ΘΕΜΑ

Μπορεί η Ελλάδα να παραγάγει πυραυλικά συστήματα;

Μπορεί η Ελλάδα να παραγάγει πυραυλικά συστήματα; Ευθύμιος Τσιλιόπουλος

Οι αναφορές του Ερντογάν στον τουρκικό πύραυλο Tayfun επαναφέρει με έμφαση το ερώτημα εάν η Ελλάδα μπορεί να μετατραπεί από χώρα-αγοραστή σε χώρα ικανή να παράγει τα πυραυλικά συστήματα που χρειάζεται ή τουλάχιστον κάποια από αυτά; Μπορεί, λοιπόν, η Ελλάδα αφενός να αποκτήσει την τεχνολογία, αφετέρου να σηκώσει το κόστος μελετών, βιομηχανικών υποδομών και το κόστος ανά παραγόμενη μονάδα;

Προφανώς, ένα κράτος που έχει επενδύσει στην ανάπτυξη τέτοιων τεχνολογιών επί δεκαετίες, όπως η Τουρκία, ήδη αποσβένει το κόστος υποδομών, ενώ το κόστος ανά μονάδα μειώνεται καθώς αυξάνεται ο όγκος παραγωγής. Το κόστος ανά μονάδα περιλαμβάνει τα κόστη πρώτων υλών, μεθόδων κατασκευής τμημάτων, τρόπου κατεύθυνσης προς τον στόχο και επιθυμητού βεληνεκούς. Μικρότερο βεληνεκές σημαίνει μικρότερο σε διαστάσεις πυραυλικό σύστημα, άρα λιγότερα υλικά, λιγότερα καύσιμα κ.ο.κ.

Ένας κατευθυνόμενος πύραυλος, οποιαδήποτε και να είναι η αποστολή του, αποτελείται από τρία επιμέρους τμήματα. Μπροστά φέρει συνήθως το σύστημα πλοήγησης. Ακολουθεί το φορτίο μάχης και καταλήγει στο σύστημα πρόωσης. Από αυτά τα τμήματα, το φθηνότερο είναι ο κώνος μάχης. Στα συστήματα εδάφους-εδάφους το ωφέλιμο εκρηκτικό φορτίο δεν πρέπει να είναι κατώτερο των 500 κιλών. Η κατασκευή είναι εντελώς εντός των ελληνικών δυνατοτήτων. Όσο μεγαλύτερη είναι η ευστοχία τόσο μπορεί να μειωθεί το εκρηκτικό φορτίο. Τα συστήματα καθοδήγησης μπορούν να είναι απλά, δηλαδή αδρανιακής πλοήγησης, με υποβοήθηση δορυφορικών συστημάτων (GPS).

Μπορούν βέβαια να είναι και πολύπλοκα με ενσωματωμένους αισθητήρες, όπως κάμερες, ακόμη και να έχουν δυνατότητα να κατευθύνονται από μεγάλες αποστάσεις. Όσο πιο πολύπλοκο, τόσο πιο ακριβές στη στόχευση, αλλά και πιο ακριβό στο κόστος. Οι στόχοι που προσφέρονται για επίθεση από πυραύλους καθοδηγούμενους από το σχετικά απλό σύστημα INS/GPS είναι κυρίως στατικοί. Οι συντεταγμένες των στόχων φορτώνονται στον υπολογιστή του ενσωματωμένου INS/GPS.

Πυραυλικά συστήματα – Το κόστος

Το σύστημα πρόωσης παρουσιάζει διαφοροποιήσεις ως προς ορισμένες παραμέτρους: Πρώτον, αναφορικά με το είδος του καυσίμου, υγρό ή στερεό. Δεύτερον, με το σύστημα (πυραυλικό, αυλοωθητή, ή και μικτό και ίσως ένα πιο πολύπλοκο με συνδυασμό οποιουδήποτε στοιχείου με ένα υπεραντωτικό σώμα). Ας πάρουμε ως παράδειγμα για τα υψηλών δυνατοτήτων πυραυλικά συστήματα, τον αμερικανικό πύραυλο κρουζ Τόμαχοκ. Ένα μέσο κόστος ανά μονάδα κυμαίνεται (ανάλογα με το μοντέλο) από 850.000 μέχρι 1.500.000 $. Το Τόμαχοκ είναι υποηχητικό σύστημα με προηγμένο σύστημα πλοήγησης παντός καιρού που ακολουθεί το ανάγλυφο του εδάφους για την αποφυγή εντοπισμού. Φέρει εκρηκτικό φορτίο 450 κιλών.

Μια μελέτη του ΝΑΤΟ το 2000 έδειχνε ότι το κόστος για αντίστοιχα σχεδιαζόμενα τότε συστήματα, μπορούσε να πέσει στα 40.000 $ μετά από δέκα χρόνια. Αυτό δεν έγινε για λόγους, οι οποίοι ελάχιστη σχέση έχουν με τις πραγματικές ανάγκες του Πενταγώνου και την ύπαρξη υποδομών. Αντίθετα, αναβαθμίστηκαν οι ικανότητες του Τόμαχοκ, αυξάνοντας αντί να μειώνουν το κόστος.

Λιγότερο πολύπλοκα συστήματα, που δεν είναι τόσο ευέλικτα στην αντιμετώπιση χρονικά κρίσιμων στόχων, έχουν έως και το μισό κόστος, καθώς δεν χρειάζεται να φέρουν συστήματα επανυπολογισμού της πορείας ενός στόχου και να διορθώνουν την πορεία τους. Μελέτη του 2010, η οποία προκλήθηκε λόγω του τέλους της συμφωνίας INS, έδειξε ότι με κόστος ανάπτυξης περίπου 750.000.000 $, οι ΗΠΑ μπορούσαν να σχεδιάσουν ανώτερης απόδοσης πυραυλικά συστήματα, με βεληνεκές μεγαλύτερο των 700 χλμ, με επιδόσεις ανάλογες του Τόμαχοκ και κόστος ανά μονάδα κάτω των 800.000 $.

Οι ανταγωνιστές των ΗΠΑ έχουν μειωμένα εργατικά κόστη, αλλά το συνολικό κόστος λίγο επηρεάζεται από το εργατικό κόστος, αφού αναγκαστικά οι μηχανικοί είναι υψηλού επιπέδου. Το κύριο κόστος είναι η υψηλή ποιότητα των υλικών (ειδικά συνθετικά, κράματα τιτανίου, χάλκινα χυτευτά με εσωτερικές σωληνώσεις, κλπ). Οι ΗΠΑ δεν αρκούνται σε απλές εκρηκτικές γομώσεις, αλλά κατασκευάζουν πυραύλους που είναι φορείς άλλων όπλων, η σχεδιασμένοι για να διατρήσουν οχυρούς στόχους. Όλα αυτά αυξάνουν το κόστος αναπτυξιακά και ανά μονάδα. Αν απλά θες ο πύραυλός σου να πλήξει ένα σταθερό στόχο, το κόστος μειώνεται σημαντικά.

Μπορεί η Ελλάδα να γίνει παραγωγός;

Το κόστος των ηλεκτρονικών και των ηλεκτρονικών γυροσκοπίων για το INS έχει φτάσει σε αστείο κόστος (μερικές χιλιάδες $), αλλά ο σχεδιασμός της συνέργειας τμημάτων από εμπορικά αποθέματα απαιτεί κάποιο χρόνο, όχι απαγορευτικό. Πρόκειται για έναν τομέα, στον οποίο εισήλθε η Τουρκία πριν δύο δεκαετίες και πιο δυναμικά τα τελευταία χρόνια, χρησιμοποιώντας μάλιστα τις διάφορες στρατιωτικές επεμβάσεις της ως πεδία δοκιμών.

Αν η Ελλάδα θέλει να γίνει παραγωγός πυραυλικών συστημάτων πρέπει να αναμορφώσει πλήρως τις σχέσεις κράτους, ενόπλων δυνάμεων και πολεμικής βιομηχανίας, κατανοώντας ότι η συνεργασία πρέπει να έχει σταθερό πλαίσιο και διάρκεια δεκαετιών. Γίνεται αυτό; Υπό όρους ναι. Πρώτα, απαιτείται μια γενναία επένδυση για την δημιουργία υποδομών μακριά από μεγάλα αστικά κέντρα.

Εκτός των κτηρίων, απαιτούνται όλα εκείνα τα όργανα, με τα οποία οι επιστήμονες θα πραγματοποιήσουν τα πειράματα και τις προσομοιώσεις τους. Το κόστος αυτών θα κινείται αθροιστικά σε ύψος περίπου δύο δισ. €. Τα πρώτα πέντε χρόνια η παραγωγή θα απορροφά επιπλέον κονδύλια 500-1000 εκατ. € ετησίως. Στο κόστος αυτό συνυπολογίζονται και οι υψηλοί μισθοί του επιστημονικού προσωπικού και των εξειδικευμένων μηχανουργών.

Ναι, μπορούμε

Στην πρώτη πενταετία μπορεί να αναπτυχθεί ένα μικρού βεληνεκούς πρωτότυπο, ή και να αρχίσει παραγωγή –κατόπιν άδειας– προηγμένων μη κατευθυνομένων συστημάτων για την απόκτηση ή/και ανάκτηση τεχνολογίας στην γραμμή παραγωγής για χρήση από υπάρχοντα συστήματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Γενικά, είναι πολύτιμη η συνέργεια με ξένες εταιρίες που είναι πρόθυμες έναντι τιμήματος να παραχωρήσουν πεπαλαιωμένη γι’ αυτές τεχνολογία, την οποία, όμως, η ελληνική πλευρά χρειάζεται.

Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για πολύ δύσκολο εγχείρημα, ειδικά εάν παρακαμφθούν τα συνήθη προβλήματα (εργασιακά, νομικές αντεγκλήσεις, αμφισβητήσεις διαγωνισμών, όλα όσα μαστίζουν την πολεμική βιομηχανία 50 χρόνια τώρα). Η μαζική παραγωγή πυραύλων μπορεί να ρίξει την τιμή ανά μονάδα κάτω των 400.000 €. Η όλη επένδυση θα επιβαρυνθεί και κατά ένα δισ. € για την προμήθεια ειδικού υλικού, όπως μονάδων κατεύθυνσης πυρών.

Το επιστημονικό προσωπικό υπάρχει, ή μπορεί να επιστρέψει εάν δει προοπτική. Η παραγωγή πυραύλων είναι “γάμος”, είναι επιλογή που την “παντρεύεσαι”. Ο δρόμος αυτός δεν έχει οπισθοδρόμηση. Είναι για την Ελλάδα μια επένδυση που θα έχει επιπτώσεις όχι μόνο στο επίπεδο της άμυνας, αλλά και συνολικά της τεχνολογίας για χρήση σε πολλές εμπορικές βιομηχανικές κατευθύνσεις. Συνολικά, πρόκειται για μία επένδυση της τάξεως των έξι δισ. €. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι απαιτεί προσήλωση στον στόχο, όχι πολιτικάντικες παρεμβάσεις και απόλυτα συντονισμένη εργασία. Δεν εξετάσαμε πολύπλοκα σχήματα τεχνολογίας αιχμής, όπως τα υπεραντωτικά σώματα, καθώς αυτά είναι προς το παρόν πέραν των ελληνικών δυνατοτήτων.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι