Μπορεί η Ελλάδα να εξισορροπήσει το τουρκικό πλεονέκτημα στα μεγέθη;
20/11/2022Πριν εξετάσουμε το τουρκικό πλεονέκτημα στα μεγέθη, θα ξεκινήσω το παρόν σημείωμα ανορθόδοξα, θέτοντας δηλαδή μερικές ερωτήσεις. Οι πρώτες δύο αφορούν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποια κλάση πλοίων του ιταλικού πολεμικού ναυτικού προκάλεσε τις μεγαλύτερες απώλειες και τους πλέον επώδυνους πονοκεφάλους στους Βρετανούς; Η κλάση των πλοίων μάχης Littorio των 42.000 τόνων και του αβυσσαλέου κόστους ή η κλάση των κορβετών τύπου Gabbiano των 600 τόνων και του αμελητέου κόστους;
Ποια κλάση γερμανικών υποβρυχίων προκάλεσε στα συμμαχικά πλοία τις μεγαλύτερες απώλειες συνολικά ή ανά σκάφος; Η κλάση των Τ. ΙΙΑ/Β των 300 τόνων, με κόστος όσο ένα μεγάλο σαρδελοκούτι ή η κλάση Τ. ΧΧΙ των 1800 τόνων, των καταπληκτικών επιδόσεων και του πολλαπλάσιου κόστους; Ψάξτε το, θα σας εκπλήξει!
Και, για να μην αδικήσουμε τον άλλο Παγκόσμιο Πόλεμο, ας προσθέσουμε και μία ερώτηση από αυτόν. Ποιο οπλικό σύστημα χρησιμοποιήθηκε από ελάχιστα ως καθόλου στα τέσσερα και κάτι χρόνια αυτού του πολέμου; Ας το απαντήσουμε αυτό: Μα το πιο ακριβό! Από τα 1905 ως τα 1918 οι εμπόλεμες χώρες ξόδεψαν αμύθητα ποσά για να εξοπλίσουν τους στόλους τους, με τα θηριώδη πλοία μάχης τύπου “Δρεδνώτ”(Dreadnought).
Όπως είναι γνωστό, αυτά τα τέρατα γνώρισαν τον πόλεμο σε μία και μόνη (παρ’ ολίγον) ναυμαχία: Αυτή της Γιουτλάνδης. Το παρ’ ολίγον αναφέρεται στο ότι μόλις τα πλοία αυτά βρέθηκαν πραγματικά αντιμέτωπα, ο ένας στόλος μάχης απέναντι στον άλλο, προτίμησαν να κάνουν μεταβολή και να επιστρέψουν στις βάσεις τους. Ήταν υπερβολικά ακριβά, ώστε να είναι αναλώσιμα. Του λοιπού παρακολούθησαν τον πόλεμο από τα αγκυροβόλια τους!
Και κάτι τελευταίο από τα κουίζ της ημέρας. Ποια στρατιωτική μηχανή δεν μπόρεσε να συντρίψει (ή απλά να νικήσει) το Ισραήλ στους πολέμους του; Αυτή της Αιγύπτου, εκείνη της Συρίας, η αντίστοιχη της Ιορδανίας, του Ιράκ, του Ιράν; Ή μήπως η ανορθόδοξη που δεν είχε πίσω της κράτος, η Χεζμπολάχ;
Το τουρκικό πλεονέκτημα
Τα παραπάνω ερωτήματα και αμέτρητα άλλα παρεμφερή μου έρχονται στο νου, καθώς παρακολουθώ τους ατελείωτους διαλόγους ή μονολόγους πάνω στην στρατιωτική προετοιμασία της χώρας μας και τα συνακόλουθα οπλικά συστήματα. Βλέπουμε κυβερνητικούς πανηγυρισμούς και αντεγκλήσεις με την αξιωματική αντιπολίτευση, πότε για τα F-35, πότε για τα Rafale, πότε για την ελληνογαλλική Συμφωνία που συνοδεύτηκε από την προμήθεια των γαλλικών αεροσκαφών, όπως και των φρεγατών Belh@rra…
Σε αυτό το σύνθετο σκηνικό ας προσπαθήσουμε να κάνουμε μια παρέμβαση στηριγμένη στον κοινό νου, στην απλή λογική. Ας παρουσιάσουμε συνοπτικά το πρόβλημα. Η πρώτη του διάσταση είναι τα μεγέθη. Η Τουρκία είναι μια χώρα 83.000.000 κατοίκων, η Ελλάδα 10.700.000 κατοίκων, αναλογία 1 προς 7,75. Η πληθυσμός της Τουρκίας έχει μέση ηλικία (median age) τα 30,2 έτη και δείκτη γονιμότητας 2,11. Ο πληθυσμός της Ελλάδας έχει μέση ηλικία 43,8 έτη (!) και δείκτη γονιμότητας 1,34. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Ελλάδας είναι (στρογγυλεύω) 270 δισ. δολάρια (PPP), της Τουρκίας 2.100 δισ. δολάρια, αναλογία 1 προς 7,78.
Η παραγωγή χάλυβα της Ελλάδας δεν πλησιάζει πλέον το ένα εκατομμύριο τόνους, της Τουρκίας είναι 37,2 εκατομμύρια (8η παγκοσμίως). Η παραγωγή αυτοκινήτων στην Τουρκία είναι 1.600.000 οχήματα (Ιταλία 1.060.000) στην Ελλάδα είναι μηδενική. Και ο αναγνώστης ας βάλει όποιον άλλο δείκτη ή μέτρο σύγκρισης επιθυμεί.
