Μπορεί η ελεύθερη Κύπρος να αποκρούσει τουρκική επίθεση;
27/07/2022Η ελεύθερη Κύπρος αντιμετωπίζει σοβαρό αμυντικό πρόβλημα. Βρίσκεται μακριά από την Ελλάδα, η οποία είναι η μόνη χώρα που θεωρητικά θα σπεύσει να την συνδράμει στρατιωτικά, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με τις κατοχικές δυνάμεις στο Βορρά. Οι τουρκικές δυνάμεις έχουν σχέδιο για πόλεμο-αστραπή. Έχουν σχηματίσει έμβολα με ταχυκίνητες τεθωρακισμένες δυνάμεις, αποστολή των οποίων είναι να διασπάσουν τις κυπριακές αμυντικές θέσεις και να τις υπερκεράσουν, οδηγώντας την Εθνική Φρουρά σε παράδοση. Η τουρκική επίθεση θα πραγματοποιηθεί σε επιλεγμένα σημεία της “πράσινης γραμμής”.
Σήμερα, η υπεροπλία των δυνάμεων κατοχής δεν αφήνει άλλα περιθώρια στην Εθνική Φρουρά από αμυντική στάση για να αποκρούσει τουρκική επίθεση, η οποία θα έχει περιορισμένο σκοπό, όπως π.χ. την κατάληψη κάποιας περιοχής. Η κατάσταση θα είναι διαφορετική εάν η τουρκική επίθεση έχει στόχο την ολοκληρωτική κατάληψη της Κύπρου. Η Τουρκία διατηρεί στα Κατεχόμενα δύο μεραρχίες πεζικού, μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, δύο συντάγματα καταδρομών, ένα σύνταγμα πυροβολικού, ένα τάγμα πεζοναυτών, ένα τάγμα στρατονομίας, ένα τάγμα διαβιβάσεων συνολικό περίπου 30.000 στρατιώτες.
Ταυτόχρονα, το ψευδοκράτος διατηρεί περίπου 9.000 στρατιώτες οργανωμένους σε τέσσερα συντάγματα. Οι δυνάμεις αυτές διαθέτουν περισσότερα από 400 άρματα μάχης, από 500 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, 600 τεθωρακισμένα μεταφοράς πεζικού, 150 συρόμενα και περισσότερα από 80 αυτοκινούμενα πυροβόλα, άφθονα αντιαρματικά όπλα και όλμους, καθώς και περίπου 30 ελικόπτερα.
Απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις η Εθνική Φρουρά παρατάσσει τέσσερις μηχανοκίνητες ταξιαρχίες, μια ταξιαρχία πεζικού, μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, την ΕΛΔΥΚ (με δύναμη ενισχυμένου συντάγματος) και ένα σύνταγμα καταδρομών με συνολικό αριθμό προσωπικού περίπου 23.000. Οι δυνάμεις αυτές διαθέτουν 132 άρματα μάχης, περισσότερα από 150 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, 300 τεθωρακισμένα μεταφοράς πεζικού, 48 αυτοκινούμενα και 100 συρόμενα πυροβόλα, πέραν του οπλισμού της ΕΛΔΥΚ. Σε περίπτωση σύρραξης η αριθμητική ισχύς της Εθνικής Φρουράς θα ενισχυθεί από την εφεδρεία που αριθμεί άνω των 70.000 ανδρών, αλλά έχει χαμηλό αξιόμαχο.
Η αριθμητική υπεροχή των δυνάμεων κατοχής είναι προφανής, αλλά όχι συντριπτική. Το τουρκικό πλεονέκτημα είναι η γεωγραφία. Οι Τούρκοι μπορούν να μεταφέρουν με πλοία, αεροσκάφη και ελικόπτερα επιπλέον δυνάμεις και εφόδια. Ταυτόχρονα, η τουρκική αεροπορία έχει το απόλυτο πλεονέκτημα, το δε τουρκικό Ναυτικό θα επιβάλει αποκλεισμό, ώστε να εμποδίσει την μεταφορά ενισχύσεων και εφοδίων από την Ελλάδα.
