Πως μπορείς να θέσεις τους Τούρκους επιχειρησιακά εκτός Αιγαίου
04/02/2023Η πυραυλική αρχιτεκτονική τεράστιων δυνατοτήτων, που αναπτύσσουν οι αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις θα μπορούσε να έχει μόνο θεωρητικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα σε ό,τι αφορά στο ελληνοτουρκικό μέτωπο, εάν η φιλοσοφία αυτής της αρχιτεκτονικής, όπως και ορισμένες πτυχές της, δεν ήταν σαν να έχουν φτιαχτεί για το περιβάλλον του Αιγαίου. Ειδικότερα για να θέσει τους Τούρκους επιχειρησιακά εκτός Αιγαίου, εάν βεβαίως, η Ελλάδα αξιοποιήσει τη δυνατότητα.
Για όσους, λοιπόν, θέτουν στον πυρήνα της ελληνικής στρατηγικής την ενίσχυση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, προκύπτει μια πρωτοφανής ευκαιρία για ελληνοαμερικανική συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα. Η συνεργασία αυτή μπορεί να ξεκινήσει από το θεμελιώδες επίπεδο της στρατιωτικής επιστήμης, όσον αφορά τη μελέτη και τις δυνατότητες εφαρμογής στην Ελλάδα των νέων δογμάτων του Αμερικανικού Στρατού, όπως είναι η Πολυχωρική Μάχη και τα Διαχωρικά Πυρά.
Εν συνεχεία, μπορεί να εξεταστεί, στο πλαίσιο των ανανεωμένων ελληνοαμερικανικών σχέσεων, πως σχετικά συστήματα κρούσης και οι περιφερειακές τους αρχιτεκτονικές συλλογής πληροφοριών, έρευνας, αναγνώρισης, επιτήρησης και πρόσκτησης στόχων (ISTAR), μπορούν να δημιουργήσουν ένα συμπαγές θαλασσοχερσαίο φράγμα στο Αιγαίο και να διαχωρίσουν απόλυτα και ολοκληρωτικά τη Μαύρη Θάλασσα από την Ανατολική Μεσόγειο, εγκλωβίζοντας τη Ρωσία.
Οι ικανότητες αυτές είναι συνεργατικές με τα αεροσκάφη Rafale που θα αποκτά η ελληνική Πολεμική Αεροπορία. Συγκεκριμένα, χάρη στα πολύ ισχυρά ραντάρ και τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και σύντηξης δεδομένων που διαθέτουν τα αεροσκάφη αυτά, μπορούν να αποτελέσουν τα αυτιά, τα μάτια και το συντονιστικό όργανο των χερσαία εδραζόμενων πυραυλικών αρχιτεκτονικών.
Οι πύραυλοι PrSM
Τα πέμπτης γενιάς μαχητικά, λόγω του τεράστιου κόστους απόκτησης και συντήρησης, εκ των πραγμάτων θα είναι λίγα στο ελληνικό οπλοστάσιο σε σχέση με τα παλαιότερης γενιάς. Αυτό σημαίνει και δυσκολία αναπλήρωσής τους σε περίπτωση απώλειας. Ως εκ τούτου δεν είναι σκόπιμο να λειτουργήσουν ως αυτόνομα μέσα, διεξάγοντας τον δικό τους πόλεμο. Πρέπει να ενοποιηθούν σε διακλαδικές και υπερκλαδικές αρχιτεκτονικές προβολής ισχύος που θα επιτυγχάνουν πολλαπλασιαστικά και όχι απλώς αθροιστικά αποτελέσματα. Άλλωστε, το περιβάλλον του Αιγαίου αποτελεί μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα μάχης και απαιτεί παρόμοιες προσεγγίσεις, ειδικά στο σημερινό τεχνολογικό-επιχειρησιακό περιβάλλον.
Οι πύραυλοι PrSM χάρη στο τεράστιο βεληνεκές τους για τα δεδομένα του ελληνοτουρκικού χώρου αντιπαράθεσης και την ικανότητα αυτοκατεύθυνσης στην τερματική φάση προσβολής, μπορούν να αποτελέσουν ένα είδους μεταπυρηνικού υπερόπλου (post nuclear super weapon) για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Κι αυτό, επειδή μπορούν να προσβάλλουν από αποστάσεις ασφαλείας τις μονάδες επιφανείας του τουρκικού Ναυτικού, τις συστοιχίες S-400 και άλλους στόχους κρίσιμης σημασίας.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να υπογραμμίσουμε ότι πρόκειται για ένα φθηνό όπλο, σε σχέση με τις πανάκριβες πλατφόρμες που αγοράζουμε, των οποίων θα αποτελέσει προέκταση. Ο πύραυλος PrSM θα μπορούσε να πλαισιωθεί από επαυξημένων ικανοτήτων ATACMS, με ικανότητες προσβολής κινούμενων πλοίων επιφανείας σε απόσταση 300 χλμ.
Αυτή θα ήταν πιο οικονομική λύση για το μεγαλύτερο μέρος του φάσματος των αποστολών που θα κληθούν να αναλάβουν αυτά τα δίκτυα, αφήνοντας στους αριθμητικά λιγότερους πυραύλους PrSM τις αποστολές προσβολής στόχων σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Οι βελτιωμένοι ATACMS θα μπορούσαν να αποτελέσουν και ένα είδος ενδιάμεσης λύσης, δεδομένου ότι ο PrSM βρίσκεται σήμερα υπό ανάπτυξη. Αναμένεται να αρχίσει να εντάσσεται στο αμερικανικό οπλοστάσιο το 2023 και συνακόλουθα θα διατίθεται για άλλες χώρες μάλλον μετά το 2025.
Δύο ερωτήματα
Εδώ προκύπτει αβίαστα το ερώτημα αν οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να δώσουν στην Ελλάδα αυτούς τους πυραύλους και άλλα σχετικά όπλα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες η απάντηση θα ήταν “ναι”. Ο PrSM είναι ο διάδοχος του ATACMS και τοποθετείται στον πολλαπλό εκτοξευτή ρουκετών M 270 MLRS. Και τα δύο συστήματα υπάρχουν στο ελληνικό οπλοστάσιο.
Άρα, αν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν επιδεινωθούν δραματικά, τότε λογικά δεν υπάρχει πρόβλημα ούτε για τον PrSM και πολύ λιγότερο για τους βελτιωμένους ATACMS. Πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που υποτίθεται ότι η ελληνοαμερικανική στρατηγική συνεργασία έχει ενισχυθεί, ενώ και οι σχέσεις Δύσης-Ρωσίας έχουν επιδεινωθεί και το όπλο αυτό θα συνεισφέρει καθοριστικά ώστε να αποκόψει στρατιωτικά τη Ρωσία από την Ανατολική Μεσόγειο.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα περιμέναμε πως οι ΗΠΑ μάλλον θα ήθελαν η Ελλάδα να εξοπλιστεί και με τον μεσαίο πύραυλο του δικτύου (βεληνεκές 2000 χλμ) γιατί αυτό θα εξυπηρετούσε τα στρατηγικά τους συμφέροντα. Για παράδειγμα, παρόμοιοι πύραυλοι στη Σούδα θα επέτρεπαν στην Ελλάδα, δηλαδή στο ΝΑΤΟ, την αποφασιστική προβολή ισχύος σε ολόκληρη τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, καθιστώντας απαγορευτική τη δράση οποιασδήποτε μη φιλικής προς τη Δύση θαλάσσιας δύναμης στην περιοχή.
Είναι φυσιολογικές οι συνθήκες;
Οι συνθήκες, όμως, είναι φυσιολογικές; Αυτά που πιστεύουμε για την ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων πράγματι ισχύουν; Υπό μια έννοια, ο πύραυλος PrSM μπορεί να αποτελέσει ένα κρίσιμο τεστ για το πώς ακριβώς αντιμετωπίζουν τη χώρα μας οι ΗΠΑ. Αν όντως βλέπουν την Ελλάδα ως πολύτιμο σύμμαχο τότε όχι απλώς θα συναινούσαν, αλλά θα μας συνιστούσαν να αποκτήσουμε αυτά τα όπλα για να μας “δέσουν” έτι περαιτέρω στη δυτική αρχιτεκτονική.
Αν, όμως, αρνηθούν να μας προσφέρουν αυτά τα όπλα και άλλα κρίσιμων ικανοτήτων, τότε αυτό σημαίνει ότι ζούμε σε αυταπάτες. Για την ακρίβεια, σημαίνει ότι η αμερικανική στρατηγική θεωρεί σημαντικότερο να μην ενοχλήσει την Τουρκία, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι είναι διατεθειμένη να “θυσιάσει” την Ελλάδα για να κρατήσει την Τουρκία στο δυτικό στρατόπεδο. Εάν συμβεί αυτό, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να πάρει τις δικές της αποφάσεις;
Υπάρχει, όμως, και ένα δεύτερο ερώτημα: Θέλει η Αθήνα να ζητήσει τα όπλα αυτά από την Ουάσιγκτον; Γιατί, ακόμη αν και οι Αμερικανοί είναι διατεθειμένοι να μας τα πουλήσουν, πρέπει πρώτα να υποβληθεί το σχετικό ελληνικό αίτημα. Προκύπτει, λοιπόν, το ίδιο ερώτημα που έχει προκύψει και για το σύστημα αεράμυνας Aegis, που έχει αναφέρει ο υπογράφων σε παλαιότερο άρθρο.
Θέλει το σύστημα εξουσίας στην Ελλάδα να αναβαθμίσει αποφασιστικά τις ελληνικές μαχητικές ικανότητες και να ενισχύσει και τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στο δυτικό στρατόπεδο; Ή πρωταρχική του έννοια είναι μην θίξει τις “ανασφάλειες” της Τουρκίας; Πιθανώς πιεζόμενο και από άλλα δυτικά κέντρα εκτός ΗΠΑ, όπως η Γερμανία, τα οποία έχουν επενδύσει στην ενίσχυση των σχέσεων τους με την Τουρκία και την παράλληλη υποβάθμιση αν όχι πλήρη αποδόμηση της ελληνικής γεωπολιτικής υπόστασης. Αυτά τα δύο απλά ερωτήματα δεν θα πρέπει κάποια στιγμή να απαντηθούν;