Οι κακές συνήθειες συνεχίζονται στο υπουργείο Άμυνας – Επιβεβλημένη η παρέμβαση Μαξίμου
30/09/2019Η ανάδειξη νέας κυβέρνησης δημιούργησε δικαιολογημένα νέες ελπίδες για την επαναφορά της Ελλάδας σε μια “κανονικότητα”, υπό την έννοια της επιτάχυνσης των ρυθμών ανάπτυξης μέσω της υιοθέτησης μιας πραγματικά φιλοεπενδυτικής και αναπτυξιακής πολιτικής, παράλληλα με την εγκατάλειψη κακών συνηθειών δεκαετιών από την πλευρά του πολιτικού μας συστήματος. Δυστυχώς, στο υπουργείο Άμυνας αδυνατούν να βρουν “λειτουργικό βηματισμό”, με αποτέλεσμα Ατολμία, -που οδηγεί σε- Αδράνεια, -με χαρακτηριστικό την- Απραξία, -που οφείλεται πιθανώς, ακόμα και σε- Ασχετοσύνη.
Η παρέμβαση του Μεγάρου Μαξίμου είναι επιβεβλημένη, προτού απολεσθεί η δυναμική αλλαγής που απαιτείται στην κρίσιμη ιστορική περίοδο που διανύουμε ως κράτος και έθνος. Βασικό χαρακτηριστικό της μέχρι σήμερα παρουσίας του ηγετικού σχήματος στο υπουργείου, είναι η επικοινωνιακή διαχείριση της κατάστασης που περιλαμβάνει πλήθος επισκέψεων και παρουσία σε διάφορες δραστηριότητες, κυρίως των Ενόπλων Δυνάμεων, από τις οποίες προκύπτουν κάποιες ωραίες φωτογραφίες και γίνονται οι γνωστές δηλώσεις στο πλαίσιο της αποτρεπτικής ρητορικής της χώρας.
Θα έπρεπε να γνωρίζουν καλύτερα, ωστόσο, ότι εάν τα λόγια δεν συνοδεύονται από έργα και εμφανή πολιτική και στρατιωτική βούληση, ώστε ο αντίπαλος να πειστεί ότι η χώρα έχει λάβει την απόφαση εγκατάλειψης της νοοτροπίας των τελευταίων -κυρίως- ετών. Σκοπός είναι να επιτευχθεί με τον τρόπο αυτό ο επηρεασμός των υπολογισμών του αντιπάλου, δηλαδή της Τουρκίας.
Η χρήση του στρατιωτικού καταναγκασμού αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό της τουρκικής νοοτροπίας και πολιτικής πρακτικής, ένα χαρακτηριστικό το οποίο χωρίς προφανώς να το επιθυμούμε, τροφοδοτήθηκε από τον ιδιότυπο “πασιφισμό” που εκπέμπει η ελληνική πλευρά διά της συμπεριφοράς της.
Αυτό δεν είναι κακό, ούτε θα ήταν σοβαρή επιλογή μια εικόνα που θα περνούσε το μήνυμα μιας “στρατιωτικοποίησης” της χώρας. Αυτό και για λόγους ουσίας, υπό την έννοια ότι θα έπληττε τα διπλωματικά πλεονεκτήματα της τρέχουσας περιόδου για την Ελλάδα, αλλά και διότι μια τέτοια μεταστροφή δεν θα έπειθε κανέναν, τουλάχιστον για ένα ικανό χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα ένα νέο πλήγμα στην αξιοπιστία της ελληνικής “αποτροπής”, μιας έννοιας που συνενώνει πολλά περισσότερα της στρατιωτικής ισχύος.
Συστημικό πρόβλημα
Το βασικό χαρακτηριστικό που χρειάζεται να επιδιώξει στον τομέα της άμυνας και να επενδύσει στην υλοποίησή του η ελληνική πλευρά, ακούει στις λέξεις “αξιοπιστία, συνείδηση κατάστασης, συνέπεια και συνέχεια”. Κι όλα αυτά όχι αποκλειστικά και μόνον στο πλαίσιο της πολιτικής ρητορικής. Χρειάζεται η χώρα να ασχοληθεί με την ουσία, επιδιώκοντας μετρήσιμα αποτελέσματα.
Θα δυσκολευόταν να βρει κανείς κάποια κυβέρνηση που να μην ομνύει στην τήρηση των ανωτέρω. Το αποτέλεσμα όμως, το οποίο καλά γνωρίζουν οι “παροικούντες την Ιερουσαλήμ” του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, απέχει πολύ από τις διακηρύξεις. Δυστυχώς, παρά την επιλογή προσώπων με ικανότητες και γνώσεις για την ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, πέραν των αδιαμφισβήτητων καλών προθέσεων, στην πράξη φαίνεται πως δεν διαφοροποιούμαστε σε σχέση με το πρόσφατο και απώτερο παρελθόν.
