Ο Κονδύλης και οι αδιέξοδες ψευδαισθήσεις του Ελληνισμού
07/05/2018Ο κλιμακούμενος «υβριδικός» πόλεμος της Τουρκίας στο Αιγαίο και την ΑΟΖ της Κύπρου έλαβε μορφή «χιονοστιβάδας» μετά την επίσκεψη του Ερντογάν, ο οποίος αμφισβήτησε ευθέως την συνθήκη της Λωζάννης (εμβολισμός του «Γαύδος», σύλληψη των δύο στρατιωτικών στον Έβρο, πειρατική επιδρομή στην ΑΟΖ της Κύπρου, αναρίθμητες παραβιάσεις στο Αιγαίο). Αυτή η εξέλιξη έχει πλέον αναδείξει την πλήρη κατάρρευση του ιδιότυπου καθεστώτος «ανοχής και ελέγχου» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που είχε παγιωθεί κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Η αναβάθμιση του τουρκικού κινδύνου και η εμφανιζόμενη προοπτική ακόμα και ενός πολέμου, που θα προέλθει από κάποιο εσκεμμένο ή ακούσιο θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, αφενός, και η δεδομένη απόφαση της Τουρκίας, να αποτρέψει με στρατιωτικά μέσα την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου στον χώρο της ΑΟΖ, αφετέρου, έχει αποδομήσει την, μέχρι τώρα, παγιωμένη αντίληψη και τακτική της Αθήνας. Αυτή ήταν ένα μείγμα κατευνασμού και «ραθυμίας» απέναντι στα μηνύματα, που εξέπεμπε πάντοτε το τουρκικό στρατιωτικό και πολιτικό κατεστημένο.
Έτσι, σήμερα βιώνουμε το οδυνηρό τέλος των ψευδαισθήσεων, με τις οποίες πορεύθηκε ο Ελληνισμός στη σύγχρονη περίοδο, οι κυριότερες εκ των οποίων είναι:
Πρώτη: Ότι η κατευναστική πολιτική για την εξημέρωση του τουρκικού «θηρίου», θα απέτρεπε τον κίνδυνο και θα προωθούσε την ειρήνευση των δύο χωρών, ενόψει μάλιστα και της προοπτικής εισόδου της Τουρκίας στην ΕΕ. Αντίθετα, η έως τώρα κατευναστική πολιτική είχε τα αντίθετα αποτέλεσμα, δηλαδή το σταδιακό άπλωμα των τουρκικών αξιώσεων στο Αιγαίο. Από την νομική διευθέτηση στο Διεθνές Δικαστήριο της υφαλοκρηπίδας, περάσαμε στις «γκρίζες ζώνες» του Αιγαίου, με την κρίση των Ιμίων το 1996 και καταλήξαμε σήμερα στις διακηρύξεις περί τουρκικών εδαφών στα Ίμια και σε απροσδιόριστο άλλο αριθμό βραχονησίδων και νησιών στο Αιγαίο.
Δεύτερη: Ότι η συμμετοχή της Ελλάδος, σε ευρύτερους διεθνείς οργανισμούς, κυρίως στην ΕΕ και δευτερευόντως στο ΝΑΤΟ, καθώς και η πλήρης πρόσδεση και η παροχή όλων των διευκολύνσεων, χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα, στις ΗΠΑ, θα δημιουργούσε μια ισχυρή αποτρεπτική ομπρέλα και θα θωράκιζε τα σύνορά μας. Αυτή η αντίληψη αποδείχθηκε «φενάκη», αφού η μεν ΕΕ απέχει παρασάγγας από μια Ένωση με κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική. Αντίθετα, σε αυτήν κυριαρχούν τα εθνικά συμφέροντα των ισχυρών κρατών, τα οποία σημειωτέον (Γερμανία) ιστορικά ήταν υπέρ της Τουρκίας.
Το, δε, ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, παρά τον αντιδυτικισμό, που εμφανίζει στον λόγο και στην πράξη το νεοοθωμανικό σύστημα Ερντογάν, συνεχίζουν τα «δώρα» προς αυτόν, και η προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδος θα ήταν ο τελευταίος λόγος για την διάρρηξη των σχέσεών τους με την Τουρκία. Άλλωστε, η Ιστορία είναι αμείλικτη και ο σπουδαίος Έλληνας ιστορικός Θουκυδίδης, έχει περιγράψει με απόλυτη καθαρότητα την τύχη αυτών, που αφρόνως θεωρούν ότι κάποιοι άλλοι θα τους προσφέρουν την σωτηρία απέναντι στους κινδύνους, όταν εμφανιστούν.
Τρίτη: Ότι η Χώρα μπορεί να συνεχίζει αμέριμνα την πορεία της, χωρίς παραγωγική βάση και με κυρίαρχο στοιχείο τον παρασιτικό καταναλωτισμό και την σταθερή γιγάντωση του αδηφάγου πελατειακού κράτους. Η Ελλάδα, όμως, έχει χρεοκοπήσει, αυξάνεται το δημόσιο χρέος σε δυσθεώρητα ύψη, χωρίς καμία αναπτυξιακή μέριμνα και πολιτική, η δε πλειονότητα των νοικοκυριών βρίσκεται «στα Τάρταρα», χωρίς, καν, την στοιχειώδη ευαισθησία για ομαλή λύση της «δαμόκλειας σπάθης» των «κόκκινων δανείων». Αυτή θα μπορούσε να προσεγγισθεί μέσω μιας ορθολογικής «σεισάχθειας», βάσει του εφαρμοσθέντος προτύπου της Ισλανδίας. Όταν, λοιπόν, ισχύουν όλα τα παραπάνω, η αμεριμνησία αποτελεί εθνική αυτοκτονία. Είναι προφανές, ότι χωρίς ριζική αλλαγή-ανατροπή αυτού του χρεοκοπημένου νεοελληνικού οικονομικού-πολιτικού παρασιτισμού, οι κίνδυνοι, που περιμένουν την χώρα είναι πολύ μεγάλοι.
Η “τρύπα” της Μεταπολίτευσης
Το κρίσιμο αυτό ζήτημα αποτελεί και την μεγάλη «τρύπα» της Μεταπολίτευσης, αλλά και της μνημονιακής περιόδου, συνιστά ύβρι διαχρονικά, του πολιτικού προσωπικού εξουσίας και της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας. Το περιέγραψε με μεγάλη ενάργεια από το 1998 ο μεγάλος φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης, λέγοντας προφητικά: «Αν ο Ελληνισμός θέλει να επιβιώσει ως διακεκριμένη ταυτότητα, το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει θα ήταν να παράγει όσα τρώει. Δεν εννοώ διόλου κάποια οικονομική αυτάρκεια με την παλιά έννοια, αλλά την απαλλαγή από την πολιτική και την πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισμού. Ένα βιώσιμο συλλογικό υποκείμενο οφείλει να ελέγξει τουλάχιστον τόσα, όσα εισάγει, σε έναν ανοικτότερο κόσμο. Ειδάλλως, είναι αναπόφευκτη η πτώση στα κατώτερα σκαλιά του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας, καταχρέωση και η πολιτικοστρατιωτική εξάρτηση. Τις τελευταίες δεκαετίες ο Ελληνισμός προχώρησε γρήγορα προς αυτή την κατεύθυνση. Η αναστροφή της απαιτεί γενναία παραγωγική προσπάθεια, προηγμένη τεχνογνωσία και ριζική θεσμική εξυγίανση, καθώς και ένα εκπαιδευτικό σύστημα εντελώς διαφορετικού επιπέδου … ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολιτικός πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη συμμετρικά και συναφή, όσο και αν φαινομενικά εκπροσωπούν δύο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους».
Αντί τα παραπάνω να αποτελέσουν τον πυρήνα των πολιτικών για την σωτηρία της χώρας, το πολλαπλώς αποτυχημένο πολιτικό σύστημα πορεύθηκε και πορεύεται σταθερά στην αντίθετη κατεύθυνση, ακόμα και σήμερα, που οι κίνδυνοι δεν αποτελούν θεωρίες και επισημάνσεις, αλλά βοούν και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Είναι, δε, τόσο μεγάλη η παρακμή του ιθύνοντος πολιτικο-οικονομικού προσωπικού, που μετά από οκτώ χρόνια «μνημονιακού οδοστρωτήρα», η βασική του υποχρέωση στο Έθνος για πρόταξη και εφαρμογή ενός εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, έχει τεθεί ως ένα από τα μνημονιακά προαπαιτούμενα για την τέταρτη αξιολόγηση!
Σε αυτή την περίοδο η Ελλάδα βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία, καθημαγμένη σε οικονομικό, κοινωνικό και θεσμικό επίπεδο, από την μνημονιακή κηδεμονία. Πρόκειται για βαθειά και επικίνδυνη παρακμή, αφού πάσχουν όλοι οι πυλώνες, που συγκροτούν την ισχύ και την ύπαρξη αυτού του κράτους. Μοναδική ελπίδα αποτελεί η συνειδητοποίηση από όλους, ότι η συνεχιζόμενη κάθοδος του Ελληνισμού, δεν έχει «πάτο», εάν δεν αντιδράσουμε δυναμικά ως Λαός απέναντι σε αυτή την πορεία παρακμής. Αυτό μπορεί να αποτελέσει και το πρώτο σημαντικό εφαλτήριο για τη δημιουργία αναχώματος ως απαραίτητης προϋπόθεσης για την δημιουργία ενός νέου πολιτικού υποκειμένου ανατροπής.