Προσαρμογή ή αποτροπή – Η τουρκική επιθετικότητα και η αντιμετώπιση της
24/02/2020Τι επιδιώκει η Άγκυρα με την τουρκική επιθετικότητα; Να ελέγξει την Κύπρο και την Ελλάδα. Εντάσσει δε αυτή τη διαχρονική επιδίωξη της, στα πλαίσια ενός ευρύτερου σχεδιασμού προέλαση της στην ευρύτερη περιοχή. Η Άγκυρα έχει θέσει ως στόχο το 2023, όταν θα συμπληρωθούν 100 χρόνια τουρκικού κράτους, να είναι η χώρα μεγαλύτερη εδαφικά. Να είναι πιο ισχυρή πολιτικά και στρατιωτικά.
Το έχει εξαγγείλει προ πολλού ο Ταγίπ Ερντογάν και φαίνεται από τις κινήσεις του στην κυπριακή ΑΟΖ, στην ελληνική θαλάσσια περιοχή, στην Λιβύη, την Συρία και το πως άρχισε να υλοποιεί το σχεδιασμό αυτό. Αυτά σχεδιάζει και υλοποιεί η Τουρκία. Εμείς τι κάνουμε; Πώς αντιδρούμε; Υπάρχουν σε αυτό το ζήτημα, διαφορετικές προσεγγίσεις.
Η μια προσέγγιση υποστηρίζει πως θα πρέπει Ελλάδα και Κύπρος να προσαρμοστούν στις τουρκικές αξιώσεις καθώς έτσι, κατά την γνώμη τους, «να αποφύγουμε τα χειρότερα». Κοντολογίς, για να μην τα αρπάξει με το ζόρι αυτά που αξιώνει η Τουρκία, να της παραδοθούν. Η άλλη προσέγγιση είναι πως μόνο με την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας μπορούν να αποτραπούν οι επεκτατικοί σχεδιασμοί της Άγκυρας.
Αυτό για να γίνει προφανώς και χρειάζεται μια ολοκληρωμένη διεκδικητική πολιτική.
Και ενίσχυση των αποτρεπτικών μηχανισμών, της άμυνας δηλαδή, αλλά παράλληλα και ενίσχυση των συνεργασιών με τρίτες χώρες. Συνεργασίες που θα περιλαμβάνουν και την αμυντική-στρατιωτική διάσταση.
Συνεργασίας με αμοιβαίο όφελος
Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος, διεκδικούν τα πρωτεία στην παροχή διευκολύνσεων προς τρίτους. Είναι πρωταθλητές στο πεδίο αυτό καθώς θεωρούν πως έτσι θα κερδίσουν την εύνοια των χωρών αυτών. Με αυτό τον τρόπο σαφώς και δεν την κερδίζουν. Αντίθετα, οι συνεργασίες για να έχουν σημασία και να αποδίδουν, πρέπει να στηρίζονται στο αμοιβαίο όφελος. Για να περιγραφεί τούτο με όρους της αγοράς, πρέπει να στηρίζεται σε πάρε-δώσε.
Αφού προσφέρονται διευκολύνσεις, πρέπει να εξασφαλίζει συμβολή στην ασφάλεια τους. Ενίσχυση, δηλαδή, της αποτρεπτικής τους δυνατότητας. Στη Λευκωσία έχει εκφραστεί η πρόθεση της κυβέρνησης να κλείσει τη στρόφιγγα των ευρωπαϊκών κονδυλίων προς την Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς, στην περίπτωση που προχωρήσει η τουρκική πλευρά στον εποικισμό της Αμμοχώστου. Μια κίνηση, η οποία προφανώς και θα δημιουργήσει πιέσεις προς την κατοχική Τουρκία.
Είναι μια αποτρεπτική κίνηση, η οποία αξιοποιεί πολιτικά και διπλωματικά εργαλεία μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Καθόλου εύκολο το εγχείρημα καθώς πέραν από την εξαγγελία πρόθεσης, η Λευκωσία προφανώς και θα αντιμετωπίσει αντιρρήσεις εταίρων της στην ΕΕ. Αλλά έχει σημασία να θέτει τέτοια ζητήματα και να παρουσιάζεται πειστική για την ανάγκη υιοθέτηση τέτοιων μέτρων.
Είμαστε μπροστά σε ένα σκηνικό συνεχών εντάσεων, το οποίο προκαλεί το καθεστώς Ερντογάν. Η τακτική στοχεύει στον εκφοβισμό της Αθήνας και Λευκωσίας με απώτερη επιδίωξη της υποταγής τους στις ορέξεις της Άγκυρας. Διλήμματα δεν υπάρχουν ως προς την αντιμετώπιση της τουρκικής επεκτατικότητας. Διαφορετικές προσεγγίσεις υπάρχουν.
Είτε θα ακολουθηθεί η πολιτική της προσαρμογής στις τουρκικές αξιώσεις, είτε θα ακολουθηθεί μια αποτρεπτική, διεκδικητική πολιτική. Η μέχρι τώρα υιοθέτηση της πρώτης προσέγγισης έχει αποδειχθεί πως αποθρασύνει το “θηρίο”, το οποίο τα θέλει όλα. Η θεώρηση των φοβικών συνδρόμων είναι και λανθασμένη και πρωτίστως επικίνδυνη.