Το επιχείρημα του παρόντος σημειώματος δεν είναι άλλο από το ότι το πρόβλημα που είναι εμφανώς βαθύτερο από αυτό που φαίνεται, είναι εξόχως συστημικό. Η αναφορά αυτή δεν έχει ως στόχο να “αθωωθεί” οποιοσδήποτε. Κάθε άλλο. Το σύστημα δεν δημιουργήθηκε από μόνο του και δεν ανδρώθηκε με τη συνεισφορά μιας και μία κυβέρνησης.
Συνδέεται με τη γενικότερη ανοργανωσιά του ελληνικού κράτους και τη βαθιά ριζωμένη, άρρωστη νοοτροπία της μεταπολίτευσης, που τα εξετάζει όλα υπό το πρίσμα του πολιτικού φίλου και του πολιτικού αντιπάλου. Ο φίλος είναι ο “καλός”, αυτός με τον οποίον μπορούμε να δουλέψουμε και ο αντίπαλος είναι ο “κακός”, ο οποίος πρέπει να απομακρυνθεί το ταχύτερο.
Αυτή η νοοτροπία έπληξε καθοριστικά τη δυνατότητα επίδειξης συνέχειας από την πλευρά του κράτους. Πρόκειται για μια παθογένεια δεκαετιών, η οποία επείγει να αντιμετωπιστεί. Είναι προφανές ότι δεν αφορά μόνο το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Πέραν του ότι αφορά το σύνολο του δημοσίου τομέα, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει εύσχημα ότι το ΥΠΕΘΑ ξεφεύγει σημαντικά από αυτό τον κανόνα.
Μη αξιοποιήσιμες διαδικασίες από υπουργείο Άμυνας
Ίσως λόγω του ότι στο παρελθόν είχαν προκύψει άσχημες καταστάσεις που αφορούν στην κακή διαχείριση του δημοσίου χρήματος που αφορούσε την εθνική άμυνα, κυρίως στον τομέα των εξοπλισμών, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας είχε την τύχη τελικά να υιοθετηθούν αυστηρές και ιδιαιτέρως ανελαστικές για όλους διαδικασίες. Διαδικασίες οι οποίες στόχο είχαν να διασφαλιστεί ένα μίνιμουμ διαφάνειας και να τεθούν σοβαρά εμπόδια στον δρόμο οποιουδήποτε επιχειρήσει, από αφέλεια ή ιδιοτέλεια, να παρανομήσει.
Απόδειξη του πόσο σκληρές είναι αυτές οι διαδικασίες είναι ο περίφημος νόμος περί προμηθειών, για την ανάγκη άμεσης αναθεώρησης του οποίου έχουμε πολλάκις επιχειρηματολογήσει. Κατά συνέπεια, εάν προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ότι ενώ από τη μία παρουσιάζεται μεγάλη δυστοκία στην ταχεία προώθηση των διαδικασιών, από την άλλη έχουν τεθεί σε κίνηση διαδικασίες αμφίβολης νομιμότητας με βάση πάντα το ισχύον νομικό πλαίσιο, θα πρέπει να πατηθεί “φρένο” το ταχύτερο δυνατό.
Αυτές οι “θετικές ιδιαιτερότητες” του υπουργείο Εθνικής Άμυνας όμως, καθιστούν απολύτως μη αποδεκτή την αδυναμία εξεύρεσης “βηματισμού” από την ηγεσία του υπουργείου και την “επιθετική” απόπειρα ταχείας αντιμετώπισης προβλημάτων που θα έπρεπε να έχουν ήδη αντιμετωπιστεί. Χρειάζεται αυτοπεποίθηση και τόλμη. Χρειάζεται αξιοποίηση των στελεχών εκείνων που γνωρίζουν, χωρίς να αναζητηθεί πρώτα η πολιτική – κομματική ταυτότητα.
Από τη στιγμή που το υπουργείο Εθνικής Άμυνας διαθέτει διαδικασίες, εάν υπάρχει συναίσθηση των προβλημάτων που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, το μόνο που μένει είναι να δοθεί εντολή άμεσου συντονισμού όσων προβλέπουν οι διαδικασίες να συμμετέχουν, για να προχωρήσει η επίλυση των προβλημάτων!
