Πως ο Ερντογάν υπονόμευσε το αντιτουρκικό μέτωπο
04/10/2020Η εμφανής εμπλοκή της Τουρκίας και στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ μεταξύ της φίλης Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, δορυφόρου της Άγκυρας, δεν προκαλεί καμία έκπληξη. Απεναντίας επιβεβαιώνει τη στρατηγική του νεο-οθωμανικού μιλιταρισμού, που λειτουργεί ως μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου, της Μέσης Ανατολής, της Ανατολικής Μεσογείου, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής.
Επιβεβαιώνει ακόμα, την αυταρχική και φασιστική φύση του πολιτικό-στρατιωτικού καθεστώτος της Άγκυρας, που ενώ έχει προηγηθεί μια από τις μεγαλύτερες γενοκτονίες παγκοσμίως κατά του αρμενικού λαού, χωρίς αιδώ πολεμά βρώμικα ξανά κατά της Αρμενίας. Ανεξαρτήτως, του εάν στο τέλος η υπερέκταση αυτή της Τουρκίας θα είναι επωφελής για αυτήν, αφού κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με απόλυτο τρόπο την κατάληξη της διαμόρφωσης του σημερινού ρευστού παγκόσμιου συστήματος, η τουρκική αυτή στρατηγική περικλείει μέγιστους κινδύνους για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η τακτική τουρκική αναδίπλωση εν σχέσει με την πρόσφατη έξαρση της επιθετικότητας κατά της Ελλάδος, με την συνεχή παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας από το Oruc Reis, προκειμένου να υποβοηθήσει τη Γερμανία και τους δορυφόρους της ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κορυφής για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων, δεν μπορεί από μόνη της και σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ως ενθαρρυντική εξέλιξη. Στον αντίποδα, κρύβει παγίδες.
Αποδυνάμωση του αντιτουρκικού άξονα
Η ασθμαίνουσα από την Ελλάδα αποδοχή της γερμανικής πρωτοβουλίας για έναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου με μόνη προϋπόθεση την απόσυρση του Οruc Reis, ενώ συνεχίζονται σε καθημερινή βάση οι τουρκικές προσβολές και οι απειλές, τίποτα θετικό δεν προοιωνίζει για την χώρα μας. Αντίθετα, η Τουρκία με την προσωρινή αυτή αναδίπλωση αφενός απέφυγε τις ευρωπαϊκές οικονομικές κυρώσεις, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην εύθραυστη οικονομία της και αφετέρου αποδυνάμωσε το αντιτουρκικό μέτωπο.
Το αντιτουρκικό μέτωπο που φάνηκε να δημιουργείται εναντίον της, εξαιτίας της προκλητικής της επιθετικότητας και της αμφισβήτησης των πάντων στην περιοχή, χωρίς μάλιστα να σταματήσει κατ’ ελάχιστον τον “Αττίλα ΙΙΙ”, τον “βιασμό” της κυπριακής ΑΟΖ. Η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι μέσω αυτής της προσωρινής αποκλιμάκωσης απέφυγε το θερμό επεισόδιο ή ακόμα και την πολεμική σύγκρουση, έχασε μία μοναδική ευκαιρία να προχωρήσει, μέσω σοβαρών διπλωματικών πρωτοβουλιών, στην σφυρηλάτηση ενός αντιτουρκικού μετώπου.
Ενός αντιτουρκικού μετώπου που θα περιλαμβάνει, τόσο στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής (Γαλλία, Κύπρος, Αίγυπτος, Ισραήλ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), όσο και εντός της ΕΕ, αφού για πρώτη φορά η τουρκική επιθετικότητα και η εργαλειοποίηση του προσφυγικού, έχουν δημιουργήσει ρήγματα στις κεντρικές και βόρειες χώρες (Αυστρία).
