Πέμπτη φάλαγγα για την Κυπριακή Δημοκρατία οι βρετανικές βάσεις
28/07/2021Οι βρετανικές βάσεις στο Ακρωτήριο και στη Δεκέλεια της Κύπρου περιλαμβάνουν στρατιωτικές εγκαταστάσεις, που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, εκτός των άλλων, και ως σταθμός υποκλοπής σημάτων. Στην ουσία αποτελούν ζωτικό τμήμα του δικτύου συλλογής πληροφοριών και παρακολούθησης του Ηνωμένου Βασιλείου στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Το Ακρωτήρι και η Δεκέλεια καλύπτουν το 3% της Κύπρου, 254 km2 στο Ακρωτήρι και 131 km2 στη Δεκέλεια. Το 60% της γης ανήκει σε Κύπριους πολίτες. Το άλλο 40% ελέγχεται από το βρετανικό Υπουργείο Άμυνας. Τον Ιανουάριο 2014, υπογράφηκε συμφωνία της κυπριακής με τη βρετανική κυβέρνηση, που διασφαλίζει ότι οι κάτοικοι και οι ιδιοκτήτες ακινήτων στις βρετανικές βάσεις θα απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα για την ανάπτυξη της ιδιοκτησίας τους.
Εκτός από το Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια, η Συνθήκη ίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας προέβλεπε τη χρήση από το βρετανικό Υπουργείο Άμυνας ορισμένων εγκαταστάσεων, που είναι γνωστές ως “διατηρητέες τοποθεσίες”. Αυτές μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν ραντάρ επί του όρους Τρόοδος και κάποιες εγκαταστάσεις ύδρευσης και στέγασης προσωπικού. Υπάρχουν επίσης τρεις “διατηρητέες τοποθεσίες” στα κατεχόμενα, οι οποίες έχουν εγκαταλειφθεί λόγω μη αναγνώρισης του ψευδοκράτους.
Ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα που σχετίζεται με τις στρατιωτικές βάσεις, ιδίως εκείνες των μετα-αποικιακών δυνάμεων σε πρώην αποικίες, είναι αν έρχονται σε αντίθεση με την αρχή του αυτοπροσδιορισμού. Ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι οι στρατιωτικές βάσεις αποτελούν την ανώτατη μορφή κρατικής κυριαρχίας που πρέπει να γίνεται σεβαστή με κάθε τρόπο. Άρα, κατά αυτή την ερμηνεία, η παρουσία ξένων βάσεων σ’ ένα κράτος, χωρίς την ανανεωμένη έγκρισή του, υπονομεύει την κυριαρχία αυτού του κράτους. Επίσης, η βάση στη Δεκέλεια διαιρεί την ελεύθερη Κύπρο σε δύο μη-επικοινωνούντα μεταξύ τους τμήματα, δυσχεραίνοντας την άμυνα του ανατολικού τμήματος (νότια της Αμμοχώστου). Αυτό από μόνο του αποτελεί οξύτατο στρατιωτικό πρόβλημα.
Εκτρωματικό καθεστώς
Άλλοι υποστηρίζουν ότι εάν ένα κράτος έχει αποκτήσει το δικαίωμα να τοποθετήσει τις δυνάμεις του εντός άλλου κράτους (με τη συγκατάθεση του κράτους υποδοχής) το κράτος αυτό έχει αποκλειστική δικαιοδοσία επί των δικών του δυνάμεων, αλλά δεν έχει κυριαρχία σε κανένα μέρος του κράτους υποδοχής. Αυτό που κάνει τις βάσεις στην Κύπρο μοναδικές είναι ότι θεωρούνται βρετανικά κυρίαρχα εδάφη που βρίσκονται στο έδαφος μιας άλλης κυρίαρχης χώρας. Το μόνο άλλο χερσαίο σημείο του πλανήτη με συγκρίσιμο καθεστώς είναι η αμερικανική βάση στο Γκουαντάναμο της Κούβας.
Ο πρώην Βρετανός διπλωμάτης Γουίλιαμ Μάλινσον, είχε αναφέρει το 2017, ότι η συνεχιζόμενη στρατηγική αξία της Κύπρου πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του δυτικού φόβου για τη Ρωσία. Οι φόβοι της σοβιετικής επιρροής στην Κύπρο ήταν αυτοί που ώθησαν την Βρετανία να δημιουργήσει το εκτρωματικό καθεστώς των “κυρίαρχων βάσεων”. Στην πραγματικότητα η στρατηγική σημασία της Μεγαλονήσου μπορεί να είχε σχέση με την ανάσχεση του κομμουνισμού κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αλλά παίζει πιο σφαιρικό ρόλο στο γεωστρατηγικό πλαίσιο της Ανατολικής Μεσογείου και βέβαια δεν έχει να κάνει μόνο με την υποκλοπή σημάτων. Οι υποκλοπές σημάτων, πάντως, δεν αφορούν μόνο τρίτα κράτη. Αφορούν και την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα, υπονομεύοντας την άμυνα της Μεγαλονήσου.
