Όταν η Ελλάδα πέταξε στα σκουπίδια το δόγμα “ψυχραιμία” κι αντιστάθηκε

Ευρωπαϊκή πολιτική για το μεταναστευτικό, ή αλλιώς ό,τι θέλει η Τουρκία, Βαγγέλης Σαρακινός

Ήταν 1 Μαρτίου 2020, όταν ο πρωθυπουργός συγκάλεσε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας. Το περιεχόμενο της επίσημης ανακοίνωσης που εκδόθηκε έχει ξεχωριστή και διαχρονική αξία, επειδή ουσιαστικά συνιστά μία τομή σε σύγκριση με το παρελθόν, για την ακρίβεια σε σύγκριση με το κυρίαρχο δόγμα περί «ψυχραιμίας και νηφαλιότητας».

Αξίζει να θυμηθούμε δέκα μήνες μετά εκείνη την κυβερνητική δήλωση: «Τις τελευταίες μέρες, η Ελλάδα δέχεται αιφνίδια, μαζική, οργανωμένη και συντονισμένη πίεση από μετακινήσεις πληθυσμών στα ανατολικά, χερσαία και θαλάσσια, σύνορά της. Η μετακίνηση αυτή κατευθύνεται και ενθαρρύνεται από την Τουρκία… Τα συγκεντρωμένα άτομα επιχειρούν διά της βίας να εισέλθουν σε ελληνικό έδαφος, παρά το γεγονός ότι από την ελληνική πλευρά έχει καταστεί σαφές με κάθε τρόπο ότι δεν επιτρέπεται καμία απολύτως διέλευση».

»Λόγω του συντονισμένου και μαζικού χαρακτήρα της, η μετακίνηση αυτή δεν έχει καμία σχέση με το Διεθνές Δίκαιο του ασύλου που αφορά μόνο εξατομικευμένες περιπτώσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρούσα κατάσταση συνιστά ενεργή, σοβαρή, εξαιρετική και ασύμμετρη απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας».

H ανακοίνωση ήταν γραμμένη σε γλώσσα επιχειρησιακή, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι συντάχθηκε σε καθεστώς πρωτοφανούς πίεσης στα χερσαία σύνορά μας με την Τουρκία και ανάλογης πίεσης στο Πρωθυπουργικό Γραφείο. Εύχομαι το περιεχόμενο της δήλωσης να αποτελέσει εφεξής το βασικό πολιτικό-επιχειρησιακό κείμενο αναφοράς. Η δήλωση αυτή άφησε εκτός –πράγμα ασυνήθιστο στη σύγχρονη πολιτικοδιπλωματική ιστορία μας– τους κλασικούς και άνευρους προαναφερθέντες όρους περί ψυχραιμίας και νηφαλιότητας.

Χρήσιμοι κατά καιρούς αυτοί οι όροι, αλλά αναποτελεσματικοί ως μέσον αποτροπής, ανάσχεσης και απόκρουσης επιθετικών ενεργειών. Όταν ανούσια επί χρόνια διαρκώς επαναλαμβάνονται, ερμηνεύονται από την Τουρκία, και όχι μόνον, ως ένδειξη αδυναμίας και υποχωρητικότητας. Στη δήλωση περιλαμβάνονται, αντίθετα, διατυπώσεις όπως αυτή της «οργανωμένης, μαζικής, παράνομης απόπειρας παραβίασης των συνόρων» και της αποφασιστικότητας της κυβέρνησης «να κάνει ό,τι χρειαστεί για να φυλάξει τα σύνορά μας».

Δόγμα Εθνικής Ασφάλειας

Κάθε λέξη της –θα μπορούσα να ισχυρισθώ– αναδεικνύει στοιχεία ενός Δόγματος Εθνικής Ασφάλειας. Αντανακλά αποφασιστικότητα και σχέδιο. Αντιστοιχεί πλήρως με το βαρύ φορτίο –το καθήκον– που φέρουν στους ώμους τους εκείνοι που επιχειρούν στην πρώτη γραμμή, στον Έβρο και βέβαια στο Αιγαίο (αέρα και θάλασσα). Επίσης, η δήλωση συνιστά άμεση και ευθεία αμφισβήτηση της σοβαρότητας των ισχυρισμών, όσων συστηματικά προσπαθούν να μας πείσουν ότι η Τουρκία δεν συνιστά απειλή ή κίνδυνο για την Ελλάδα.

Αν μετρήσει κανείς τη χρονική απόσταση μεταξύ της δικής τους πρότασης πολιτικής και της εκδήλωσης της τουρκικής υβριδικής επίθεσης στον Έβρο και στο Αιγαίο, θα μπορούσε να καταλήξει στο αυστηρό αλλά δίκαιο συμπέρασμα ότι στερούνται ορθής γνώσης και αξιολόγησης των πραγμάτων. Όταν η μετριοπαθής κυβέρνηση Μητσοτάκη δήλωσε επίσημα αυτά που δήλωσε, όταν ακολούθησαν όσα ακολούθησαν με τις έρευνες του Oruc Reis στην Ανατολική Μεσόγειο, εκτιμώ ότι οφείλουν να αναθεωρήσουν τη στάση τους και τις δογματικές δημόσιες παρεμβάσεις τους.

