Μήπως ήρθε η ώρα να ανακαλέσουμε τον πρέσβη από την Άγκυρα;
27/09/2022Η αναφορά στο ενδεχόμενο συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Πράγα, από τον Ιμπραήμ Καλίν, εξ απορρήτων σύμβουλο του Ερντογάν, λίγο πριν την ομιλία του Έλληνα πρωθυπουργού στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ίσως συνδυάζεται με τους χαμηλότερους του αναμενομένου τόνους του Μητσοτάκη και τον κλάδο ελαίας που απηύθυνε στον τουρκικό λαό. Σε κάθε περίπτωση, δημιούργησαν την εντύπωση ότι Ελλάδα και Τουρκία ίσως θα μπορούσαν να βαδίσουν στην οδό της αποκλιμάκωσης, αν και η επιθετικότητα είναι αποκλειστικά από την Άγκυρα.
Δεν πέρασαν παρά λίγα 24ωρα για να αποδειχθεί στην πράξη ότι το καθεστώς Ερντογάν δεν αλλάζει γραμμή πλεύσης, με αποτέλεσμα η αποκλιμάκωση να είναι ανεδαφική. Ο τουρκικός παροξυσμός έφτασε προ ωρών σε τέτοια επίπεδα, που θυμίζει σε παραλλαγή το τελεσίγραφο του Ιταλού πρέσβη Γκράτσι στον Ιωάννη Μεταξά το 1940. Από την άλλη, οι δηλώσεις Καλίν είναι δεδομένες. Μπορεί να υποτεθεί ότι με η δήλωση του προσπάθησε να δώσει κίνητρο στον Μητσοτάκη να αποφύγει σκληρή ανταπάντηση στον ΟΗΕ, προφανώς έχοντας κατανοήσει ότι η μάχη στο επικοινωνιακό επίπεδο ήταν χαμένη από τα αποδυτήρια για την Τουρκία. Ίσως όμως και να το εννοούσε ο συνεργάτης του Ερντογάν.
Το γεγονός είναι ότι πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, η Άγκυρα επανήλθε στο πολεμικό μοτίβο της. Κάθε διπλωματικό πρόσχημα έχει πλέον καταπατηθεί σε τέτοιον βαθμό, που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να οδηγήσει σε σκέψεις για το αν έχει νόημα να παραμένει ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία σε μια Τουρκία που καθυβρίζει πλέον με σκαιότητα την Ελλάδα. Πέραν του ζητήματος εθνικής αξιοπρέπειας που εγείρεται, το πρόβλημα είναι και στρατηγικό, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να επιβληθεί κόστος στην τουρκική συμπεριφορά.
Δεν μπορεί το ελληνικό πολιτικό σύστημα να εμφανίζεται ευαίσθητο για οτιδήποτε, αλλά όταν ο Ερντογάν δηλώνει πως «η Ελλάδα δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ισότιμος συνομιλητής μας ούτε πολιτικά, ούτε οικονομικά ούτε στρατιωτικά», να παριστάνει πως δεν ακούει. Όταν μια χώρα διακηρύσσει ότι είναι άλλο «το επίπεδό της», μπορεί όντως να προδίδει κατά βάθος σύμπλεγμα κατωτερότητας. Δεν είναι απλό όμως στο επίπεδο της εθνικής ασφάλειας, διότι πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά ως που μπορεί να φτάσει η Τουρκία για να επιβάλει την εικόνα που η ίδια έχει δημιουργήσει για τον εαυτό της.
Η αποκλιμάκωση θέλει δύο
Δεν φτάνει ο Έλληνας πρωθυπουργός να υποστηρίζει από το βήμα του ΟΗΕ ότι «δεν θέλουμε έναν κόσμο στον οποίο η εξουσία είναι για το ισχυρό κράτος και όχι για το αδύναμο, και όπου οι διαφορές επιλύονται από στρατηγούς και όχι από διπλωμάτες». Ο Μητσοτάκης αναφερόταν στη Ρωσία, αλλά στην πράξη ανέχεται την Τουρκία! Η δίχως τέλος επανάληψη της ίδιας τουρκικής συμπεριφοράς δεν μπορεί για πολύ ακόμα να παρακάμπτεται.
Μπορεί η Αθήνα να μην θέλει να κλιμακώσει, αλλά η συνεχής πολεμικού χαρακτήρα ρητορική και διπλωματική κλιμάκωση εκ μέρους της Άγκυρας δεν είναι φρόνιμο να υποτιμηθεί από την ελληνική πλευρά. Κάπως έτσι η Ελλάδα έχει αποφύγει να ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια. Κάπως έτσι η Ελλάδα εδώ και δεκαετίες μαζικές παραβιάσεις του εναερίου χώρου της, ακόμα και υπερπτήσεις. Το ίδιο ισχύει και με την κατάθεση συντεταγμένων για τα όρια της ΑΟΖ, όταν η Τουρκία έχει καταθέσει συντεταγμένες, κάνοντας βήμα για να σφετεριστεί δυνάμει ελληνική ΑΟΖ.
Αποφεύγοντας συστηματικά η Αθήνα να πράξει ακόμα και τα αυτονόητα, υπονομεύει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και βεβαίως την επίλυση των όποιων προβλημάτων, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Η Ελλάδα επικαλείται κατά κόρον το διεθνές δίκαιο, αλλά δεν εφαρμόζει τις προβλέψεις του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η ελληνική συμπεριφορά να ερμηνεύεται από τρίτους ως αδυναμία. Δεν αποδεικνύει φιλειρηνική πρόθεση, αλλά προσαρμογή μας στη βούληση ενός στυγνού εκβιαστή. Δεν φροντίζουμε ούτε να αξιοποιήσουμε επικοινωνιακά τις κραυγαλέες τουρκικές δηλώσεις.
Στις δηλώσεις του Ερντογάν έχει μεγάλο ενδιαφέρον άλλη μια αποστροφή: «Γνωρίζουμε ότι οι πραγματικές προθέσεις εκείνων που προκάλεσαν και εξαπέλυσαν τους Έλληνες πολιτικούς επάνω μας, είναι να εμποδίσουν το πρόγραμμά μας για την οικοδόμηση μιας μεγάλης και ισχυρής Τουρκίας»! Χρειάζεται ερμηνεία; Οι Έλληνες είναι ενεργούμενα κάποιων. Οι Τούρκοι δεν έχουν κρύψει ότι εννοούν τους Αμερικανούς, των οποίων η παρουσία στην Αλεξανδρούπολη τους ενοχλεί σφόδρα. Οι ΗΠΑ λοιπόν, σύμφωνα με το τουρκικό αφήγημα, μας έχουν βάλει μπροστά διότι δεν επιθυμούν την ισχυροποίηση της Τουρκίας!
Πιο πίσω δεν πάει
Κάπου εκεί ο Ερντογάν γυρίζει 200 χρόνια για να ισχυριστεί ότι οι Έλληνες έσφαξαν… μωρά στην Τριπολιτσά και «δεν πλήρωσαν το τίμημα απέναντι στην ιστορία»! Προφανώς, δεν θέλει ούτε να ακούει για τις συστηματικές γενοκτονίες των προγόνων του εναντίον Αρμενίων και Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Η γκαιμπελική μέθοδος του μεγάλου ψεύδους επεκτείνεται και στο σήμερα. Οι Έλληνες –κατά τον Ερντογάν– «βυθίζουν σκάφη, ληστεύουν, σφάζουν παιδιά, αθώους και κάποια ημέρα θα λογοδοτήσουν».
Τέτοια ρητορική αλήθεια αφήνει περιθώρια για οποιονδήποτε διπλωματικό διάλογο με αυτή την Τουρκία; Μήπως με την υποβάθμιση της σημασίας τέτοιων αναφορών εμμέσως τις νομιμοποιούμε; Ο Ερντογάν δεν είναι κάποιος γραφικός, είναι ο ηγέτης της γειτονικής επεκτατικής Τουρκίας. Τώρα, η Άγκυρα χαλάει τον κόσμο, διότι μεταφέραμε στα νησιά τεθωρακισμένα M1117, τα οποία είναι σε θέση να βλάψουν την Τουρκία μόνο εάν προχωρήσει σε αποβατική ενέργεια. Εκτός κι αν θεωρούν ότι κάποια ημέρα η Ελλάδα θα πραγματοποιήσει… απόβαση στις τουρκικές ακτές.
Αναλογικά, ποια θα έπρεπε να είναι η ελληνική αντίδραση για την Α’ τουρκική Στρατιά του Αιγαίου που είναι εξοπλισμένη με πλήθος αποβατικών; Κατά τα άλλα, η Ελλάδα, σ’ αυτό το περιβάλλον ανασφάλειας καλείται να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά, αλλιώς η Τουρκία θα αμφισβητήσει την κυριαρχία τους! Πιο έντιμο θα ήταν να πουν ότι θα μας επιτεθούν όταν αυτοί το κρίνουν σκόπιμο!
Πώς είναι δυνατόν σε ένα τέτοιο σκηνικό η Ελλάδα να φοβάται… μην παρεξηγηθεί η στάση της και χρεωθεί κλιμάκωση; Πώς είναι δυνατόν να ασχολούμαστε μόνο με το νομικό σκέλος περί αποστρατιωτικοποίησης, όταν θα έπρεπε παράλληλα με το δικαίωμα της αυτοάμυνας, που είναι κατοχυρωμένο στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, να επικαλούμαστε το πολιτικά προφανές: ότι η Τουρκία ευθέως μας απειλεί με στρατιωτική επίθεση και όχι μόνο στα λόγια, αλλά και έχοντας συγκεντρώσει δυνάμεις στις ακτές της για μία τέτοια επίθεση; Ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί η κλήση του Έλληνα πρέσβη στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών για να του εκθέτουν διαρκώς τους ίδιους εξόφθαλμους απειλητικούς ισχυρισμούς;
Μήπως θα έπρεπε, λοιπόν, η Ελλάδα να επιδείξει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στην πράξη για τις δυνατότητές της και να επιχειρήσει να θέσει όρια στην τουρκική συμπεριφορά, επιβάλλοντας κόστος στην Άγκυρα; Μήπως είναι καιρός να στείλει ένα μήνυμα, ανακαλώντας τον πρέσβη από την Άγκυρα; Μήπως η νέα γεωστρατηγική κατάσταση στην περιοχή, με την αυξημένη σημασία του Αιγαίου στον νατοϊκό σχεδιασμό, έχει μεταβάλλει θέσεις, οι οποίες ήταν προσαρμοσμένες ώστε να μη θίξουν τουρκικές “ευαισθησίες”; Τα νόμιμα δικαιώματά της, μία χώρα δεν τα διεκδικεί μόνο ρητορικά, τα διεκδικεί και στην πράξη…