Πολλοί έχουν γράψει για την χρήση των βρετανικών εγκαταστάσεων από τις ΗΠΑ, αλλά δεν υπάρχουν δημοσιοποιημένα επίσημα στοιχεία περί αυτού. Θα πρέπει όμως να θεωρείται δεδομένη η ανάμειξη αμερικανικών υπηρεσιών (όπως της NSA). Όταν η Βρετανία το 1974 σκεφτόταν να κλείσει τις βάσεις για εξοικονόμηση πόρων αλλά και λόγω των αυξανόμενων απαιτήσεων για στρατεύματα στη Βόρεια Ιρλανδία, οι ΗΠΑ είχαν αντιταχθεί. Έχοντας χάσει την πρόσβαση σε βάσεις υποκλοπής σημάτων στην Τουρκία, ήθελαν να διατηρήσουν τις βρετανικές δυνατότητες υποκλοπών από την Κύπρο. Έτσι, συμφώνησαν να συνεισφέρουν οικονομικά.
Από τότε, αυξήθηκε η χρήση των βρετανικών βάσεων από τους Αμερικναούς. Παράδειγμα, όπως οι κατασκοπευτικές πτήσεις των Lockheed U-2 πάνω από τη Συρία, αν και οι πτήσεις γινόντουσαν γενικά νύχτα για να μην κεντριστεί η τοπική περιέργεια”. Τον Ιανουάριο 2010, η Βρετανία επανεξέτασε το κλείσιμο των βάσεων, αλλά και πάλι αποφάσισε να τις διατηρήσει. Οι βάσεις στην Κύπρο δίνουν την δυνατότητα να αποτελέσουν εφαλτήριο για διάφορα είδη στρατιωτικών επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή. Η εγγύτητα προς την Συρία και τις εκεί ρωσικές βάσεις είναι λόγος για την Βρετανία να θέλει να τις διατηρήσει.
Εφαλτήριο για επιχειρήσεις
Στο παρελθόν η Βρετανία είχε χρησιμοποιήσει τις βάσεις για μεταστάθμευση αεροπορικών δυνάμεων για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Παλαιότερα φιλοξενήθηκαν εκεί βαρέα βομβαρδιστικά ικανά να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα, ενώ πρόσφατα οι βάσεις χρησιμοποιήθηκαν στον πόλεμο εναντίον του ISIS σε Ιράκ και Συρία. Οι βρετανικές βάσεις μπορούν να φιλοξενήσουν αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού, τα οποία επεκτείνουν τη δράση αεροπορικών δυνάμεων οι οποίες εδρεύουν στη Βρετανία, ή σε άλλες περιοχές της Ευρώπης. Τέτοιες χρήσεις ενέχουν την πιθανότητα ανταποδοτικών, ή ακόμη και προληπτικών, πληγμάτων. Σε μια τέτοια περίπτωση η Κυπριακή Δημοκρατία θα υφίστατο τιμωρία για μία υπόθεση, για την οποία δεν θα είχε ευθύνη.
Περιττό να αναφερθεί ότι οι βρετανικές βάσεις, σαν κυρίαρχο έδαφος, δεν αποδίδουν κάποιο οικονομικό όφελος στην Κυπριακή Δημοκρατία, όπως συμβαίνει με την παραχώρηση βάσεων σε ξένα κράτη. Στην Κύπρο, λοιπόν, υπάρχει ένα προβληματικό κατάλοιπο της αποικιοκρατίας. Μέχρι το 1965, οι Βρετανοί κατέβαλαν ένα συνολικό τίμημα 12 εκατ. στερλινών, το οποίο ανέστειλαν μετά τα γεγονότα εκείνης της χρονιάς.
Η κυπριακή πολιτική ηγεσία παραμένει χλιαρή απέναντι στο ζήτημα της απομάκρυνσης των βρετανικών βάσεων, θεωρώντας ότι πρώτα πρέπει να επιλυθεί το Κυπριακό και μετά να γίνει η όποια τέτοια συζήτηση. Η πολιτική αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί για δύο λόγους:
- Πρώτον το Κυπριακό δεν έχει επιλυθεί εδώ και μισό αιώνα και δεν διαφαίνεται τέτοια προοπτική.
- Δεύτερον η ανακάλυψη υδρογονανθράκων νότια της Κύπρου, ώθησε τους Βρετανούς να εξετάζουν αν οι βάσεις τους δικαιούνται ΑΟΖ, όπως προέβλεπε το απορριφθέν Σχέδιο Ανάν. Προς το παρόν, οι Βρετανοί υποστηρίζουν ότι οι βάσεις διαθέτουν χωρικά ύδατα τριών ναυτικών μιλίων, που μπορούν να επεκταθούν στα δώδεκα.
Σε κάθε περίπτωση, οι βρετανικές βάσεις και ευρύτερα τα βρετανικά συμφέροντα στην Κύπρο, όπως και στο παρελθόν, αντιμάχονται τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όπως αποδείχθηκε το 1974 δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά στην τουρκική εισβολή. Καιρός, λοιπόν, είναι η Κυπριακή Δημοκρατία να απαλλαγεί από τα κατάλοιπα της αποικιοκρατίας. Αυτό αφορά και το καθεστώς των εγγυήσεων και τις βάσεις. Ας σημειωθεί ότι προβλέπεται σαφώς πως εάν οι Βρετανοί αποχωρήσουν από εκεί, το έδαφος θα αποδοθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία.