Πως το νεοοθωμανικό αφήγημα έφτασε να απειλεί ευθέως την Ελλάδα
15/06/2020Διακόσια σχεδόν χρόνια από την εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821 και 100 περίπου χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρή απειλή από το επιθετικό νεοοθωμανικό καθεστώς. Το εύρος της νεοοθωμανικής στρατηγικής φιλοτεχνήθηκε από το 2002 από τον πρώην πρωθυπουργό Νταβούτογλου με το βιβλίο του “Το στρατηγικό βάθος”, με βασική της συνιστώσα την επιδίωξη αποκατάστασης της Τουρκίας στο ρόλο που έπαιζε η παλιά Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τα μεγαλεπήβολα αυτά σχέδια αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που είχαν διατυπωθεί και παλαιότερα από τον Τούρκο πρόεδρο Οζάλ, συνδέθηκαν με την άνοδο του ισλαμικού κόμματος στην εξουσία και την κυριαρχία Ερντογάν. Στηρίχθηκαν στην οικονομική μεγέθυνση, που υπήρξε αυτά τα χρόνια, αλλά και στην έντονη πολιτιστική διείσδυση στις ευρύτερες περιοχές (Βαλκάνια, Κεντρική Ασία και αραβικές χώρες).
Πίσω όμως από την καθησυχαστική αναφορά περί «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες, η στρατηγική τους ήταν η έντονη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και κυρίως το χτίσιμο ισχυρού στόλου. Επιστέγασμα αυτής της στόχευσης ήταν η δημοσιοποίηση του δόγματος περί “Γαλάζιας Πατρίδας”, μέσω του οποίου υπερέβησαν καταλυτικά τις διαχρονικές στοχεύσεις του κεμαλικού καθεστώτος σε βάρος της Ελλάδας.
Πλέον, το νεοοθωμανικό καθεστώς, προβάλλοντας το αβάσιμο, με βάση το διεθνές δίκαιο, επιχείρημα ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, διεκδικεί το μισό Αιγαίο και χιλιάδες ναυτικά μίλια θαλάσσης της Ανατολικής Μεσογείου που ανήκουν στην ελληνική ΑΟΖ, εξαφανίζοντας στην κυριολεξία τις νόμιμες θαλάσσιες εκτάσεις-ΑΟΖ των ελληνικών νησιών (Κρήτη, Ρόδος, Κάρπαθος, Καστελόριζο κ.λπ.).
Το αρχικό νεοοθωμανικό αφήγημα
Πρόκειται για τη μετεξέλιξη του αρχικού νεοοθωμανικού δόγματος Νταβούτογλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δηλώσεις του, όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών, αρχικά περιορίζονταν στο επιχείρημα ότι το Καστελλόριζο, λόγω της θέσεώς του, δεν είναι νησί του Αιγαίου, αλλά της Μεσογείου και άρα δεν είχε επήρεια στον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.
Αυτό πλέον έχει μετατραπεί στη σημερινή πειρατική τουρκική πολιτική, όπως αυτή συνάγεται από τους παράνομους χάρτες της “Γαλάζιας Πατρίδας” και του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, που επιδεικνύει τακτικά ο Ερντογάν. Αιτία αυτού του διπλωματικού και στρατιωτικού εξτρεμισμού της Τουρκίας είναι η αποτυχία υλοποίησης του αρχικού αφηγήματος του νεοοθωμανισμού, αφού η προσπάθεια ολοκλήρωσής του σε μεγάλο βαθμό έχει καταρρεύσει τόσο στη Συρία όσο και στην Αίγυπτο.
Στις χώρες αυτές επιχειρήθηκε η εγκατάσταση των φιλικών καθεστώτων των Αδελφών Μουσουλμάνων, ενώ κατέστη ατελέσφορη και η τότε επιχειρηθείσα προσπάθεια επίλυσης του Κουρδικού. Οι αποτυχίες αυτές συνετέλεσαν στην διενέργεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος, το οποίο όμως αποτέλεσε το “δώρο” στον Ερντογάν, για να προχωρήσει αφενός στο πλήρες ξήλωμα του κεμαλισμού και στην εκπαραθύρωση του Κεμάλ ως “πατέρα της σύγχρονης Τουρκίας” και αφετέρου στην περαιτέρω προσωποποίηση του νεοοθωμανικού καθεστώτος.
Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την σοβαρή οικονομική κρίση που απειλεί τα τελευταία χρόνια την Τουρκία, η οποία έχει μεν σοβαρή παραγωγική βάση, αλλά παράλληλα έντονο πρόβλημα συναλλαγματικών διαθεσίμων, αποτελούν το πλαίσιο της εντεινόμενης στρατιωτικής επέκτασης σε βάρος των γειτόνων, ως μέσο διαφυγής των εσωτερικών προβλημάτων, κάτω από την αχλύ του νεοοθωμανικού μεγαλοϊδεατισμού. Παρέλκει φυσικά η αναφορά του στόχου υφαρπαγής των μεγάλων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, που φαίνεται να υπάρχουν στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κίνδυνος για τα ελληνικά συμφέροντα
Κρίσιμο, όμως, παράγοντα για την επιθετική μετεξέλιξη της Τουρκίας αποτελεί η έντονη παγκόσμια γεωπολιτική ρευστότητα, που συνδέεται με την δραματική υποχώρηση της ισχύος της αμερικανικής ηγεμονίας και της ανάδειξης νέων παγκόσμιων πόλων (Κίνα, Ρωσία κ.λπ.). Ειδικά στον χώρο της Μέσης Ανατολής και της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου (Συρία, Λιβύη κ.λπ.), η υποχώρηση των ΗΠΑ αναπληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία, με την οποία ο Ερντογάν έχει δημιουργήσει πλαίσιο στενής συνεργασίας, με αποκορύφωμα την αγορά των S-400, παρά την επιφανειακή, όπως αποδείχθηκε, δυτική αντίδραση.
