Ναι ο Ερντογάν στην Αθήνα, όχι στη Θράκη
27/11/2017του Άγγελου Συρίγου –
Σε μερικές ημέρες ο Ερντογάν θα βρίσκεται στην Αθήνα. Η επίσκεψή του διευθετήθηκε όταν ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε την Άγκυρα. Το κρίσιμο ερώτημα είναι ποια ζητήματα και πως θα τεθούν στο τραπέζι των συνομιλιών. Ο διάλογος με την Τουρκία δεν ήταν ποτέ απλή υπόθεση, δεδομένης της εκ μέρους της αμφισβητήσεως του νομικού καθεστώτος στο Αιγαίο.
Αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας η τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή είχε δρομολογήσει τον διμερή διάλογο αφενός για να κρατήσει χαμηλά τη θερμοκρασία, αφετέρου για να διερευνήσει τις δυνατότητες επίλυσης προβλημάτων. Στην περίοδο 1981-86, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου είχε παγώσει τον διάλογο. Θέση της ήταν ότι η μόνη ελληνοτουρκική διαφορά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Τα υπόλοιπα προβλήματα δημιουργήθηκαν από τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της Άγκυρας.
Όταν το Νοέμβριο του 1983 ανακηρύχθηκε το ψευδοκράτος στη βόρειο Κύπρο, η Αθήνα πρόσθεσε στους όρους για τη διεξαγωγή διαλόγου και την αποκήρυξη του ψευδοκράτους και την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων. Δύο χρόνια αργότερα, η Αθήνα επανατοποθετήθηκε, θέτοντας ως όρο την αναγνώριση του νομικού καθεστώτος στο Αιγαίο. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε στροφή αμέσως μετά την κρίση του Μαρτίου 1987. Σε μεγάλο βαθμό, η κρίση προέκυψε από την έλλειψη διαύλου επικοινωνίας, η οποία άφησε χώρο δράσεως σε ακραίους κύκλους της Τουρκίας.
Η κρίση, λοιπόν, εξώθησε τον τότε πρωθυπουργό να αποδεχθεί πως με την Άγκυρα είναι χρήσιμο να υπάρχει διάλογος. Η Τουρκία συνιστά απειλή στρατηγικού χαρακτήρα για τον Ελληνισμό. Οφείλουμε, λοιπόν, να έχουμε ανοικτούς διαύλους, ώστε να γνωρίζουμε πώς σκέπτεται και τι κάθε φορά επιδιώκει η ηγεσία της. Όχι, βεβαίως, για να προσαρμοσθούμε στις απαιτήσεις της, αλλά για να χειριστούμε καλύτερα τις εντάσεις που προκαλεί. Η διεξαγωγή διαλόγου εντάσσεται σε μία εθνική πολιτική και ως εκ τούτου δεν πρέπει να είναι συνάρτηση ούτε του ποιος κυβερνάει την Τουρκία, ούτε της στάσεως που η Δύση τηρεί έναντι της Άγκυρας.
Ο διάλογος και τα όρια
Κατόπιν των παραπάνω, θεωρώ σωστή την πρόσκληση για να επισκεφθεί ο Τούρκος πρόεδρος την Αθήνα. Είναι προφανές πως αυτός επεδίωξε αυτή την επίσκεψη για να καταδείξει ότι δεν είναι απομονωμένος. Η ελληνική πλευρά έχει λόγους να επιδιώκει μία απευθείας συνομιλία. Το μεταναστευτικό-προσφυγικό είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, αλλά πρωτίστως είναι δικό μας. Ως εκ τούτου, είναι λάθος να αφήνουμε τη Γερμανίδα καγκελάριο να το διαχειρίζεται και για λογαριασμό μας. Επίσης, στο τραπέζι των συνομιλιών πρέπει να τεθούν και οι κλιμακούμενες το τελευταίο διάστημα τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο.
Αν, λοιπόν, ο ελληνοτουρκικός διάλογος είναι εθνικά αναγκαίος, πολύ περισσότερο εθνικά αναγκαίο είναι να κινείται εντός ορίων και κυρίως να τεθούν συγκεκριμένα όρια στον τρόπο που Τούρκοι αξιωματούχοι συμπεριφέρονται όταν επισκέπτονται τη Θράκη. Είναι αδιανόητο να αμφισβητούν την ελληνική έννομη τάξη, να επισκέπτονται και να εκφωνούν λόγους σε μη νόμιμους συλλόγους, να ασκούν δημοσίως κριτική στην πολιτική του ελληνικού κράτους και βεβαίως να ενθαρρύνουν αλυτρωτικές τάσεις που η Άγκυρα καλλιεργεί εντός της μουσουλμανικής μειονότητας.
Δεν πρόκειται για υποθέσεις. Όλα τα παραπάνω συνέβησαν πριν λίγο καιρό, κατά τη διάρκεια της περιοδείας του αντιπροέδρου της τουρκικής κυβερνήσεως Χακάν Τσαβούσογλου στη Θράκη. Η συμπεριφορά του εκεί ήταν μία αλυσίδα προκλήσεων. Με δεδομένο αυτό το περιστατικό θα πρέπει να αποτραπεί επίσκεψη του Ερντογάν στη Θράκη. Οι προκλήσεις που προηγήθηκαν προσφέρουν το αναγκαίο επιχείρημα στην ελληνική πλευρά. Το δις εξαμαρτείν, άλλωστε, ουκ ανδρός σοφού…