Παλαιοκομματική νοοτροπία
Παράλληλα, η παλαιοκομματική νοοτροπία και οι αξιωματούχοι φορείς της, ότι ο τάδε ή ο δείνα αξιωματικός η αξιωματούχος “δεν είναι δικός μας”, άρα δεν μπορούμε να συνεργαστούμε, πρέπει με συνοπτικές διαδικασίες να πεταχθεί στον κάλαθο των αχρήστων. Μαζί με τους φορείς της νοοτροπίας αυτής, εάν αδυνατούν να προσαρμοστούν. Αν και κανονικά δεν θα έπρεπε να βρεθούν σε θέσεις ευθύνης από μια κυβέρνηση που έχει κάνει σημαία της τον εκσυγχρονισμό της χώρας…
Θα ήταν ενδεχομένως εύλογη μια κριτική ότι όλα τα ανωτέρω είναι θεωρητικά. Αυτό που δεν είναι, είναι οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση. Υπογραμμίζοντας ότι όσα αναφέρονται δεν εξαιρούν κανέναν, ας αναρωτηθούμε εάν είναι ή όχι κωμικά τα περί εξυγίανσης της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας που όλοι πομπωδώς εξαγγέλλουν, για να καταλήξουμε τελικά να μη γίνεται τίποτα.
Από που να αρχίσει κανείς και που να τελειώσει. Από τη ναυπηγική και ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία; Το μπάχαλο που έχει επιτευχθεί να δημιουργηθεί τις δυο δεκαετίες που προηγήθηκαν είναι χωρίς προηγούμενο. Οι απολύτως μετρήσιμες ευθύνες των κυβερνήσεων αδιαμφισβήτητες.
Μαύρη τρύπα εκατοντάδων εκατομμυρίων, ενώ οι ευθύνες των -όποιων- κρατούντων πλέον ποσοτικοποιούνται με την πρώτη καταδίκη που εισέπραξε η χώρα στην υπόθεση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά (διεθνής διαιτησία με διαιτητή που όρισαν συμβατικά οι δυο πλευρές), ενώ επίκειται κι άλλη απόφαση, η οποία μεταξύ άλλων θα κρίνει και την με το “έτσι θέλω” μη συμμόρφωση της χώρας με την υπάρχουσα απόφαση.
Και για την υπόθεση των Ναυπηγείων Ελευσίνας θα μπορούσαν επίσης να γραφτούν πολλά. Ο κοινός τόπος με την υπόθεση του Σκαραμαγκά είναι η ανερμάτιστη συμπεριφορά του ελληνικού Δημοσίου στον τομέα των οικονομικών παρεμβάσεων του κράτους, χωρίς κανόνες, χωρίς όρια. Με την υιοθέτηση επιλογών που “μπαλώνουν” ένα πρόβλημα, παρότι οδηγούν νομοτελειακά σε αδιέξοδο. Ακολουθούσαν όλοι την κλασική μέθοδο, “μη σκάσει η βόμβα στα δικά μας χέρια”.
Διαχειρίζονταν το πρόβλημα όχι με στόχο να το λύσουν, αλλά να διασφαλίσουν ότι δεν θα προκληθεί μη διαχειρίσιμη επικοινωνιακά κατάσταση για το κυβερνών κόμμα. Με αποτέλεσμα να “φορτώνουν την εξίσωση” με νέες μεταβλητές-προβλήματα και να περνάει το πρόβλημα στον επόμενο. Ο οποίος με τη σειρά του διαπίστωνε γρήγορα το αδιέξοδο, το ότι λύσεις άνευ κόστους δεν υπάρχουν και ταχύτατα υιοθετούσε τη “μη στρατηγική” των προηγουμένων.
Κατάσταση αδιεξόδου
Στην κατάσταση αδιεξόδου έχουμε ήδη φτάσει. Αυτό εξηγεί και το γιατί ενώ όλοι αποτύχει, διαπράττοντας εγκλήματα διά των υπευθύνων πολιτικών ηγεσιών, όλες οι κυβερνήσεις ακολουθούν την πεπατημένη των προηγούμενων! Μια λογική ερμηνεία είναι η “διαχρονικότητα” της νοοτροπίας αντιμετώπισης των προβλημάτων, δηλαδή με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Αυτή ακριβώς η “θεσμοποιημένη κουτοπονηριά” που υιοθετεί δίχως εξαιρέσεις το πολιτικό σύστημα επί δεκαετίες, με την οποία έχει εμποτιστεί συνολικά ο Δημόσιος τομέας, οδήγησε στελέχη όλων των κομμάτων να έχουν εμπλοκή και τραγικές ευθύνες στο αδιέξοδο. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται…
Μακάρι να ήταν μόνο ο τομέα των ναυπηγήσεων και των ναυπηγοεπισκευών όμως. Μακάρι το πρόβλημα να περιοριζόταν εκεί… Για λόγους οικονομίας χώρου στερείται ίσως νοήματος να αναλυθεί σε βάθος η κατάσταση στην ΕΛΒΟ και τα ΕΑΣ. Πόσο καιρό “σέρνονται” οι διαδικασίες. Η τραγική ασυνεννοησία του Δημοσίου παρατηρείται ακόμα και στα απλούστερα.