Η τουρκική επίθεση
Το όρος Τρόοδος δεσπόζει στην Κύπρο. Ανάμεσα σ’ αυτό και στον κατεχόμενο Πενταδάκτυλο βρίσκεται διχοτομημένη η πεδιάδα της Μεσαορίας. Η πεδιάδα δεν έχει δάση, οπότε η απόκρυψη αποκλείεται. Πρόβλημα αποτελεί η βρετανική βάση της Δεκέλειας, η οποία “κόβει” την ελεύθερη Κύπρο σε δύο κομμάτια, το μικρότερο στα ανατολικά (νότια της Αμμοχώστου), καθιστώντας τον εφοδιασμό αυτής της περιοχής σε καιρό πολέμου σχεδόν αδύνατο. Οι Τούρκοι έχουν μια πεδιάδα, στην οποία μπορούν να δράσουν τα άρματα και το τεθωρακισμένο πεζικό τους.
Τα εμπόδια είναι οι εκτεταμένες αστικές περιοχές (Λευκωσία) και το Τρόοδος. Η τουρκική επίθεση θα λάβει την μορφή λαβίδας γύρω από τη Λευκωσία (από ανατολικά και δυτικά), ενώ άλλη επιχείρηση από βορρά προς νότο θα έχει στόχο την άλωση της ελεύθερης Κύπρου νότια της Αμμοχώστου. Λογικό είναι οι δύο τουρκικές μηχανοκίνητες μεραρχίες να χρησιμοποιηθούν για να δημιουργήσουν τη λαβίδας. Η μεραρχία πεζικού και η τεθωρακισμένη ταξιαρχία, λογικά θα αποτελέσουν την εφεδρεία, η οποία θα απασχολήσει ελληνοκυπριακές δυνάμεις μπροστά από την Λευκωσία, ή θα επιχειρήσει να καταλάβει την ελεύθερη περιοχή νότια της Αμμοχώστου.
Αν η σύρραξη προκύψει μετά από κρίση, δεν θα υπάρχει αιφνιδιασμός, αν και το 1974 είδαμε το αντίθετο. Μια κλιμακούμενη κρίση θα επιτρέψει την έγκαιρη διασπορά των δυνάμεων, την ανάκληση των εφεδρειών την δημιουργία οχυρωματικών έργων και την λήψη αμυντικών μέτρων. Ταυτόχρονα όμως, θα επιτρέψει στους Τούρκους να μεταφέρουν επιπλέον δυνάμεις στην Κύπρο και να επιβάλουν ναυτικό κλοιό. Δεν μπορεί, βεβαίως, να αποκλειστεί μια αιφνιδιαστική επίθεση.
Η τουρκική επίθεση θα αρχίσει με βομβαρδισμούς από το πυροβολικό και την τουρκική αεροπορία. Παράλληλα, drones θα χρησιμοποιηθούν για την κατάδειξη στόχων, αλλά και για πλήγματα ευκαιρίας. Αυτό είναι το πιθανότερο, καθώς η κίνηση τεθωρακισμένων θα γίνει αντιληπτή. Μπορεί όμως και να εξαπολυθούν επιθέσεις αιφνιδιαστικά, χωρίς να προηγηθεί χρήση πυροβολικού, εφόσον σε κρίση οι τουρκικές μονάδες θα έχουν ήδη λάβει θέσεις εξόρμησης.
Τα προβλήματα του επιτιθέμενου
Ο επιτιθέμενος έχει περιορισμένο χώρο ελιγμών σε πολύ μικρή κοιλάδα. Ο χώρος καθίσταται πιο προβληματικός από την πυκνή δόμηση και την ύπαρξη πολλών οικισμών. Ο Τούρκος διοικητής πρέπει να αποφασίσει σε ποιο βαθμό μπορεί να παρακάμψει την εκάστοτε εστία αντίστασης, ή να εμπλακεί σε μικρές μάχες τέμνοντας τις δυνάμεις του κι αποδυναμώνοντας την κύρια προσπάθεια. Αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα εκδηλωθεί αντίσταση κι όχι άτακτη υποχώρηση.
Σ’ αυτή την περίπτωση, με ανάκληση εφεδρειών και την απόγνωση των κατοίκων οι εστίες θα είναι πολλές. Οι μικρές αποστάσεις και η έλλειψη κάλυψης προσφέρουν στους αμυνόμενους τη δυνατότητα να στήσουν φονικές ενέδρες. Η ύπαρξη οικισμών σε αποστάσεις μικρότερες των τεσσάρων χλμ μεταξύ τους δίνει την ευκαιρία να δημιουργηθούν ζώνες αλληλοκαλυπτόμενων πυρών, μέσω των οποίων η τουρκική προέλαση θα καταστεί οδυνηρή.
Η χρήση αεροπορίας και πυροβολικού καθίσταται προβληματική για τον επιτιθέμενο αν οι προωθημένες δυνάμεις του βρεθούν σε “εναγκαλισμό” με τους αμυνόμενους, επειδή τα πυρά μπορούν να πλήξουν και τουρκικές μονάδες. Αυτός ο “εναγκαλισμός” πρέπει να επιδιωχθεί από ελληνοκυπριακές μονάδες που θα βρεθούν υπό πυκνά τουρκικά πυρά και όχι η φυγή προς άλλη τοποθεσία. Μόνο αν εφαρμοστεί άμυνα μέχρις εσχάτων έχει πιθανότητα αποτελέσματος. Η χρήση αερομεταφερομένων τμημάτων είναι προβληματική, καθώς ζώνες ρίψης-προσγείωσης είναι ελάχιστες και μπροστά στις κάνες της Εθνικής Φρουράς.
Να “στομώσει” την τουρκική αιχμή
Ο αμυνόμενος έχει σχετικό πλεονέκτημα, ενώ ο επιτιθέμενος πρέπει να συγκεντρώσει υπεροπλία σε συγκεκριμένα σημεία, ώστε να κάμψει εκεί την άμυνα και να “ξεχυθεί” στα μετόπισθεν. Η μικρή έκταση του θεάτρου επιχειρήσεων καθιστά αυτά τα σημεία προβλέψιμα. Στόχος της Εθνικής Φρουράς είναι να “στομώσει” την τουρκική αιχμή και να καθηλώσει τους Τούρκους σε στατικές θέσεις, ώστε να αρχίσει η φθορά τους. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να γίνει εκτεταμένη χρήση των εφεδρειών, ιδίως σε δομημένες περιοχές, οι οποίες προσφέρουν κάλυψη, απόκρυψη και προστασία από βομβαρδισμό.
Ταυτόχρονα, η Εθνική Φρουρά πρέπει να αποφύγει την καταστροφή των δικών της μέσων από την τουρκική αεροπορία και το πυροβολικό. Τα τεθωρακισμένα και τα πυροβόλα πρέπει αρχικά να κρυφτούν ή να έχουν ισχυρή αντιαεροπορική άμυνα, ώστε να μπορούν να αντεπιτεθούν. Τα τελευταία χρόνια έχει ενισχυθεί με αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα μέσου και μικρού βεληνεκούς (Buk M1/M2, TorM1, Mistral, Atlas) που προσφέρουν μερική προστασία από την τουρκική αεροπορία, ενώ τα αντιαεροπορικά πυροβόλα (Skyguard, GDF-005, M-55) μπορούν να καταρρίψουν drones που θα βρεθούν στο βεληνεκές τους.
Με μελετημένη χρήση αντιαρματικών πυραύλων από κύριες και εναλλακτικές θέσεις μπορεί να πλήξει τα προελαύνοντα επί ανοικτού πεδίου τουρκικά άρματα και τεθωρακισμένα. Το κυπριακό πυροβολικό πρέπει –λόγω περιορισμένων μέσων– να περιοριστεί αρχικά σε πυρά κατά πυροβολικού, ώστε να αρχίσει να φθείρει τα μέσα που με πυρά υποστηρίζουν τον προελαύνοντα. Ταυτόχρονα οι πύραυλοι Exocet πρέπει να πλήξουν όσα τουρκικά σκάφη μπορούν, αν κι αυτά θα πλέουν μάλλον εκτός βεληνεκούς.
