Οι αγνοούμενοι και το απρόσωπο, άκαρδο κυπριακό κράτος
08/09/2022Τα όσα ακούστηκαν ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Προσφύγων πραγματικά αποτελούν ντροπή για το Κράτος και για το σύστημα γενικότερα. Αυτά έγραψε χθες στο “Φιλελεύθερο”, ο συνάδελφος Βάσος Βασιλείου, ο οποίος παρακολούθησε τη συνεδρίαση της Επιτροπής. Κατέγραψε όλα όσα ειπώθηκαν και κυρίως εκείνα τα κατηγορώ των συγγενών αγνοουμένων. Όλα όσα ειπώθηκαν ενώπιον αρμοδίων, κι ας έχουν περάσει 48 χρόνια από την εισβολή, παραπέμπουν πίσω στο χρόνο. Σε εκείνο το καλοκαίρι του 1974 και όσα ακολούθησαν. Ο ανήφορος των συγγενών είναι πλέον η ζωή τους. Κουβαλούν την τραγωδία σε κάθε τους βήμα.
• Η κ. Ιφιγένεια Παπακωνσταντίνου, έμεινε ορφανή στα δέκα της χρόνια, ο πατέρας της σκοτώθηκε στον πόλεμο. Έχει 11 αγνοούμενους συγγενείς. «Προσωπικά είχα υποστεί νευρικό κλονισμό και έξι μήνες βρισκόμουν στο Γενικό Νοσοκομείο, όταν μου διάβασαν κάποιες μαρτυρίες που αφορούσαν συγγενείς μας».
• Ήμουν πέντε χρόνων την περίοδο της εισβολής, ανέφερε η κ. Ευανθία Αντωνίου. στη διάρκεια συνεδρίασης και συνέχισε: «Με έπαιρνε η μάνα μου στις εκδηλώσεις για τους αγνοούμενους και έκλαιγε και έκλαιγα κι εγώ μαζί της. Και όταν αποτάθηκα σε μια υπηρεσία, η ιδιαιτέρα, μου είπε: ‘’Σταματάτε να πιπιλάτε το θέμα των αγνοουμένων’’».
• Η κ. Κούλα Θεοδώρου ανέφερε πως τον πατέρα της δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει, ήταν ενάμιση χρονών κατά την εισβολή. «Οι αϋπνίες κάθε φορά που η τηλεόραση παρουσίαζε την Τουρκία κοντά σε πόλεμο με την Κύπρο. Να ξαπλώνεις και να βλέπεις τους Τούρκους σε όνειρο να κατεβαίνουν από τον Πενταδάκτυλο, χωρίς να τα έχεις ζήσει. Από 12-13 χρονών να αναγκάζομαι να παίρνω τη μητέρα μου σε ψυχίατρο και στην ψυχιατρική πτέρυγα επειδή έχασε τον άντρα της. Ήταν μια κοπέλα 24 χρονών, όσο είναι σήμερα ο γιος μου. Και τον έχασε επειδή δεν πήγε να κρυφτεί και πήγε να πάρει όπλο…».
Το γράμμα του νόμου και το πνεύμα του κράτους
Αυτές είναι μερικές από τις αναφορές που ακούστηκαν. Ο λόγος της παρουσίας συγγενών αγνοουμένων στην κοινοβουλευτική Επιτροπή ήταν αποκοπή του επιδόματος της κατ’ οίκον φροντίδας γονέων και αδελφών αγνοουμένων. Στο ρεπορτάζ αναφέρεται πως κόπηκε και το επίδομα από γονείς, οι οποίοι νιώθοντας άβολα να χρησιμοποιήσουν το επίδομα που λάμβαναν για τα αγνοούμενα παιδιά τους, κατέθεταν τα χρήματα σε τράπεζα, όπου τα σαΐνια του Κράτους τα εντόπισαν και έκριναν ότι δεν εμπίπτουν στα κριτήρια του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος επειδή έχουν καταθέσεις.
Αυτό το κράτος είναι απρόσωπο, αλλά και απάνθρωπο. Οι γραφειοκράτες παρουσιάζονται σε αυτές τις περιπτώσεις “λεπτολόγοι” και ακολουθούν το… γράμμα του νόμου. Αν όμως επρόκειτο για άλλες περιπτώσεις, περνούν κάτω από τον πήχη, κάτω από τα κριτήρια. Κάνουν χάρες, για να είναι ενδεχομένως αρεστοί περιμένοντας προαγωγές. Δεν φταίνε οι υπάλληλοι, φταίει το κράτος, που λειτουργεί μηχανικά και άκαρδα. Οι συγγενείς των αγνοουμένων, οι γονείς, οι σύζυγοι, τα παιδιά δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτό που βιώνουν 48 χρόνια τώρα.