Πως η Αγία Σοφία θα επηρεάσει το σκηνικό για ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση-πακέτο
13/07/2020Η προαναγγελία διαλόγου Ελλάδας-Τουρκίας, μέσω του ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ, δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς τo είχαμε αποκαλύψει από τον περασμένο Μάρτιο. Προκαλεί, μάλιστα, μεγάλη εντύπωση η επιτηδευμένη ασάφεια επί του πλαισίου και της θεματολογίας των συζητήσεων. Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι την απόφαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, η οποία εκ των πραγμάτων επιβάρυνε πολύ το κλίμα.
Τον Μάιο είχαμε γράψει: «Ο κ. Μπορέλ έχει υπερβεί την εντολή διαπραγμάτευσης μόνο τεχνικών θεμάτων με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μ. Τσαβούσογλου και δρα πλήρως αυτονομημένος ως προς όλα τα εκκρεμή θέματα. Τα ισχυρά μέλη της ΕΕ –με την εξαίρεση της Γαλλίας– εγκρίνουν την τακτική του, καλώντας ανεπίσημα την Αθήνα να επιδείξει ρεαλισμό».
Σε αυτό το κλίμα, αν και η δημοσιογραφική ερώτηση που του υπεβλήθη προ ημερών στην Άγκυρα αφορούσε απλώς την Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016 για το Μεταναστευτικό και τη χρηματοδότηση των αναγκών των Σύρων προσφύγων, ο Ζοζέπ Μπορέλ είχε σπεύσει να διευρύνει την ατζέντα σε διάλογο εφ’ όλης της ύλης και με ταυτόχρονες (έμμεσα συνδεόμενες) συνομιλίες για την Κύπρο και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Εν έτει 2020 ο Ζοζέπ Μπορέλ επαναφέρει το “συνολικό πακέτο” διαπραγμάτευσης για Αιγαίο και Κυπριακό, το οποίο οι ελληνικές κυβερνήσεις απορρίπτουν από το 1974. Οι δε ΗΠΑ έχουν κρίνει, από το 1996, ως αντιρεαλιστικό. «Oh, it’s too heavy» («ω, είναι πολύ βαρύ») έλεγε χαρακτηριστικά ο διευθυντής Νοτίου Ευρώπης και αργότερα συντονιστής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για το Κυπριακό Κάρεϊ Κάβανο.
Σύμφωνα με πληροφορίες εγκυρότατων πηγών στις Βρυξέλλες, οι δηλώσεις Μπορέλ ευθυγραμμίζονται με την προτεραιότητα της γερμανικής προεδρίας στην ΕΕ για πάση θυσία συνεργασία με την Άγκυρα, κυρίως, στο Μεταναστευτικό. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ απορρίπτει τις επισημάνσεις ακόμα και του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν για την τουρκική επιθετικότητα, όπως και τις προτάσεις επιβολής κυρώσεων στην Άγκυρα για την παραβίαση του εμπάργκο στη Λιβύη και δευτερευόντως για τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ.
Οι ίδιες πηγές στις Βρυξέλλες προσθέτουν ότι το επόμενο βήμα θα είναι η Κομισιόν και το Βερολίνο να απαιτήσουν από την Αθήνα να συναινέσει σε απλές παραλλαγές της Κοινής Δήλωσης του 2016 αντί του ελληνικού όρου, που είχε διατυπωθεί στις μέρες της κρίσης στον Έβρο, ότι απαιτείται η αντικατάσταση ή η ευρεία αναθεώρηση εκείνης της συμφωνίας.
Η εντύπωση που είχε πριν την απόφαση για την Αγία Σοφία δώσει η κυβέρνηση στην ΕΕ είναι ότι συμφωνούσε στην αποδέσμευση του μεγαλύτερου μέρους των κονδυλίων για τους Σύριους πρόσφυγες στην Τουρκία. Επίσης, θα συζητηθούν το ύψος και ο χρόνος αποδέσμευσης των υπόλοιπων κονδυλίων, η διαχείρισή τους (ή μη) από την Άγκυρα, όπως εκβιαστικά ζητούν οι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Μεβλούτ Τσαβούσογλου, καθώς και οι απαιτήσεις τους για την απελευθέρωση της βίζας για Τούρκους που ταξιδεύουν προς την ΕΕ.
Πως έχει η ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση
Πέραν αυτών, δημιουργούνται ερωτήματα ως προς το τι και πώς θα συζητηθεί στον διευρυμένο ελληνοτουρκικό διάλογο, εάν αυτός τελικώς δρομολογηθεί. Γιατί η κατάσταση, σύμφωνα με Έλληνες και ξένους διπλωμάτες, είχε πριν το ζήτημα της Αγίας Σοφίας διαμορφωθεί ως εξής:
• Πρώτον, οι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Μεβλούτ Τσαβούσογλου έχουν δεχτεί μεν γερμανικές παραινέσεις για επανεξέταση της σκοπιμότητας του τουρκολιβυκού μνημονίου, αλλά δεν υποχωρούν. Με την εξαίρεση προφανώς του βομβαρδισμού της τουρκικής βάσης στη Λιβύη (που κατέστρεψε τα συστήματα Hawk, τα οποία μεταφέρθηκαν τον Μάρτιο παρά την παρέμβαση της γαλλικής φρεγάτας “Provence”), ο πρόεδρος Ερντογάν εμφανίζεται απόλυτα ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα της πολιτικής του. Η εντύπωση που επικρατεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι ότι η Τουρκία πήγε στη Λιβύη “για να μείνει” και όχι για περιστασιακούς λόγους.
• Δεύτερον, οι ΗΠΑ, εν όψει και των προεδρικών εκλογών, μειώνουν ξεκάθαρα την εμπλοκή τους στη Λιβύη. Κύριος σκοπός τους είναι η αποτροπή ελέγχου της χώρας από τη Μόσχα και εγκατάστασης ρωσικών βάσεων, μετατρέποντας τη Λιβύη σε δεύτερη Συρία. Η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει τις παρενέργειες της ένοπλης παρουσίας της Τουρκίας στη Λιβύη, αλλά θα την ανεχτεί ως μοναδικό πρακτικό αντίβαρο στη Ρωσία. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται πως η Τουρκία δεν συγκινείται από τις προειδοποιήσεις να μην παραβιάσει τις κόκκινες γραμμές της Ελλάδας, και συστήνουν διάλογο στην Αθήνα για να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Όσο περνά ο καιρός, αποδεικνύεται ότι κίνητρο –ίσως το σημαντικότερο– της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας στη Λιβύη είναι η εφαρμογή του μνημονίου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αν και είχε πολλές πληροφορίες πριν από την υπογραφή του τον Νοέμβριο του 2019, δεν κατάφερε να το αποτρέψει. Έκτοτε, αν και κινείται πολύ σωστά με τις πρωτοβουλίες του υπουργού Εξωτερικών, δεν κατάφερε να το ανατρέψει. Και όσο περνά ο καιρός, με την Τουρκία να διαθέτει το πρόσθετο πλεονέκτημα των στρατιωτικών δυνάμεών της στη Λιβύη, όπως στην Κύπρο, το μνημόνιο ίσως αποδειχθεί αδύνατο να αναιρεθεί.