Πως θα μας σερβίρουν τις “Πρέσπες του Αιγαίου”
06/06/2023Τα σημάδια ότι δρομολογείται –με τις ευλογίες και την παρασκηνιακή μεσολάβηση των Αμερικανών– μία εφ’ όλης της ύλης ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση είναι πολλά για να τα παρακάμψουμε. Σε άρθρο πριν λίγες ημέρες αναφέρθηκα αναλυτικά στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, υπογραμμίζοντας την ευρύτερη διπλωματική μεθόδευση Τούρκων, Αμερικανών και Γερμανών.
Για να “καταπιεί” ο ελληνικός λαός θα προσφέρουν μία “ελκυστική” συσκευασία με δύο σκέλη: Πρώτον την υπογραφή ενός Συμφώνου μη Επίθεσης και δεύτερον την παραπομπή στη Χάγη. Αμφότερα θα τα παρουσιάσουν σαν το τέλος της 50χρονης ελληνοτουρκικής διένεξης. Θα μας βομβαρδίσουν με ισχυρισμούς ότι η Ελλάδα θα απαλλαγεί από τον βραχνά του ψυχρού πολέμου με την Τουρκία, ο οποίος απορροφά πόρους, προκαλεί ανασφάλεια και εκτρέπει αναπτυξιακές πρωτοβουλίες.
Ποιος δεν θα ήθελε, άραγε, να αλλάξουν ριζικά σελίδα οι σχέσεις μας με την Άγκυρα; Είναι, όμως, έτσι, όπως θα μας τα παρουσιάσουν με την αμέριστη συνδρομή των συστημικών ΜΜΕ; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα πρέπει να σταθούμε στο αντίτιμο που θα κληθούμε να πληρώσουμε για να καταστεί δυνατή και η υπογραφή ενός τέτοιου Συμφώνου και η παραπομπή στη Χάγη. Και για το αντίτιμο, βεβαίως, κανείς δεν μιλάει. Όχι μόνο τώρα που διανύουμε ακόμα προεκλογική περίοδο, αλλά και μετεκλογικά όταν –σύμφωνα με τον συμφωνημένο προγραμματισμό– θα δρομολογηθεί η διμερής διαπραγμάτευση.
Όπως προανέφερα, η διαπραγμάτευση θα είναι εφ’ όλης της ύλης, αλλά αρθρωτή. Αυτό σημαίνει πως θα μπουν όλα τα ζητήματα στο τραπέζι και θα γίνει προσπάθεια να βρεθούν ρυθμίσεις για όλα, αλλά δεν είναι υποχρεωτικό να καταλήξουν σε πακέτο. Θα το προσπαθήσουν, αλλά θα έχουν την ευελιξία να δημιουργήσουν δυναμική “επίλυσης προβλημάτων” με επιμέρους συμφωνίες. Είναι ενδεικτική παλαιότερη δήλωση του Τσαβούσογλου: «Είναι χρήσιμο να τα συζητήσουμε αυτά ως πακέτο, όχι να επιλέξουμε ένα θέμα». Αναφερόμενος δε στην αποστρατιωτικοποίηση είχε προσθέσει: «Θα συνεχίσουμε να το διατηρούμε στην επικαιρότητα της διεθνούς κοινότητας. Ένας από τους σκοπούς των συνομιλιών είναι η επίλυση αυτού του προβλήματος».
Το “τυράκι” της παραπομπής στην Χάγη
Όπως έχω αναφέρει και στο προηγούμενο άρθρο μου, όλα τα “διπλωματικά υλικά” που από το καλοκαίρι θα επιστρατευθούν είναι παλιά, με την έννοια ότι τα έχουν χρησιμοποιήσει και στο παρελθόν, αλλά χωρίς επιτυχία. Αυτό αφορά και στο Σύμφωνο μη Επίθεσης και σε φόρμουλες για “χωρικά ύδατα πολλαπλού εύρους” και “μερική αποστρατιωτικοποίηση”. Σπεύδω να ξεκαθαρίσω ότι η Άγκυρα δεν έχει κάνει βήμα πίσω από την πάγια θέση της σε ό,τι αφορά στο Διεθνές Δικαστήριο.
