Πόκερ για δυνατούς παίκτες στην κυπριακή ΑΟΖ
08/04/2018Γράφει ο Άγγελος Συρίγος –
Η προ καιρού ενέργεια της Άγκυρας να εμποδίσει το γεωτρύπανο της ΕΝΙ να πραγματοποιήσει την προγραμματισμένη γεώτρηση στο θαλάσσιο οικόπεδο 3 της κυπριακής ΑΟΖ είναι η πρώτη προσπάθεια μετά το 1974 για επέκταση της τουρκικής ζώνης ελέγχου στην Κύπρο με χρήση βίαιων μέσων. Κεντρικός στόχος του Ερντογάν είναι να ακυρώσει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και να την υποχρεώσει σε μία συμφωνία για μοίρασμα των υδρογονανθράκων.
Η τουρκική ηγεσία έχει συνείδηση πως εάν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις και βρεθούν μεγάλα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, θα δημιουργηθεί μια εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας της Ευρώπης, η οποία σήμερα εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο. Μία τέτοια εξέλιξη θα διαφοροποιήσει ποιοτικά τον ευνοϊκό για την Άγκυρα συσχετισμό δυνάμεων, που διαμόρφωσε η εισβολή του 1974 και από τότε η κατοχή. Άλλωστε, ο Ερντογάν δεν είχε να φοβηθεί τίποτα. Και η Ιταλία και η μακρινή Κορέα δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιπαρατεθούν με την αποφασισμένη Τουρκία για να προστατεύσουν τα συμφέροντα των πετρελαϊκών εταιρειών τους (ENI και KOGAS).
Ο Ερντογάν θεωρεί δικαιολογημένα πως το πρώτο βήμα έγινε. Και μάλιστα με επιτυχία αν κρίνει κανείς από τις περιορισμένες διεθνείς αντιδράσεις. Το πρόβλημά του είναι πως δεν μπορεί να επαναλάβει την ίδια επιθετική πρακτική για να ματαιώσει την προγραμματισμένη για το φθινόπωρο γεώτρηση της ExxonMobil. Αν και η Ουάσιγκτον δεν θέλει να έλθει σε ρήξη με την Άγκυρα, δεν έχει άλλη επιλογή από το να σταθεί πίσω από τον αμερικανικό κολοσσό. Όχι μόνο για οικονομικούς, αλλά και για γεωπολιτικούς λόγους.
Αν και η Γαλλία δεν είναι ΗΠΑ, το ίδιο πρόβλημα έχει ο Ερντογάν και με την Total, η οποία έχει κι αυτή δικαιώματα εκμετάλλευσης σε θαλάσσια οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ. Οι Γάλλοι, άλλωστε, έσπευσαν να στείλουν και εμπράκτως το μήνυμα πως θα προστατεύσουν την πετρελαϊκή εταιρεία τους.
Συμφωνία μοιράσματος
Τι απομένει, λοιπόν, στον Ερντογάν, ο οποίος επιδιώκει να ελέγξει την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ; Αυτό που του απομένει είναι να χρησιμοποιήσει το κλίμα που δημιούργησε με τη χρήση των πολεμικών πλοίων για να επιτύχει ανταλλάγματα στο πολιτικό-διπλωματικό επίπεδο. Γι’ αυτό έχει ήδη αρχίσει κινείται σ’ αυτό το επίπεδο.
Το μήνυμα που στέλνει διεθνώς είναι ότι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πρέπει να διαπραγματευθούν όχι λύση του Κυπριακού, αλλά συμφωνία μοιράσματος του ενεργειακού πλούτου. Με άλλα λόγια, προσφέρει στους μεγάλους διεθνείς παίκτες τη δυνατότητα να υπεκφύγουν, συστήνοντας αυτοσυγκράτηση, συνομιλίες και τα παρόμοια.
Η ελληνική διπλωματία έχει και σχετική εμπειρία. Όταν το 1976 η Τουρκία έστειλε το ερευνητικό σκάφος “Σισμίκ-Ι” για έρευνες σε περιοχές της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου που με βάση την αρχή της μέσης γραμμής ανήκουν στην Ελλάδα, η τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο, αλλά η προσφυγή απέβη άκαρπη για τυπικούς λόγους.
Προσέφυγε, όμως, και στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο υιοθέτησε το ψήφισμα 395/1976. Τέτοια ψηφίσματα αποκαλούνται σκωπτικά στους διπλωματικούς διαδρόμους «μη μαλώνεις, συζήτησε» («don’t fight, talk» resolutions). Το Συμβούλιο απέφυγε επιμελώς να ασχοληθεί με την ουσία της υποθέσεως. Δεν καταδίκασε ευθέως τις τουρκικές ενέργειες και αντιμετώπισε επί ίσοις όροις τις δύο χώρες. Ελλάδα και Τουρκία εκλήθησαν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, να επαναλάβουν τις απευθείας διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση των διαφορών τους και να εξετάσουν την πιθανότητα προσφυγής σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα.
Τουρκική γεώτρηση
Εκείνο το μάθημα δείχνει τι δεν πρέπει να πράξει η Κυπριακή Δημοκρατία. Ειδικά όταν έχει καταφέρει να εμπλέξει επιχειρηματικούς κολοσσούς, όπως είναι η ExxonMobil, η Total ακόμα και η ENI. Εάν η Λευκωσία αρνηθεί κατηγορηματικά τις πιέσεις που θα της ασκηθούν και από τη Δύση για συμφωνία μοιράσματος, οι ΗΠΑ και η Γαλλία δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να προστατεύσουν τα συμφέροντα των εταιρειών τους. Θα το πράξουν και για οικονομικούς και για γεωπολιτικούς λόγους. Αυτό, άλλωστε, είναι και το απολύτως συμβατό με την περιφερειακή ασφάλεια που απειλείται από το γεγονός ότι η Τουρκία αμφισβητεί όλες τις θαλάσσιες οριοθετήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αυτό που θα απομείνει στον Ερντογάν είναι να πραγματοποιήσει γεώτρηση με το τουρκικό γεωτρύπανο που απέκτησε σε κάποια σημεία κυπριακής ΑΟΖ (τμήματα των θαλασσίων οικοπέδων 3, 1, 2, 8, 9, 12 και 13), για τα οποία ισχυρίζεται ότι ανήκουν στους Τουρκοκυπρίους. Ας σημειωθεί ότι το ψευδοκράτος έχει εκχωρήσει από τις 22 Σεπτεμβρίου 2011 τα δικαιώματα έρευνας και εκμεταλλεύσεως στην τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου ΤΡΑΟ.
Προφανώς, ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Γαλλία θα επιχειρήσουν να εμποδίσουν μία τουρκική γεώτρηση εντός της κυπριακής ΑΟΖ, εκτός εάν αυτή επιχειρήσει να οικειοποιηθεί κοίτασμα που ανήκει σε δική τους εταιρεία. Ούτε και η Ελλάδα έχει ειδικά αυτή την περίοδο τις δυνατότητες να προβάλει την αναγκαία αεροναυτική ισχύ. Κατά συνέπεια, η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία δεν διαθέτει τα στρατιωτικά μέσα για να εμποδίσει μία τέτοια αυθαίρετη ενέργεια της Άγκυρας, θα κινηθεί μόνο στο πολιτικό-διπλωματικό επίπεδο. Προφανώς, δεν θα κερδίσει πολλά, αλλά τουλάχιστον ο κορμός του ενεργειακού προγράμματός της, αν όχι ολόκληρο, θα προχωρήσει.