Μοχλός το κεκτημένο του Βουκουρεστίου
20/07/2017Από το 1991 μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει αναλώσει (άλλοι προκρίνουν τον όρο σπαταλήσει) τεράστιο πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο στο μέτωπο της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Σε διάφορες φάσεις, συγκρουσθήκαμε με τους εταίρους και τους συμμάχους μας.
Παραπεμφθήκαμε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1994). Ήλθαμε σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ (2008). Υπέστημεν διπλωματική ήττα-κόλαφο στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (2011). Στο εσωτερικό, είχαμε την οδυνηρή σύγκρουση μεταξύ Πρωθυπουργού και υπουργού Εξωτερικών (1992), δύο παράλληλες πολιτικο-διπλωματικές γραμμές και την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Επίσης, την επέκταση και διεύρυνση της διαχωριστικής γραμμής (πέραν, δηλαδή, του Κυπριακού και των Ελληνοτουρκικών) μεταξύ ενδοτικών και ανένδοτων, εθνικιστών και μειοδοτών και στο ζήτημα του ονόματος. Ο υπογράφων δεν αποτέλεσε εξαίρεση
Το Μάρτιο του 1996, ενώ ήδη ήμουν επικεφαλής της Διπλωματικής Αποστολής μας στα Σκόπια, είχα την τιμητική μου σε γνωστή και ευρείας τότε κυκλοφορίας εφημερίδα των Αθηνών με ολοσέλιδο τίτλο «Εθνική Προδοσία». Γιατί; Επειδή είχα εισηγηθεί ότι η γραμμή μας έναντι των Σκοπίων θα πρέπει να είναι ότι «η πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων μας προϋποθέτει την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας στη βάση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης».
Ουδόλως είναι παράδοξο ότι σταθερά έκτοτε όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά, επίσης, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ έχουν υιοθετήσει την φράση αυτή, η οποία εδράζεται στη Δήλωση του προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 7 Απριλίου 1993. Μάλιστα, είχα κορνιζάρει το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας και κοσμούσε έκτοτε το γραφείο μου.
Είχαμε, όμως, και καλές στιγμές. Να θυμίσω μερικές πέραν δηλαδή του μοναδικού διπλωματικού επιτεύγματος της ένταξη της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» στον ΟΗΕ με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η αποκατάσταση αρχικά λειτουργικών, πολυδιάστατων, με βάθος στη συνέχεια, σχέσεων μετά την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας (Σεπτέμβριος 1995).
Επίσης, η υποδειγματική διπλωματική κινητοποίηση της Ελλάδος (κυβέρνησης και αντιπολίτευσης) στην εθνοτική κρίση του 2001. Η Συνάντηση Κορυφής της Θεσσαλονίκης (2003) και η προηγηθείσα προσέγγιση επί κυβερνήσεων Κώστα Σημίτη και Λιούπτσο Γκεοργκιέφσκι (2001) στη λύση της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Η αμερικανική αναγνώριση
Η αμερικανική αναγνώριση (Νοέμβριος 2004) της συνταγματικής ονομασίας, ενώ η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή επεδίωκε επιτάχυνση των συνομιλιών στον ΟΗΕ για λύση, άλλαξε ριζικά, εις βάρος της Ελλάδος, τους κανόνες του διπλωματικού στίβου. Κλόνισε, επίσης, την εμπιστοσύνη μεταξύ δυο συμμάχων στο ΝΑΤΟ, αφαιρώντας από τη σλαβομακεδονική ηγεσία κίνητρα για συμβιβασμό.
Η αμερικανική αναγνώριση μετέβαλε αποφασιστικά, σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων, τους όρους διαπραγμάτευσης για το όνομα. Για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες, το έγγραφο, που επέδωσε στον πρέσβη Τομ Μίλερ ο υπουργός Εξωτερικών Πέτρος Μολυβιάτης στις 4 Νοέμβριου 2004, περιείχε τον όρο «διαμαρτυρία» (protest).