Εδώ δεν έχουν καταφέρει να αποφασίσουν ποιος είναι υπεύθυνος για τις εταιρίες! Το πρόβλημα ασφαλώς προϋπήρχε. Υπάρχει εμπλοκή του υπουργείου Οικονομικών. Επί υπουργίας Ευκλείδη Τσακαλώτου είχαν διατυπωθεί καταγγελίες ότι υπήρχε διαφορετική ατζέντα με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας που κατέληξε σε “βραχυκύκλωση” όλων των διαδικασιών αποκρατικοποίησης ή αξιοποίησης με την υπογραφή νέων συμβάσεων που υπήρχαν.
Εμπλοκή υπάρχει και από την πλευρά του υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Η συνεννόηση με το υπουργείο Οικονομικών ήταν πάντα εξόχως προβληματική, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις εξαιτίας προσώπων με ανοικτό πνεύμα και θετική προδιάθεση συνεργασίας). Πλέον, επιχειρείται να εμπλακεί το υπουργείο Ανάπτυξης. Η πρόθεση μπορεί να παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα, όμως δε στερείται λογικής, τουλάχιστον στο επίπεδο που προτεραιότητα είναι η επανεκκίνηση της αμυντικής βιομηχανίας με την πραγματοποίηση κάποιων βημάτων προόδου. Έστω συντηρητικών στην αρχή. Αυτό που αναμένεται είναι η τελική απόφαση. Είναι προϋπόθεση για να κινηθούν οι διαδικασίες αντιμετώπισης των προβλημάτων.
Ακόμα χειρότερη κατάσταση
Αναφορά έγινε στον ναυτικό τομέα με τα Ναυπηγεία και στον χερσαίο με την ΕΑΣ και την ΕΛΒΟ. Αν νομίζει κανείς ότι ο αεροπορικός τομέας θα απουσίαζε, προφανώς έκανε λάθος! Εδώ η κατάσταση ίσως είναι ακόμα χειρότερη, υπό την έννοια ότι ενώ στις προαναφερθείσες περιπτώσεις υπάρχουν χρονίζοντα, δύσκολα – πολύπλοκα προβλήματα να αντιμετωπιστούν, για την ΕΑΒ η απόφαση αναβάθμισης 85 μαχητικών αεροσκαφών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας στη διαμόρφωση “Viper” (F-16V), έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα.
Μετά από τόσο καιρό πλέον στην κυβέρνηση, τους είναι ακόμα αδύνατο να μπορέσουν να επιλύσουν τα προβλήματα που θα επιτρέψουν όχι στο πρόγραμμα να προχωρήσει, αλλά να εισπραχθούν από την ελληνική αμυντική βιομηχανία περί τα 280 εκατομμύρια δολάρια που έχουν συμφωνηθεί! Κάποτε λέγονταν “Αντισταθμιστικά Ωφελήματα” (ΑΩ/offsets).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση τα κατάργησε και αναδιατύπωσε το περιεχόμενό τους, η Ελλάδα -που επέδειξε υπερβάλλοντα ζήλο και ταχύτητα προσαρμογής- προσαρμόστηκε με αποτέλεσμα σήμερα να γίνεται λόγος για τα SSI (Security of Supply and Information), όπου η εμπλοκή της εγχώριας βιομηχανίας εξασφαλίζει την ορθή – ασφαλή χρήση των τεχνολογικών πληροφοριών που μεταβιβάζονται στη χώρα-πελάτη, καθώς επίσης και με τη διασφάλιση ότι οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα έχουν σχέση με το αντικείμενό του.