Η κυβερνητική δήλωση της 1 Μαρτίου 2020 αποτελεί, όπως ανέφερα ήδη, μία σαφή διαφοροποίηση από το επί δεκαετίες ισχύον δόγμα περί “ψυχραιμίας και νηφαλιότητας”. Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι χαρακτηριζόταν από εκδήλωση υποχωρητικότητας. Συνήθως, όμως, διακρινόταν από διάθεση κατευνασμού. Επίσης, στο εσωτερικό, κατίσχυσε επί μακρόν η επιλογή της συστηματικής υποβάθμισης των καθημερινών τουρκικών αεροναυτικών επιχειρήσεων και εμπλοκών στο Αιγαίο. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί η αναβλητική τακτική της μη άσκησης των κυριαρχικών και επιτρεπομένων από το Διεθνές Δίκαιο δικαιωμάτων μας;

Για παράδειγμα, πόσες φορές έχουμε ακούσει την διά τυμπανοκρουσιών διακηρυγμένη, αλλά ουδέποτε υλοποιημένη, θέση «θα επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια όπως δικαιούμαστε βάσει του Διεθνούς Δικαίου, αλλά όταν εμείς το αποφασίσουμε»; Αποτέλεσε για μία 30ετία την επιτομή της εθνικής θέσης και εγρήγορσης για διπλωμάτες, πολιτικούς και δημοσιογράφους.

Στρατιωτική ισχύ

Τον Ιούνιο του 1995, η τουρκική Εθνοσυνέλευση ομόφωνα μάς κήρυξε το casus belli. Στο απορρέον από το Διεθνές Δίκαιο δικαίωμα της Ελλάδος για επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια –χρήση του οποίου έχει κάνει και η Τουρκία άλλωστε– αντιπαρατίθεται η απειλή πολέμου. Η απειλή αυτή απέτρεψε επί 25 χρόνια την εφαρμογή και την ισχύ του Δικαίου από την Ελλάδα.

Το ίδιο άβολο συμπέρασμα συνάγεται και από την απόσταση μεταξύ προγραμματικών κομματικών λόγων και κυβερνητικών έργων για ανακήρυξη και οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ, ή ακόμη για ανακήρυξη χωρίς οριοθέτηση. Αποδυναμώνεις μάλλον τη θέση σου όταν επικαλείσαι ένα δικαίωμα, το οποίο δεν είσαι διατεθειμένος να κατοχυρώσεις, κατ’ εφαρμογήν του δόγματος περί “νηφαλιότητας και ψυχραιμίας”. Ας επαναλαμβάνουμε τη δόκιμη διατύπωση “νηφάλια αποφασιστικότητα” που είχε χρησιμοποιηθεί από τον Ανδρέα Παπανδρέου κατά την ελληνοτουρκική κρίση του Μαρτίου 1987.

Διαχρονικά είναι αποδεκτό ότι ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγεις μία πολεμική σύγκρουση είναι να ετοιμάζεσαι συστηματικά, κυρίως όμως αποφασιστικά, γι’ αυτήν. Η σύγχρονη ιστορία (1974 και εντεύθεν) δείχνει ότι η διπλωματία έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας, όταν συνοδεύεται από υπολογίσιμη στρατιωτική ισχύ. Εφόσον, δηλαδή, έχουμε ισχυρή άμυνα. Η επίδειξη αποφασιστικότητας και ετοιμότητας για προβολή και της στρατιωτικής ισχύος –όταν χρειασθεί– ενισχύουν την αποτρεπτική ομπρέλα ασφάλειας, ταυτόχρονα ασφαλώς με τη μεγαλύτερη δυνατή αξιοποίηση της διπλωματίας.

Ένοπλες δυνάμεις

Στις τρεις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις κρίσεων με την Τουρκία –στο κατώφλι της στρατιωτικής σύγκρουσης– οι πολιτικοδιπλωματικές κινήσεις της Ελλάδος συνοδεύτηκαν πάντοτε από ταυτόχρονη και πειστική κινητοποίηση των ενόπλων μας δυνάμεων. Δηλαδή, το 1976, το 1987 και το 1996 (Ίμια). Κι αυτό, ανεξαρτήτως των διαφορών ύφους των κυβερνητών μας (Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ανδρέας Παπανδρέου, Κώστας Σημίτης) και ερωτηματικών για ειδικότερους χειρισμούς μας.

Ειδικότερα, στην περίπτωση των Ιμίων στέκομαι στην κριτική ότι η διαδικασία λήψης κρίσιμων αποφάσεων ανέδειξε θεσμικές αδυναμίες διαχείρισης μίας προαναγγελθείσας κρίσης. Κυρίως, όμως, μας άφησε την πικρή γεύση της αντιπαράθεσης-ασυμφωνίας χαρακτήρα, κυρίως όμως εκτιμήσεων, αν προτιμάτε, μεταξύ της πολιτικής και της στρατιωτικής στο ανώτατο επίπεδο. Κάθε πλευρά διατηρεί μέχρι σήμερα τη θέση της και επιμένει στη δική της ερμηνεία των γεγονότων.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι