Ποιες είναι οι τουρκικές βάσεις στο εξωτερικό – Πόσο απειλούν την Ελλάδα
25/05/2020Όταν ανέλαβε το 2001 την εξουσία ο Ερντογάν, η Τουρκία διέθετε 10 πρεσβείες στην Αφρική. Σήμερα έχει 42. Τα τελευταία 17 χρόνια οι εμπορικές συναλλαγές Αφρικής-Τουρκίας έχουν αυξηθεί κατά 381%. Ο δε τουρκικός στρατός έχει αυξήσει θεαματικά τη συμμετοχή του σε επιχειρήσεις στο εξωτερικό, ενώ πραγματοποιεί και επεμβάσεις στο εξωτερικό.
Η Τουρκία διατηρεί το στρατιωτικό της αποτύπωμα σε εννέα κράτη στο εξωτερικό, ενώ –σύμφωνα με το Global Fire Power– διαθέτει τον 11ο ισχυρότερο στρατό ανάμεσα σε 138 κράτη παγκοσμίως. Οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί, αλλά η προσπάθεια διατήρησής τους μάλλον καθησυχαστική για την Αθήνα. Ας δούμε, λοιπόν, το στρατιωτικό περίγραμμα της Τουρκίας.
Ανεξαρτήτως των εξελίξεων στη βόρεια Συρία, η Τουρκία –όπως έχει σημειώσει ο Ρουμάνος στρατηγός ε.α. των μυστικών υπηρεσιών Corneliu Pivariu– έχει δημιουργήσει στρατιωτικές βάσεις στο εξωτερικό «εκμεταλλευόμενη επιδέξια τις περιφερειακές πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις». Εκτός της Λιβύης, είναι πολύ σημαντική η βάση Tariq Ibn Ziyad στο Κατάρ, η οποία ολοκληρώθηκε το 2019. Στο δε Ιράκ, η Τουρκία διαθέτει περίπου 20 μικρές στρατιωτικές βάσεις κυρίως για συλλογή πληροφοριών, ενώ στη βόρεια Συρία έχει δημιουργήσει έξι βάσεις με άγνωστο αριθμό στρατευμάτων.
Στην εξοπλιστική της διπλωματία η Τουρκία –σύμφωνα το SIPRI– έχει εκτοξεύσει μεν τις εξαγωγές οπλικών συστημάτων, αν και η αξία τους δεν είναι τόσο εντυπωσιακή όσο διατυμπανίζεται. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι από τρία εκατ. δολάρια που ήταν το 1995 ανήλθε στα 364 εκατ. δολάρια το 2018. Γίνεται, συνεπώς, κατανοητό ότι οι Τούρκοι αναπτύσσουν θεαματικά την αμυντική τους βιομηχανία, καλύπτοντας τόσο δικές τους ανάγκες, όσο και άλλων.
Σε πολιτικό-διπλωματικό επίπεδο, ο άξονας Τουρκία-Ιράν-Κατάρ-Μαλαισία καθιστά την Τουρκία επίφοβη στη Μέση Ανατολή, ενώ στην Αφρική, οι τοπικοί ηγέτες δίνουν όλο και περισσότερα κλειδιά στην Άγκυρα. Σε οικονομικό επίπεδο, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών Τουρκίας-Αφρικής κυμαίνεται μεταξύ 21,5 και 26 δισ. δολάρια ενώ η Άγκυρα φιλοδοξεί να το φτάσει στα 50 δισ. δολάρια. Οι δε τουρκικές επενδύσεις στην Αφρική ξεπερνούν ήδη τα 6,2 δισ. δολάρια.
Μπορεί αυτοί οι αριθμοί να είναι σαφώς μικρότεροι από χώρες, όπως η Γαλλία και η Κίνα, αλλά μαρτυράνε μια ασυγκράτητη δυναμική. Αντίθετα, οι ελληνικές εμπορικές δραστηριότητες μετά βίας φαίνονται, καθώς οι εξαγωγές της Ελλάδας στην Αφρική αγγίζουν τα 80 εκατ. ευρώ ετησίως! Η Ελλάδα, λοιπόν, έχει να αντιμετωπίσει την κύκλωση από μια επεκτατική δύναμη που μεγεθύνεται στρατιωτικά, διπλωματικά και οικονομικά, παρά τη μεγάλη πτώση της τουρκικής λίρας.
Η συμβουλή του συνταγματάρχη
Συνεπώς, υπάρχει μια αναλογία της σημερινής κατάστασης με τα προεόρτια του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940. Τότε, ο ικανότατος επιτελικός συνταγματάρχης Δημήτρης Μαχάς, προσπαθώντας να καθησυχάσει –σύμφωνα με τα λεγόμενά του– τον φοβισμένο Ιωάννη Μεταξά, λόγω της καταθλιπτικής ιταλικής υπεροχής, του είχε πει: «Όταν μιλάμε για ελληνοϊταλικό πόλεμο στα Βαλκάνια μιλάμε για πόλεμο μεταξύ εν του Αλβανία ιταλικού εκστρατευτικού Σώματος και ολόκληρου του Ελληνικού Στρατού. Η Ιταλία έχει και άλλα μέτωπα…».
Προφανώς, οι στρατιωτικές αποστολές της Τουρκίας στο εξωτερικό δεν μπορούν να ταυτίζονται με το πλήθος των στρατευμάτων που διατηρούσε η Ιταλία εκτός συνόρων τη δεκαετία του 1930. Εφόσον η Τουρκία, δεν έχει στείλει εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες στο εξωτερικό, σημαίνει ότι διαθέτει πολύ “λίπος” προς διάθεση εντός των συνόρων. Ωστόσο, η παρομοίωση διατηρεί τα ωφέλιμα χαρακτηριστικά της, καθώς τα στρατιωτικά ανοίγματα της Τουρκίας συνοδεύονται από οικονομικές-πολιτικές διακυβεύσεις και δεσμεύσεις.
Σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης, η Άγκυρα θα είναι υποχρεωμένη να διατηρήσει την εμπλοκή της σε Συρία, Λιβύη, την ώρα που ενδεχομένως θα αντιμετωπίσει τον όγκο του ελληνικού στόλου, της ισχυρής ελληνικής αεροπορίας και του επίσης ισχυρού ελληνικού πυροβολικού. Οι πολιτικές εξόδου δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, ειδικά αν έχεις αναλάβει να οικοδομήσεις στρατιωτικές δομές σε μια μακρινή περιοχή (π.χ. Σομαλία), ή να διατηρήσεις εδάφη έναντι αποφασισμένου αντιπάλου (Συρία).
Οι προτεραιότητες της Τουρκίας
Παρακολουθώντας την ατζέντα και τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας τα τελευταία 30 χρόνια, θα δει κανείς κάτι το ενδιαφέρον. Από τις 168 αποφάσεις αυτού του οργάνου, ούτε σε 10 δεν περιλαμβάνεται η Ελλάδα! Ειδικά την τελευταία δεκαετία 2011-2020, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται χαμηλά σε προτεραιότητα, καθώς οι Τούρκοι ασχολούνται περισσότερο με Ιράκ, Συρία, Λιβύη και Κύπρο (λόγω ΑΟΖ). Ενδεικτικά, μετά το 2005, όπως έγραφε η Τουρκάλα δημοσιογράφος Asli Aydintasbas, η Ελλάδα είχε βρεθεί στον «πάτο της λίστας με τα κράτη που η Τουρκία θεωρούσε απειλητικά». Αυτό, όμως, δεν κατέστησε την Τουρκία λιγότερο διεκδικητική έναντι της Ελλάδας.
Το στρατιωτικό προσωπικό της Τουρκίας δεν αγγίζει πλέον παλαιότερους αριθμούς. Ενώ το 1999 ξεπερνούσε τους 841.000, το 2017 έπεσε στους 512.000, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών. Είναι προφανές ότι το στελεχικό δυναμικό της Τουρκίας έχει μειωθεί σημαντικά και ειδικά μετά τις εκκαθαρίσεις του 2016 η κατάσταση έχει γίνει πιο δύσκολη. Το 45% των ανώτατων αξιωματικών έχουν εκδιωχθεί από το στράτευμα.
Η Τουρκία μπορεί να έχει αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες της από 1,8% το 2015 σε πάνω από 2,5% το 2018 (ίδια επίπεδα με Ελλάδα), αλλά η συνολική εικόνα είναι διαφορετική. Την εποχή της κρίσης στα Ίμια, οι αμυντικές δαπάνες απορροφούσαν περίπου το 4,5% του τουρκικού ΑΕΠ. Προφανώς, η Τουρκία ζορίζεται και λόγω της οικονομικής κρίσης, γεγονός που με ορθολογικούς όρους θα έπρεπε να την αποτρέπει από το να προβεί σε κάποιον στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό στο ελληνοτουρκικό μέτωπο.