Ο παράγοντας γεωγραφία
Η δεύτερη διάσταση για το τουρκικό πλεονέκτημα, είναι η γεωγραφία. Τα πολυάριθμα μεγάλα νησιά της Ελλάδας στο Αιγαίο απέχουν από δύο ως 20 χιλιόμετρα από τις τουρκικές ακτές. Απέχουν 100 ως και 400 χιλιόμετρα από τις ελληνικές αντίστοιχες. Η Τουρκία έχει το απόλυτο πλεονέκτημα των “εσωτερικών γραμμών”, μπορεί δηλαδή να συγκεντρώνει δυνάμεις-εφεδρείες με ασφαλείς χερσαίες μετακινήσεις.
Αντίθετα η Ελλάδα μπορεί να μεταφέρει εφεδρείες μόνο με μέσα υψηλού κόστους και υψηλού κινδύνου, από τον αέρα ή την θάλασσα, στο όποιο απειλούμενο σημείο. Επιπλέον στην προέκταση της γραμμής αντιπαράθεσης υπάρχουν δύο στοιχεία που περιπλέκουν το ελληνικό αμυντικό πρόβλημα: Η σχετικά ανοικτή θάλασσα της Ανατολικής Μεσογείου και η Κύπρος, η οποία ήδη βρίσκεται κατά ένα μέρος της κάτω από τουρκική κατοχή.
Τα παραπάνω είναι δεδομένα, είναι η πραγματικότητα. Τι σημαίνει αυτή η πραγματικότητα; Σε καμία περίπτωση – όπως θα σπεύσουν να πουν μερικοί “ρεαλιστές” – δεν σημαίνει ότι είναι μονόδρομος η προσαρμογή στο όποιο “κισμέτ”, ο συμβιβασμός, η υποταγή, η παραίτηση, η συνεκμετάλλευση, ή όπως αλλιώς τα λένε αυτά. Πολύ απλά σημαίνει ότι αρχίζουμε να μελετούμε το ζήτημα και να αναζητούμε λύσεις, δηλαδή να διαμορφώνουμε πολιτική με βάση αυτά τα πραγματικά δεδομένα. Στον τομέα της άμυνας αναζητούμε ένα αμυντικό δόγμα ικανό να απαντήσει στα δεδομένα του προβλήματος.
Με οδηγό την κοινή λογική θα έλεγε κανείς ότι αφού τα δεδομένα δεν ευνοούν την Ελλάδα στην περίπτωση μιας στρατιωτικής εμπλοκής, το δόγμα που θα υιοθετηθεί οφείλει μάλλον να στοχεύει στην αποφυγή της στρατιωτικής εμπλοκής, με παράλληλη διασφάλιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αυτό ίσως φαίνεται αντιφατικό αλλά στην πολιτική, όπως και στον πόλεμο, όλα είναι αντιφατικά και για όλα υπάρχει η ανάλογη απάντηση. Το κλειδί αυτής της απάντησης είναι καθαρά πολιτικό: Η σχέση μεταξύ κόστους και αποτελέσματος.
Τουρκικό πλεονέκτημα και αποτροπή
Με απλά λόγια, για να αποφύγει η Ελλάδα την πολεμική εμπλοκή και ταυτόχρονα να διασφαλίσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της, θα πρέπει να ανεβάσει το κόστος των εχθρικών διεκδικήσεων και της τυχόν έμπρακτης πραγμάτωσής τους σε τέτοια ύψη, ώστε το όφελος που θα προκύψει για τον διεκδικητή και επιτιθέμενο να είναι πολλαπλάσιο των τυχόν ωφελημάτων που θα αποκτήσει. Αυτό λέγεται αποτροπή.
Όταν η δυσαναλογία σε μεγέθη και γεωγραφικά δεδομένα είναι τόσο μεγάλη, τότε η αποτροπή οφείλει να τείνει προς το απόλυτο, το ολοκληρωτικό. Το γαλλικό πυρηνικό δόγμα της γκωλικής εποχής είναι ένα καλό παράδειγμα για το τι εννοούμε. Η Γαλλία δεν μπορούσε να διαθέσει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο αντίστοιχο με τις λοιπές δυνάμεις. Όμως, διατήρησε σε μικρή κλίμακα, τη δυνατότητα πυρηνικής απάντησης, που να καθιστά ασύμφορη την όποια εναντίον της επιβουλή.
Στο δικό μας αμυντικό πρόβλημα αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι σε θέση να προκαλέσει τέτοια ζημιά στον επιτιθέμενο, ώστε το τυχόν όφελος του τελευταίου να ακυρωθεί από τις συνέπειες της πράξης του. Ετούτη η αρχή, η αναζήτηση του αποτρεπτικού πλήγματος οφείλει να καθοδηγεί και την διαμόρφωση του οπλοστασίου, των οπλικών συστημάτων, δηλαδή που θα εξυπηρετήσουν τον στόχο της αποτροπής.
Για να μην γίνουμε όμως περισσότερο κουραστικοί σε ένα υπερβολικά μακροσκελές άρθρο, τέτοιο που να αποτρέπει τον αναγνώστη από την προσεκτική ανάγνωσή του ας επιστρέψουμε και πάλι στην αναδρομή που κάναμε στην εισαγωγή: Πως οι κατάλληλοι για την αποτροπή εξοπλισμοί, δεν προέρχονται μόνο από τα πανάκριβα και “πολυδιαφημισμένα” οπλικά συστήματα.