Υποστηρίζει πως πρέπει πρώτα να προηγηθεί μία διμερής εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση, δηλαδή διαπραγμάτευση επί όλων των μονομερών επεκτατικών διεκδικήσεων της Τουρκίας. Εάν αυτή δεν αποδώσει καρπούς, ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις οι “διαφορές” να παραπεμφθούν στη Χάγη. Φροντίζουν, μάλιστα, να στείλουν το μήνυμα πως θα παραπεμφθούν στη Χάγη τα πάντα, όχι μόνο η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.
Στην πραγματικότητα, προσφέρουν το “τυράκι” της παραπομπής στη Χάγη για να ρυμουλκήσουν την Αθήνα στο τραπέζι της διμερούς διαπραγμάτευσης κι όλα δείχνουν πως το έχουν καταφέρει. Για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο απαιτείται συνυποσχετικό, επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει την δικαιοδοσία του, όπως έχει κάνει η Ελλάδα, με εξαίρεση τα θέματα κυριαρχίας και άμυνας. Όπως έχουν αποδείξει οι κατά καιρούς ελληνοτουρκικές συνομιλίες, το εμπόδιο ήταν και παραμένει οι όροι που έθετε και θέτει η Άγκυρα για να υπογράψει συνυποσχετικό:
Πρώτον, απαιτεί να παραπεμφθούν στη Χάγη όχι μόνο η νομική διαφορά για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, αλλά το σύνολο των τουρκικών μονομερών επεκτατικών διεκδικήσεων. Χρησιμοποιεί, μάλιστα, τον όρο “παρεμπίπτοντα ζητήματα”, εννοώντας την αποστρατιωτικοποίηση και τις “γκρίζες ζώνες”. Με άλλα λόγια, ζητάει να θέσουμε στην κρίση ξένων δικαστών πρώτον το εάν θα μετατραπούν σε ομήρους της Τουρκίας τα ελληνικά νησιά και δεύτερον το εάν βραχονησίδες, αλλά και κατοικημένα νησιά (Οινούσσες, Φούρνοι, Αγαθονήσι και πολλά άλλα) θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια, ή θα παραδοθούν στην Τουρκία, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι δικά της!
Δεύτερον, απαιτεί το συνυποσχετικό να υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο τον τρόπο που θα οριοθετήσει ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα. Για την ακρίβεια –όπως αποδεικνύεται από τα πρακτικά των διερευνητικών επαφών επί Σημίτη– οι δύο πλευρές διαπραγματεύονταν όχι τη μέθοδο, αλλά και τον χάρτη της οριοθέτησης με σκοπό να ζητήσουν από το Διεθνές Δικαστήριο να βάλει απλώς τη σφραγίδα του. Ας σημειωθεί ότι το Δικαστήριο δεν έχει πρόβλημα εάν οι δύο πλευρές συμφωνούν. Όπως επίσης προκύπτει από τα ίδια πρακτικά, η Άγκυρα ζητάει από την Αθήνα να συνυπογράψει ένα συνυποσχετικό, με το οποίο ουσιαστικά να αποδεχθεί πως θα παρακαμφθούν τα δικαιώματα, τα οποία παρέχει το διεθνές δίκαιο στην Ελλάδα!
Η αναφορά σε “οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών”
Η Αθήνα αναγνωρίζει παγίως ως μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, γιατί μόνο αυτή δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου, ή από τις υφιστάμενες συνθήκες. Αυτό δεν σημαίνει πως αρνείται την ύπαρξη των άλλων προβλημάτων στο Αιγαίο. Θεωρεί, όμως, ότι πρόκειται για πολιτικής φύσεως προβλήματα, με την έννοια ότι έχουν προκύψει από τις μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Γι’ αυτό και επί δεκαετίες η επίσημη ελληνική θέση ήταν ότι στο Διεθνές Δικαστήριο πρέπει να παραπεμφθεί μόνο το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.