Όλη η ουσία είναι όμως ότι η χώρα έχει “επιστροφές” στην επένδυσή της ύψους 280 εκατ. δολαρίων. Κι αντί να έχουν ήδη ολοκληρωθεί οι διαρρυθμίσεις που θα διασφαλίσουν ότι όλα θα κυλήσουν ομαλά, το πολιτικό μας σύστημα, η νέα κυβέρνηση εν προκειμένω, αδυνατεί να κάνει τα απλούστερα…
Άμεση πρόσληψη 300 μηχανικών
Για να επωφεληθεί η ΕΑΒ, χρειάζεται την άμεση πρόσληψη περίπου 300 μηχανικών. Αν αυτό γίνει μέσω ΑΣΕΠ, θα παρέλθει τουλάχιστον μια διετία. Δυο χρόνια καθυστέρηση στο πρόγραμμα της αναβάθμισης των F-16, που θα έπρεπε κανονικά να καταβληθούν προσπάθειες επίσπευσής του, στην ουσία θα ισοδυναμούσε με την ακύρωσή του στην πράξη! Και η νέα κυβέρνησή μας, με το ΥΠΕΘΑ να φέρει την κύρια ευθύνη για την επιτάχυνση της διαδικασίας, αδυνατεί να βρει λύση για την πρόσληψη 300 μηχανικών! Αυτοί θα πρέπει να εκπαιδευθούν από την εταιρία Lockheed Martin που έχει αναλάβει τον εκσυγχρονισμό.
Η δε πρόσληψή τους αφορά και τη συμμετοχή της ΕΑΒ στα προγράμματα του F-16 στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα του μαχητικού και σε αυτό του μεταφορικού C-130J και αυτό της αναβάθμισης των Αεροσκαφών Ναυτικής Συνεργασίας (ΑΦΝΣ) P-3B Orion! Πόσο ακόμα θα καθυστερήσουν; Πρόκειται για ένα ακατανόητο “αυτογκόλ” της ελληνικής πλευράς.
Και δεν είναι το μόνο! Εδώ και καιρό αναμένεται η τροπολογία που θα εξαιρεί από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (24%) τα υλικά (απάρτια) που θα έρθουν από τις ΗΠΑ για το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16. Άρα όσο δεν έρχονται στην Ελλάδα να τεθούν στη διάθεση της ΕΑΒ, τόσο καθυστερεί το πρόγραμμα. Εάν μάλιστα δεν αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, το συνολικό κόστος του για τον αμυντικό προϋπολογισμό θα αυξηθεί (αφορά και το έργο που θα παραδώσουν οι ελληνικές εταιρίες – υποκατασκευαστές)! Ούτε αυτό αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται να αντιμετωπιστεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος;
Ταχύτητα προσαρμογής
Όσα περιγράφτηκαν παραπάνω είναι σε γενικές γραμμές η κατάσταση που αντιμετωπίζει ο τομέας της Εθνικής Άμυνας, στην “υποενότητα” που αφορά την αμυντική βιομηχανία. Σκοπίμως δεν έγινε αναφορά στις ανάγκες επανεξοπλισμού των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, καθότι υπάρχει η αντικειμενική οικονομική αδυναμία να γίνουν οι κινήσεις που θα έπρεπε να προωθηθούν. Κατά συνέπεια, είναι μια συζήτηση που θα έπρεπε να συμπεριλάβει τις προτεραιότητες της χώρας και όχι μόνο.
Πολλά θα κριθούν όμως από την ταχύτητα προσαρμογής της νέας ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας στη δυσμενή πραγματικότητα. Ο μηχανισμός πρέπει επιτέλους να αρχίσει αν αποδίδει. Οι διαδικασίες που υπάρχουν αποτελούν την “πυξίδα” που πρέπει να ακολουθηθεί, παράλληλα με την αξιοποίηση των αποδεδειγμένα άξιων και ικανών, μακριά από κομματικές παρωπίδες και αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Η “κινητικότητα” που υποστηρίζεται ότι υπάρχει, στερείται νοήματος εάν δεν ακολουθεί τις θεσπισμένες διαδικασίες, ασχέτως εάν είναι αποδεκτές και διατεταγμένες ακόμα και από το ίδιο το Επιτελείο του πρωθυπουργού. Οι επαφές αξιωματούχων με εταιρίες – προμηθευτές των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων χωρίς τήρηση των θεσπισμένων διαδικασιών, εκθέτουν την κυβέρνηση σε σοβαρούς κινδύνους, πολιτικούς και μη.
Οι πολιτικοί κίνδυνοι θα ήταν παντελώς αδιάφοροι, εάν δεν θα είχαν το απόλυτα προβλέψιμο αποτέλεσμα να μπλέξουν οι Ένοπλες Δυνάμεις και οτιδήποτε θετικό γι’ αυτές έχει δρομολογηθεί, στον σκόπελο του εσωτερικού πολιτικού παιγνίου, με αποτέλεσμα νέες απαράδεκτες καθυστερήσεις που θα βλάψουν το αξιόμαχο, άρα και την ουσία, την αξιοπιστία της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής. Η ανοχή μπορεί αν έχει εξαντληθεί. Δεν είναι όμως αργά. Αρκεί να “βγάλουν” αντίδραση…