Ενεργητική άμυνα
Σκοπός είναι να καθηλωθεί η τουρκική προέλαση στις πρώτες 24 ώρες, έστω και με τμηματικές απώλειες στη Μεσαορία. Αν αυτό επιτευχθεί θα ρίξει το ηθικό των Τούρκων και θα δώσει ευκαιρία για αντεπιθέσεις με σκοπό την ανακατάληψη εδάφους. Οι αντεπιθέσεις πρέπει να γίνουν σε όλη τη κλίμακα επιχειρήσεων και να αρχίσουν νύχτα, όταν ο εχθρός, ευρισκόμενος σε μη γνώριμο έδαφος, θα είναι ασυντόνιστος. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μονάδα πρέπει να αναλάβει συγκεκριμένες δράσεις (δυναμική αναγνώριση, επιδρομές, κλπ) και οι μονάδες της στρατηγικής εφεδρείας να πλήξουν σημεία, που θα απειλήσουν την εχθρική διάταξη σε μέρη που δεν αναμένεται. Στόχος να προκαλέσουν ρήγμα στα μετόπισθεν του επιτιθέμενου, αναγκάζοντάς τον να αναδιπλωθεί.
Μια ισχυρή αντεπίθεση πρέπει να εκδηλωθεί ανατολικά της Λευκωσίας για ανακούφιση του ελληνικού θύλακος ανατολικά της Δεκέλειας και συνένωσης του με την υπόλοιπη ελεύθερη Κύπρο, εάν έχει αντέξει στην τουρκική επίθεση. Οι ελληνικές δυνάμεις καταδρομών πρέπει να αναλάβουν δράση στα μετόπισθεν, διεισδύοντας ανάμεσα στις τουρκικές δυνάμεις για να πλήξουν τα μέσα υποστήριξης, τις επικοινωνίες, τα αποθέματα υλικού και να εμπνεύσουν αίσθημα φόβου στον εχθρό. Οι μονάδες δέον να αλλάζουν θέσεις όποτε μπορούν. Εννοείται ότι τα ίδια θα κάνουν και οι Τούρκοι, έχοντας, μάλιστα, το απόλυτο πλεονέκτημα στον αέρα και σχετικό πλεονέκτημα στο έδαφος.
Οι ελληνικές αντεπιθέσεις δεν πρέπει να εξελιχθούν σε στατικές μάχες. Σημεία τουρκικής άμυνας πρέπει να παρακάμπτονται και να περικυκλώνονται. Σκοπός δεν πρέπει να είναι η κατοχή εδάφους, ιδίως αν δεν προσφέρεται για άμυνα μετά την κατάληψη. Η επιτυχία της άμυνας σε πρώτη φάση είναι η αποτυχία του τουρκικού σχεδίου, ώστε η επίθεση να ανακοπεί και οι τουρκικές δυνάμεις να περιπέσουν σε κατάσταση στατικής μάχης.
Μπορεί οι κυπριακές ελίτ να διαπνέονται από φοβικό σύνδρομο, αλλά ορισμένα πράγματα μπορεί να γίνουν από πριν. Η απόκτηση περισσοτέρων και ισχυρότερων όπλων για χρήση από το πεζικό θα συμβάλει στην άμυνα επί του πεδίου. Το ίδιο πρέπει να γίνει στην αεράμυνα και σε αντιπλοϊκούς πυραύλους. Θωρακισμένες δομές μέριμνας πρέπει να δημιουργηθούν ή να επεκταθούν στο Τρόοδος με ανάλογες συγκοινωνιακές υποδομές, ώστε να τροφοδοτούν τους αμυνόμενους στα πεδινά. Θέσεις πρέπει να αναγνωρισθούν ή να δημιουργηθούν σε μέρη που αναμένεται να προελάσει ο εχθρός. Τάφροι πρέπει να ετοιμαστούν σε συγκεκριμένα σημεία που μαζί με ναρκοπέδια να καναλάρουν τις τουρκικές δυνάμεις σε “ζώνες θανάτου”.
Η γειτνίαση της Κύπρου με την Τουρκία δεν επιτρέπει την απόκτηση ελληνοκυπριακών αεροπορικών και ναυτικών μέσων, τουλάχιστον αν δεν ληφθούν πολύ ριζοσπαστικά μέτρα, όπως υπόγειες εγκαταστάσεις, εκπαίδευση στη χρήση δρόμων για προσγειώσεις-απογειώσεις και αεροσκάφη καθέτου απογείωσης. Η αγορά του S-400 από την Τουρκία είναι ένα επιχείρημα για να ζητήσει η Κυπριακή Δημοκρατία να εγκαταστήσει στο έδαφός της τους S-300 που είναι σήμερα στην Κρήτη. Η Κύπρος δεν είναι στο ΝΑΤΟ και υπό τις παρούσες γεωπολιτικές συνθήκες οι ενστάσεις χωρών της περιοχής θα είναι πολύ χλιαρές, αν όχι ανύπαρκτες. Επίσης, η ύπαρξη γαλλικών βάσεων στην ελεύθερη Κύπρο λειτουργεί αποτρεπτικά για τις συγκεκριμένες περιοχές, καθώς οι Τούρκοι δεν θα ήθελαν να πλήξουν στρατιώτες τρίτων χωρών, προκαλώντας την εμπλοκή τους.
Η εμπλοκή της Ελλάδας
Αφήσαμε τελευταίο τον πιο κρίσιμο παράγοντα, την εμπλοκή της Ελλάδας. Εάν η Ελλάδα αφήσει μόνη της την Κυπριακή Δημοκρατία, αυτή όσο και να πολεμήσει στο τέλος πιθανότατα θα υποκύψει, λόγω της μεγάλης διαφοράς στρατιωτικής ισχύος με την Τουρκία. Επί Ανδρέα Παπανδρέου, η Αθήνα είχε επισήμως δηλώσει ότι θα είναι αιτία γενικευμένου ελληνοτουρκικού πολέμου μία τουρκική επίθεση εναντίον της ελεύθερης Κύπρου. Αυτό το αμυντικού χαρακτήρα ελληνικό casus belli δεν έχει ποτέ ανακληθεί, έστω κι αν η αξιοπιστία του έχει τραυματισθεί από ενέργειες της Αθήνας.
Η απειλή ενός γενικευμένου ελληνοτουρκικού πολέμου δεν θα αναγκάσει μόνο τις τουρκικές δυνάμεις να πολεμήσουν και σε άλλα μέτωπα, αλλά και θα λειτουργήσει αποτρεπτικά όσον αφορά την εκδήλωση τουρκικής επίθεσης. Άλλωστε, η αναπόφευκτη εμπλοκή της ΕΛΔΥΚ στην περίπτωση τουρκικής επίθεσης θα υποχρεώσει την Αθήνα, έστω κι αν δεν το θέλει, να εμπλακεί. Επειδή, όμως, η τάση της Αθήνας από την εποχή Σημίτη μέχρι τώρα είναι να πάρει αποστάσεις, το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου έχει μετατραπεί σε νεκρό γράμμα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν ασκούνται για να υπερασπίσουν την ελεύθερη Κύπρο εάν δεχθεί επίθεση. Με άλλα λόγια, με τη στάση της η Αθήνα δημιουργεί συνθήκες για νέα επώδυνη ήττα στην Κύπρο.
Επειδή έτσι είναι τα πράγματα, το ρεαλιστικό ζητούμενο είναι η ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας (έχει όρια) να συνδυαστεί με την ένταξή της σε ένα σχήμα μεσογειακής συμμαχίας, με συμμετοχή Γαλλίας, Αιγύπτου, Εμιράτων και βέβαια της Ελλάδας. Σ’ αυτή τη συμμαχία θα έχει έμμεσα κάποιου είδους συμμετοχή και το Ισραήλ. Η σύμπηξη τέτοιας συμμαχίας πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα της ελλαδικής και κυπριακής διπλωματίας. Είχαν γίνει σημαντικά βήματα, αλλά δυστυχώς τελευταία υπάρχει οπισθοδρόμηση.