Ο Μητσοτάκης, όμως, μιλάει για «οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών». Όπως θα δείτε στη συνέχεια δεν πρόκειται για αθώα γλωσσική παραδρομή. Οι θαλάσσιες ζώνες, εκτός από την υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ περιλαμβάνουν και τα χωρικά ύδατα. Υπενθυμίζουμε ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια είναι –σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο– δικαίωμα που ασκείται μονομερώς από κάθε παράκτιο κράτος. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα, υποκύπτοντας στο τουρκικό casus belli, είχε αποδεχθεί επί Σημίτη– όπως προκύπτει από τα πρακτικά– το μονομερές δικαίωμά της να μετατραπεί σε αντικείμενο διμερούς διαπραγμάτευσης. Για την ακρίβεια, διαπραγματευόταν χωρικά ύδατα διαφορετικού εύρους από περιοχή σε περιοχή.
Η φόρμουλα έχει επανέλθει τώρα στο τραπέζι. Οι Τούρκοι φέρονται διατεθειμένοι να μας επιτρέψουν(!) να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια στα νότια της Κρήτης και στο δυτικό Αιγαίο, αλλά όχι στο ανατολικό και βόρειο και στο νότιο. Εκεί θα παραμείνουν τα έξι μίλια ή στις απομακρυσμένες από τα μικρασιατικά παράλια περιοχές ίσως επεκταθούν στα 7-8 μίλια. Επίσης, θα καθιερωθούν και δίαυλοι “ελεύθερης διέλευσης” για τα τουρκικά πλοία και μέσα από ελληνικά χωρικά ύδατα. Εάν αυτό δεν είναι προσαρμογή στις θέσεις της Άγκυρας τί είναι;
Το φοβικό σύνδρομο ως όπλο
Προϋπόθεση για όλα αυτά, όμως, είναι να αποδεχθεί η Ελλάδα την υπογραφή συνυποσχετικού τουρκικών προδιαγραφών, όπως το περιέγραψα παραπάνω. Το Διεθνές Δικαστήριο είναι μεν δικαιοδοτικό όργανο, αλλά έχει αποδειχθεί ότι στις αποφάσεις του εμφιλοχωρεί και το πολιτικό κριτήριο. Ειδικά εάν το συνυποσχετικό αφήνει περιθώρια, όπως επιδιώκει η Άγκυρα.
Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ότι στην κρίση του Δικαστηρίου θα τεθούν αποκλειστικά και μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Κανένα τουρκικό. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα κι αν η απόφαση είναι 99% υπέρ μας, η Ελλάδα θα χάσει και η Τουρκία θα κερδίσει. Κι όμως, υπάρχουν σήμερα στην Αθήνα “ειδήμονες” που ελαφρά τη καρδία(;) προτείνουν –ή αφήνουν δια παραλείψεως να εννοηθεί– ότι πρέπει να παραπέμψουμε όλες ή σχεδόν όλες τις μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις στη Χάγη.
Αν και η Άγκυρα μετά τους σεισμούς απέφυγε κραυγαλέες επιθετικές κινήσεις, φρόντισε όμως να επαναδιατυπώνει τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της. Ο λόγος που το κάνει είναι ότι θέλει να καταστήσει σαφές ότι δεν κάνει ούτε βήμα πίσω. Η Άγκυρα δεν κρύβει τις επιδιώξεις της. Μας τις λέει ξεκάθαρα σε κάθε ευκαιρία: Γι’ αυτό και έχει θέσει ως όρο να συμπεριληφθούν στην ατζέντα και να αποτελέσουν αντικείμενο διμερούς διαπραγμάτευσης το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων, η αποστρατιωτικοποίηση και οι “γκρίζες ζώνες”.
Ουσιαστικά, οι Τούρκοι επιδιώκουν να ακρωτηριάσουν την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, χρησιμοποιώντας ως όπλο το φοβικό σύνδρομο της Αθήνας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ερντογάν έχει ζητήσει δημοσίως και επανειλημμένως την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Η Ιστορία διδάσκει, αλλά πρέπει και το ελληνικό πολιτικό σύστημα να θέλει να διδαχθεί.