Το σύνδρομο του κατευνασμού
Το μόνο κέρδος για την χώρα από τον επιβληθέντα ελληνοτουρκικό διάλογο είναι ότι κερδίζει χρόνο για να βελτιώσει τα αμυντικά της κενά, που προήλθαν από τον καταστρεπτικό και σε αυτόν τον τομέα μνημονιακό οδοστρωτήρα. Και αυτό όμως παραμένει ζητούμενο καθόσον αυτό που κυριαρχεί στο ελληνικό προσωπικό εξουσίας και στην ιθύνουσα παρασιτική οικονομική ολιγαρχία είναι το σύνδρομο του κατευνασμού και της έλλειψης μίας μακρόχρονης εθνικής στρατηγικής, που θα ενίσχυε και θα ενδυνάμωνε την γεωπολιτική ισχύ της χώρας μας.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσα από γενναίες ευρύτερες πρωτοβουλίες συμμαχιών. Συμμαχιών με βάση τα κοινά συμφέροντα στην σημερινή ρευστή παγκόσμια περίοδο και την εμβάθυνση της ισότιμης αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία, που είχε σηματοδοτηθεί κατά την προηγούμενη περίοδο και δημιούργησε πανικό, όχι μόνο στην Άγκυρα, αλλά και σε άλλους, εξ’ ου και οι υπόγειες αμερικανικές και γερμανικές πιέσεις για την ακύρωση της.
Η Αμερική, που μέχρι σήμερα λόγω των ψοφοδεούς των πολιτικών ηγεσιών παίρνει μόνο από την Ελλάδα χωρίς ουσιαστική προσφορά, δεν πρόκειται ποτέ να σταθεί απέναντι στην Τουρκία χάριν της Ελλάδος, καθόσον στον ευρύτερο πλανητικό σχεδιασμό της, η Τουρκία κατέχει σημαντική γεωπολιτική σημασία. Η δε Γερμανία, πέραν των σημαντικών οικονομικών και εμπορικών συμφερόντων με τη μεγάλη τουρκική αγορά (40 δισ. το χρόνο περίπου) και τα ειδικά εσωτερικά προβλήματα από την μεγάλη τουρκική κοινότητα σε αυτήν, είναι γνωστό ότι αποτελεί διαχρονικό σύμμαχο και προστάτη της Τουρκίας, καθ’ όλη την σύγχρονη ιστορική διαδρομή (Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος).
Αποκαλυπτική η στάση της Γερμανίας
Η χθεσινή στάση της Γερμανίας και των δορυφόρων της στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου συζητούταν οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας και η επιβολή κυρώσεων σε βάρος της, στο οποίο επιχείρησε, όχι μόνο να αποφύγει την επιβολή κυρώσεων αλλά και να βγάζει στον “αφρό” τον τουρκικό επεκτατισμό έναντι δύο κρατών της ΕΕ (Ελλάδας και Κύπρου), διέλυσε κάθε φύλλο συκής περί ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και ακύρωσε πλήρως τον υπονομευμένο από την αρχή ρόλο της, ως αντικειμενικού επιδιαιτητή στην ελληνοτουρκική κρίση.
Έτσι, με δεδομένο ότι οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες δεν πρόκειται να αποφέρουν κάτι θετικό για την Ελλάδα, αφού η τουρκική βουλιμία δεν μπορεί να κορεστεί με λύσεις βάσει του Διεθνούς Δικαίου, καθώς οι στόχοι της είναι πολύ ευρύτεροι σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας (γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, αποστρατιωτικοποίηση νησιών, τουρκική μειονότητα στη Θράκη, θαλάσσιες εκτάσεις βάσει τουρκολιβυκού μνημονίου) είναι βέβαιο ότι η νεοοθωμανική επιθετικότητα θα επιστρέψει πολύ σύντομα στο προσκήνιο.
Ως εκ τούτου, το ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό εξουσίας οφείλει να υπερβεί τον εαυτό του και να δει πιο πέρα από τη σκιά του. 200 χρόνια από την απελευθέρωση της χώρας, δημιουργούνται όλες οι προϋποθέσεις να επέλθει καθεστώς φινλανδοποίησης έναντι του τουρκικού θηρίου, το οποίο όπως έχει αποδείξει η ιστορία εκτρέφεται από τον κατευνασμό. “Ηρεμεί” μόνο όταν απέναντι του υπάρχει μία ισχυρή αποτρεπτική δύναμη που μπορεί να το πλήξει, όπως έστω και υποδορίως αποτυπώθηκε από μικρά, αλλά κρίσιμα περιστατικά, το καλοκαίρι στο Αιγαίο από τις ένοπλες δυνάμεις μας.