Ενθυμούμαι μια συνάντησή μου με αξιωματούχο της ΠΓΔΜ στις αρχές του 2005. Μου είπε ότι είναι αδύνατον πλέον για την κυβέρνησή του να κάνει υποχωρήσεις στο ζήτημα της ονομασίας «προκειμένου να ικανοποιήσει την Ελλάδα, διότι κανείς πολίτης δεν θα κατανοήσει την ανάγκη παραχωρήσεων έναντι της Ελλάδος τη στιγμή που μας υποστηρίζει η αμερικανική υπερδύναμη».
Το σκεπτικό αυτό -ακόμη και σήμερα- υπάρχει έντονα στη σλαβομακεδονική ελίτ στην ΠΓΔΜ. Έκτοτε, παρά συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που κατά καιρούς ανελήφθησαν, οι διμερείς σχέσεις μας με τα Σκόπια έχασαν τον βηματισμό τους. Ο πρώην πρωθυπουργός κ. Νίκολα Γκρουέφσκι και αρκετοί υπουργοί στη σημερινή, διαφορετικού χαρακτήρα υποτίθεται, κυβέρνηση των Σκοπίων είναι συνέπεια της αλαζονείας αυτής. Να ξεκαθαρίσουμε ότι μπορεί μεν να έχουν μια πιο εκλεπτυσμένη και σύγχρονη στάση έναντι της Ελλάδος, αλλά ουδόλως αποκλίνουν τον θεμελιωδών θέσεων που υιοθέτησε και προώθησε η κυβέρνηση Γκρουέφσκι, στο ζήτημα της ονομασίας.
Στροφή η απόφαση του Βουκουρεστίου
Η ομόφωνη απόφαση του ΝΑΤΟ (Βουκουρέστι, Απρίλιος 2008), ήταν μια καθοριστική απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή, ορόσημο της επίδειξης δόγματος ισχύος της Ελλάδος. Συνοψίζει θάρρος και στρατηγική. Πάνω απ’ όλα, όμως, πίστη και προσήλωση στο στόχο.
Το κεκτημένο του Βουκουρεστίου είναι πολύτιμο. Αποτελεί το μόνο κίνητρο, για να επανέλθει η ΠΓΔΜ στην τράπεζα των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων. Η αμοιβαίως αποδεκτή λύση στο θέμα του ονόματος (όχι οποιοδήποτε όνομα επιλογής των Σκοπίων) είναι όρος ένταξής της στο ΝΑΤΟ. Παρά την οδυνηρή καταδίκη μας στην Χάγη, είναι σαφές ότι το δεδικασμένο του ΝΑΤΟ έχει παρακάμψει την Ενδιάμεση Συμφωνία.
Πράγματι, η ομόφωνη απόφαση της Συνάντησης Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, στις 3 Απριλίου 2008, ορίζει ότι «η προηγούμενη επίλυση του ζητήματος της ονομασίας» και, συνεπώς, όχι όνομα επιλογής της γείτονος, της ονομασίας the former Yugoslav Republic of Macedonia συμπεριλαμβανομένης, είναι η προϋπόθεση για την πρόσκληση ένταξης.
Ήμουν τότε πρέσβης στην Ουάσιγκτον. Με είχε εξοργίσει το γεγονός ότι, μέχρι τον Απρίλιο του 2008, όσοι ανέλυαν τον τρόπο δράσης της Ελλάδος, είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, με δηλώσεις και επικοινωνιακούς χειρισμούς για εσωτερική κυρίως κατανάλωση, έβαζε τον πήχη ψηλά. Στη συνέχεια, κατά κανόνα, περνούσε από κάτω, βαπτίζοντας την «αβλαβή διέλευση» σαν διπλωματική επιτυχία.
Η απόφαση της Συνάντησης Κορυφής του ΝΑΤΟ του Βουκουρεστίου, είχε, αναμφίβολα, τίμημα. Δεν ήταν αβλαβής. Όπως άλλωστε όλες οι κρίσιμες και δύσκολες αποφάσεις που έχουν καταγραφεί στη ιστορία. Είχε προηγηθεί μια έντονη διπλωματική εκστρατεία στην Ουάσιγκτον με κύριο στόχο μας το Κογκρέσο. Η υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη πρέπει να ήλθε, τουλάχιστον, 12 φορές. Παρά την καλή προσωπική επαφή που είχε με την Administration και την υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις υπήρξαν δύσκολες στιγμές. Η ελληνική θέση, όμως, προβαλλόταν με αποφασιστικότητα και σταθερότητα.