Έτσι, μέσα σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, μέσω της επιθετικής αναθεωρητικής πολιτικής και της στρατιωτικής της εμπλοκής, η Τουρκία έχει μετατραπεί σε παράγοντα συνδιαμόρφωσης της ισορροπίας στη Συρία και στη Λιβύη. Ειδικά ως προς την τελευταία, η μέχρι τώρα επικράτηση του “εξαπτέρυγού της”, του Σάρατζ, αποτελεί κίνδυνο για τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ελλάδος. Μέσω του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου επιχειρείται η υφαρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος στην Ανατολική Μεσόγειο και η μετατροπή της σε τουρκική λίμνη.
Απέναντι σε αυτές τις δραματικές εξελίξεις, η πολιτική των κομμάτων εξουσίας σε Ελλάδα και Κύπρο ήταν ο “εξευμενισμός του θηρίου”, μέσω της συνεχούς κατευναστικής πολιτικής και της έμμεσης αποδοχής των de facto τετελεσμένων της τουρκικής επιθετικότητας. Η ορθή επίκληση του διεθνούς δικαίου και της ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών που προβάλλει η Ελλάδα δεν μπορεί να επιβληθεί από κάποιο όργανο της διεθνούς κοινότητας.
Απέναντι σε έναν ταραξία γείτονα, η κατευναστική πολιτική είναι βέβαιο ότι τον ενθαρρύνει να μετατραπεί σε “τσαμπουκά”. Αυτό έχουμε βιώσει από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά, όπου εγκαταλείφθηκε τόσο στην ουσία όσο και στον τύπο το ενιαίο αμυντικό δόγμα Ελλάδας-Κύπρου, που είχε διακηρυχθεί από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το κουρέλιασμα των κυριαρχικών δικαιωμάτων
Οι φοβικές ηγεσίες Αθηνών-Λευκωσίας αντικατέστησαν το ενιαίο αμυντικό δόγμα από τη στρατηγική ενσωμάτωσης της Τουρκίας στην ΕΕ, με την προσδοκία ότι θα μεταβαλλόταν “το θηρίο σε αρνί” και θα λύνονταν χωρίς κόστος για την Ελλάδα η διμερής διένεξη. Αυτή η στρατηγική μπορεί να αποτέλεσε μέχρι το 2017 ένα ψευδο-δικαιολογητικό πλαίσιο, πλην, όμως, αποδεικνύεται σήμερα ότι συνιστά ιστορικό έγκλημα σε βάρος του Ελληνισμού.
Και αυτό, γιατί από το 2017, μετά την ισχυροποίησή του από το αποτυχημένο πραξικόπημα και τη συνεργασία του με τους “Γκρίζους Λύκους”, ο Ερντογάν προχώρησε στην επίσημη διακήρυξη της ανάγκης για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Δήλωση, που την έκανε με τον πιο εμφατικό τρόπο στο Προεδρικό Μέγαρο των Αθηνών στην τότε επίσκεψή του.
Παρόλα αυτά, ούτε και τότε οι πολιτικές εξουσίες στην Ελλάδα και στην Κύπρο προσπάθησαν να ξεφύγουν από την ιδιότυπη πολιτική αναισθητοποίησή τους, στην οποία τις έχει οδηγήσει η κατευναστική πολιτική. Δεν “χτύπησαν τις καμπάνες” μπροστά στην επερχόμενη απειλή. Συνέχισαν την ίδια κατευναστική πολιτική παρά το συνεχές κουρέλιασμα των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην ΑΟΖ της Κύπρου.
Η επιχειρηματολογία τους στο εσωτερικό, πέραν της επίκλησης του διεθνούς δικαίου, ήταν και η άποψη ότι η λύση των προβλημάτων μας θα προέρχονταν από τρίτους (ΗΠΑ, ΕΕ, Ισραήλ κ.λπ.). Ακόμα, και οι πολυεθνικές εταιρίες Total και Exxon επιστρατεύθηκαν από την Κύπρο. Τους παραχώρησε δικαιώματα εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων της, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να υποκαταστήσει το έλλειμμα αμυντικής προστασίας της, την οποία όφειλε να παράσχει η Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη.
Χαρακτηριστικό αυτής της εθνικής αβελτηρίας και της έλλειψης εθνικής στρατηγικής στη ρευστή παγκόσμια ισορροπία, είναι το γεγονός ότι, έστω και μετά από την φανερή στροφή του Ερντογάν το 2017, δεν φρόντισε η χώρα, βυθισμένη στην οικονομική της χρεωκοπία και τον μνημονιακό έλεγχο, να αποκαταστήσει στοιχειωδώς την υποχρηματοδότηση για μια τουλάχιστον δεκαετία, των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Στη σημερινή φάση της κρίσης είναι αυτές που καλούνται να αντιμετωπίσουν μόνες τους την τουρκική βουλιμία.