενώ θα περιόριζε την ξενιτιά επιστημόνων μας.
Έκτον: Με τη δημιουργία γύρω από τις μονάδες παραγωγής αμυντικού υλικού και μονάδων εκπαίδευσης στρατιωτών που συγχρόνως με την υπηρέτηση της θητεία τους, θα μπορούσαν στη βάση μερικής απασχόλησης σε αυτές να αποκτούν και επαγγελματικές ειδικότητες και μάλιστα με το αζημίωτο.
Εξοπλισμοί
Τα αναφέρω αυτά σήμερα γιατί η χώρα μας βρίσκεται σε μια περίοδο εντατικής αξιολογικής δραστηριότητας οπλικών συστημάτων, με στόχο την ανάκτηση της απαραίτητης αποτρεπτικής μας υποδομής και καλό θα ήταν κάποια από εκείνα τα βήματα να μπουν στη ζυγαριά στο στάδιο αξιολόγησης των προτάσεων.
Τα αναγκαία οπλικά συστήματα είναι πολύπλοκα και πολύ ακριβά και απαιτούν για την αξιολόγησή τους ποικίλο ειδικό στρατιωτικό και επιστημονικό προσωπικό και ελπίζω να το διαθέτουμε. Επιπλέον, η δική μου εμπειρία λέει ότι κάθε όπλο επιδιώκει να έχει και μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα για να εξασφαλίζει στα στελέχη του και τις ανάλογες θέσεις ευθύνης. Τέτοιος ανταγωνισμός υπήρχε τότε και μάλλον θα υπάρχει και σήμερα.
Σε κάθε περίπτωση και τα τρία όπλα έχουν πολύ σοβαρές αποστολές να εκτελέσουν σε ό,τι αφορά την προσφορά τους για την εξασφάλιση της απαραίτητης αποτρεπτικής ισχύος και όλα θα πρέπει να προσεχτούν με στόχο την κάλυψη όλων των αναγκών. Η κυβέρνηση έχει πιάσει το θέμα στα ζεστά γιατί οι καιροί ου μενετοί και πέρα από τα καθαρώς επιχειρησιακά ζητήματα, τα οποία και αυτά μπορεί, με βάση το άρθρο του καθηγητή κ. Γρίβα, να δημιουργούν ερωτηματικά, έχει να αντιμετωπίσει και θέματα που έχουν σχέση με την σε βάθος ικανοποιητική και απαραίτητη εξυπηρέτηση της νέας αμυντικής υποδομής.
Μην ξεχνάμε ότι οι χώρες οι οποίες μας προτείνουν τα συστήματά τους έχουν μακροχρόνιες στρατηγικές για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, οπότε η περιβόητη αλληλεγγύη πάει έξω από το παράθυρο, και μπορεί κάποια από αυτές στις κρίσιμες στιγμές να αθετήσει τις υποχρεώσεις της απέναντί μας. Η αρχή θα πρέπει να είναι ότι στις κρίσιμες στιγμές θα είμαστε μόνοι.
Συμφέροντα ξένων κρατών
Η κ. Μέρκελ, για παράδειγμα, η οποία συστηματικά τάσσεται με τους Τούρκους, έδειξε την ενόχλησή της, μαζί με τους Τούρκους, με αφορμή τη μερική διευθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ενώ δεν κρύβει την ενόχλησή της για τις δήθεν μαξιμαλιστικές ελληνικές θέσεις της σε ότι αφορά το Καστελόριζο. Θέσεις οι οποίες πηγάζουν με βάση τα όσα το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας προβλέπει για τα νησιά.
Και βέβαια χωρίς ντροπή θέλει να πουλάει και σε μας και στους Τούρκους που μας απειλούν ανοιχτά (πρέπει να ζητάμε τελευταίως και την άδειά τους για να επισκεπτόμαστε να νησιά μας!) οπλικά συστήματα. Από την άλλη μεριά ο κ. Τραμπ το έκανε αυτό στις κουρδικές Μονάδες Προστασίας Λαού (YPG) στη Συρία για να εξυπηρετήσει το φίλο του Ερντογάν. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί και σε μας όταν κάποια από τις χώρες που μας προτείνει οπλικά συστήματα, επιλέξει να κρατήσει δήθεν ίσες αποστάσεις μεταξύ των δύο, όπως συστηματικά το κάνει ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ.
Άλλωστε δεν ενθουσιάστηκα και πολύ με τις υπηρεσίες των ΗΠΑ στην υπόθεση των Ιμίων. Δηλαδή, δεν ήξεραν ότι τα Ίμια είναι ελληνικά; Όπως, πολύ σωστά, παρατηρεί και ο Σταύρος Λυγερός στο άρθρο του, τα επιχειρησιακά δεδομένα είναι εκ των ουκ άνευ το πιο σημαντικό κριτήριο, που πρέπει να εξετάσει σοβαρά η κυβέρνηση. Επειδή, όμως, τα συστήματα αυτά θα αγοραστούν για να εξυπηρετήσουν την αποτρεπτική μας υποδομή για πολλά χρόνια στο μέλλον, θα πρέπει η απόφαση να παρθεί και σε σχέση με το είδος της στρατηγικής που διαμορφώνει κάθε μια χώρα εκ των εν δυνάμει πωλήτριες προς εμάς χώρες.
Θα έλεγα ότι η πωλήτρια χώρα, που διαθέτει στρατηγική η οποία σε ορισμένα σημεία της εφάπτεται και με τη δική μας στρατηγική στην περιοχή, αποτελεί ένα πρόσθετο θετικό κριτήριο στη διαδικασία απόφασης, ιδιαίτερα όταν αυτή είναι διατεθειμένη, όπως αναφέρεται με βάση δημοσιεύματα που δεν έχουν διαψευστεί, να συνδράμει στην ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ισχύος και στρατιωτικά στα πλαίσια και της δικής της στρατηγικής στην εν λόγω περιοχή.