Η αντίδραση της Κοντολίζας
Θυμάμαι τις αντιδράσεις της Κοντολίζα Ράις, στις ξεχωριστές εκείνες στιγμές του Φεβρουαρίου 2008, στην επιμονή και παράθεση των ελληνικών θέσεων από την Ντόρα Μπακογιάννη. Αναφέρει μεν κάποια πράγματα στο βιβλίο της, παραλείπει, όμως, τα ουσιώδη. Τις περίφημες «προειδοποιήσεις» της το Σάββατο 31 Μαρτίου 2008 στο «τηλεφώνημα της Λιουμπλιάνας».
Είχε έναν απειλητικό τόνο και συνοδευόταν με την επωδό «θα απομονωθείτε στο Βουκουρέστι». Λίγες ώρες μετά το τηλεφώνημα, η αμερικανική πλευρά διέδωσε ότι η Ελληνίδα υπουργός Εξωτερικών «ύψωσε τον τόνο της φωνής της» στη Ράις. Λίγους μήνες αργότερα, λίγο πριν τη νίκη του Μπαράκ Ομπάμα τον Νοέμβριο 2008, η αμερικανική πλευρά θυμήθηκε και τον τόνο διαμαρτυρίας του πρέσβη προς τον πρόεδρο Τζόρτζ Μπους.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου, αν θυμάμαι καλά, ορθά είχε χαρακτηρίσει, από βήματος της Βουλής, το Βουκουρέστι ως «αμυντική πράξη». Ήταν μια στρατηγική ανάκτησης του ειδικού βάρους της Ελλάδος τόσο έναντι των Σκοπίων, όσο και εντός της Συμμαχίας. Με γνώση και στάθμιση των κινδύνων και των επιπτώσεων για τους πρωταγωνιστές πολιτικούς (αναφέρομαι στον Κώστα Καραμανλή και στην Ντόρα Μπακογιάννη) και κάποιους διπλωμάτες…
Υπενθυμίζω όμως ότι, το Σεπτέμβριο του 2007, η κυβέρνηση Καραμανλή μετέβαλε, με πολιτικό θάρρος, την -από υιοθέτησής της παραγκωνισμένη- θέση των πολιτικών αρχηγών του Απριλίου 1992. Στην πραγματικότητα, επισημοποίησε τη θέση που οι ελληνικές κυβερνήσεις, από το 1993 και μετά, είχαν στις συνομιλίες για το όνομα. Η κυβέρνηση Καραμανλή έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, προβάλλοντας τη θέση «σύνθετη ονομασία, με γεωγραφικό προσδιορισμό, έναντι όλων».
Η γραμμή αυτή συνιστά, αναμφίβολα, μεταβολή σε σχέση με το 1992. Αποτελεί έκτοτε -και σήμερα- τον ιστορικό συμβιβασμό της Ελλάδος. Πώς απάντησαν τα Σκόπια; Η ΠΓΔΜ απέρριψε το συμβιβασμό. Στράφηκε στην προκλητικότητα και στον Μεγαλέξανδρο! Άλλαζαν ονόματα στους δρόμους και στα αεροδρόμια. Αυτά προηγήθηκαν, δεν έπονται του Βουκουρεστίου. Άρα;
Στη συνέχεια, ο Γιώργος Παπανδρέου ως πρωθυπουργός, από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι τον Ιούλιο του 2011, συναντήθηκε 10 φορές με τον Νίκολα Γκρουέφσκι, προωθώντας βελτίωση της ατμόσφαιρας, οικοδόμηση εμπιστοσύνης και αναζήτηση λύσης στο πρόβλημα της ονομασίας. Την κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα, οι ΗΠΑ και άλλοι χαρακτήριζαν «παράθυρο ευκαιρίας», θεωρώντας την κυβέρνηση Καραμανλή σκληρή και ανελαστική.
Την πολιτική αυτή σκόπιμα υπονόμευσε το καλοκαίρι του 2011 η απόφαση του Νίκολα Γκρουέφσκι, με γενική επιδοκιμασία στα Σκόπια, να κλιμακώσει την πολιτική της «αρχαιοποίησης» με αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η ΠΓΔΜ επεδίωκε και εξακολουθεί να επιδιώκει «λύση» στηριγμένη στη δική της θέση. Άρα;
Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς με πρωτοβουλία του, καίτοι γνωρίζει τις ισορροπίες του κυβερνητικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, πήρε στις αρχές του 2016 την πρωτοβουλία προώθησης Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Τα Σκόπια απάντησαν στην αρχή αρνητικά, μετά με καχυποψία. Εν τέλει συναίνεσαν. Άρα;
Οι τρέχουσες εξελίξεις
Σήμερα, η νέα κυβέρνηση της ΠΓΔΜ και ειδικότερα ο δαφνοστεφής υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ ισχυρίζεται ότι όλα αλλάζουν. Όμως, στην πραγματικότητα, όλα μοιάζουν τόσο πολύ με το παρελθόν. Κυρίως, τα επιχειρήματα για το όνομα. Είναι τα ίδια από το 1995. Ας δούμε, τι δεν έχει αλλάξει:
α. Δεν έχει αλλάξει η εμμονή στο κακό Σύνταγμα του 1991 (ήδη έχει αναθεωρηθεί 30 φορές), παρότι είναι η πηγή των εσωτερικών συγκρούσεων μεταξύ Σλαβομακεδόνων και Αλβανών, καθώς και των προβλημάτων με τους γείτονες (Ελλάδα).
β. Δεν έχει αλλάξει η εχθρική προπαγάνδα και ο αλυτρωτισμός. Εκδηλώνεται έντονα σήμερα σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, μέσα από τα σχολικά βιβλία, τους γεωγραφικούς χάρτες και τη νοοτροπία. Οι Μεγαλέξανδροι είναι συνέπειες αυτής της παιδείας και νοοτροπίας. Είναι δύσκολο να πιστέψουμε στα λόγια, όσο το πλαίσιο αυτό της εκπαίδευσης δημιουργεί πολιτισμικές παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις εθνικής ταυτότητας.
γ. Δεν έχει αλλάξει η προσπάθεια παράκαμψης της Ελλάδος στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Η Αθήνα γνωρίζει ότι η Ουάσιγκτον και άλλες πρωτεύουσες θα επιθυμούσαν την ένταξη της γειτονικής μας χώρας στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα έχει ως σταθερή πυξίδα την ομόφωνη απόφαση του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, η οποία επανελήφθη στο Σικάγο το 2012 και στο Κάρντιφ της Ουαλίας το Σεπτέμβριο 2014. Η ελληνική θέση πρέπει να είναι καθαρή: δεν τίθεται πλέον θέμα επιλογής από την ΠΓΔΜ ονόματος, με το οποίο θα μπορούσε να προσκληθεί από το ΝΑΤΟ. Ο όρος είναι να βρεθεί αμοιβαίως αποδεκτή λύση με την Ελλάδα. Το επιχείρημα για σταθερότητα έχει τη σημασία του για την ΠΓΔΜ, αλλά έχει πολύ μεγαλύτερη αξία και σημασία για την Ελλάδα. Ειδικά, με το πρωτοφανές μέτωπο κρίσεων, συγκρούσεων, ανατροπών και απειλών που καλούνται να αντιμετωπίσουν το ΝΑΤΟ και η Ευρώπη από τη Βόρειο Αφρική και Μέση Ανατολή.
δ. Δεν έχει αλλάξει η προσκόλληση της ΠΓΔΜ στις θέσεις του 1995 για το όνομα. Όπως τουλάχιστον έχει δημοσιοποιηθεί, καταδεικνύει ότι η συνομολόγηση αμοιβαίως αποδεκτής λύσης, τη στιγμή αυτή, είναι δύσκολη έως και ανέφικτη. Επομένως, καθυστερεί και η πλήρωση των προϋποθέσεων που έχει θέσει το ΝΑΤΟ.
Αν κάποιο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ προκρίνει την αναθεώρηση ή την επιλεκτική εφαρμογή των ομοφώνων αποφάσεων της Συμμαχίας, τότε θα φέρει ακέραια την ευθύνη του ανεπανόρθωτου ίσως κλονισμού της αλληλεγγύης και της εμπιστοσύνης μεταξύ των συμμάχων, που δεν μπορεί να περιορίζεται αποκλειστικά στην επίκληση του Άρθρου 5 της Χάρτας του.