“Ελλάς-Γαλλία συμμαχία” – Ένα παλιό σύνθημα επιστρέφει…

“Ελλάς-Γαλλία συμμαχία” – Ένα παλιό σύνθημα επιστρέφει…

Οι επαφές στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός επιβεβαίωσαν το θετικό πρόσημο της επικείμενης επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Παρίσι. Εξάλλου, τα επόμενα διπλωματικά βήματα της Αθήνας στην Ανατολική Μεσόγειο “πατάνε” στη σύμπλευση με τη Γαλλία. Κάθε άλλο παρά απαρατήρητο περνά το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να στρέφεται προς το Παρίσι, εγκαταλείποντας διακριτικά τις διαχρονικές αυταπάτες που ταλανίζουν τα τελευταία χρόνια την ελληνική εξωτερική και οικονομική πολιτική σε σχέση με το Βερολίνο.

Ακόμα και όσοι μέχρι τώρα υποστήριζαν τα αντίθετα, υπό το βάρος των γεγονότων είναι υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουν ότι η Γερμανία αποδεικνύεται μοιραίος εταίρος για την Ελλάδα. Μόνο τυχαία δεν είναι, άλλωστε, η δυσαρέσκεια της εγχώριας κοινής γνώμης έναντι της Άνγκελα Μέρκελ και ευρύτερα της γερμανικής πολιτικής. Νέα δημοσκόπηση δείχνει ότι εφτά στους δέκα κρίνουν αρνητικά την στάση του Βερολίνου.

Η στάση που τήρησε απέναντι στην ελληνοτουρκική διαμάχη και ειδικά ο αποκλεισμός της Ελλάδας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη φαίνεται να  έχει επαναφέρει το αρνητικό κλίμα που υπήρχε κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Αυτή τη φορά, όμως, και σ’ ένα ακραιφνώς φιλοευρωπαϊκό ακροατήριο.

Ο κλιμακούμενος επεκτατισμός της Τουρκίας προβληματίζει πλέον τους πάντες. Δεν έχουμε πλέον την στρατιωτική κατοχή της βόρειας Κύπρου, ούτε τις παραδοσιακές διεκδικήσεις στο Αιγαίο με την αμφισβήτηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Στην μεν Κύπρο έχουμε τις παράνομες γεωτρήσεις, στην δε Ελλάδα τη συμφωνία με την κυβέρνηση της Τρίπολης, με την οποία η Τουρκία σφετερίζεται μεγάλα τμήματα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, καταπατώντας βάναυσα το διεθνές δίκαιο.

Ειδικά τα γεγονότα της τελευταίας περιόδου κατέδειξαν με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τη μετατροπή της από “στατική” σε “ενεργητική”. Σε αυτό καταλήγει όχι μόνο το υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και το Μαξίμου. Μπορεί προς το παρόν να μην έχει διαμορφωθεί μία πλήρως επεξεργασμένη στρατηγική, αλλά είναι σαφές ότι προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολίζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρότι στη αφετηρία της ήταν άλλες οι προτεραιότητές της.

Οι ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις, όμως, αναγκάζουν την Αθήνα να στρέψει το βλέμμα της σε βραχυπρόθεσμα ζητήματα που απαιτούν άμεση διευθέτησης. Ο υποτιμητικός τρόπος που το Βερολίνο αντιμετώπισε την Ελλάδα το τελευταίο διάστημα, χαρακτηρίζεται από έμπειρους διπλωμάτες σαν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Διαλύονται οι αυταπάτες της τελευταίας δεκαετίας για τον εποικοδομητικό και ευρωπαϊκό ρόλο της Άνγκελα Μέρκελ.

Η κυβέρνηση παραδέχεται

Μπορεί, όπως παραδέχονται ακόμα και κυβερνητικά στελέχη, η επιθυμία της Αθήνας να συμπεριληφθεί στη λίστα των καλεσμένων της Διάσκεψης για τη Λιβύη να μην είχε συνοδευτεί από μία επαρκή διπλωματική προεργασία και να εκφράστηκε ως αντίδραση στην υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να δικαιολογήσει την στάση του Βερολίνου.

Η Καγκελάριος, ακολουθώντας την παράδοση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην Τουρκία, υποτιμώντας ταυτόχρονα την Ελλάδα, με αποτέλεσμα αυτή η θεώρηση να αποτυπώνεται και στις κάθε φορές συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και διπλωματικές ενέργειες. Μπορεί το προσφυγικό-μεταναστευτικό να παίζει σημαντικό ρόλο, αλλά –σύμφωνα με διπλωματικές πηγές– αυτό χρησιμοποιείται και σαν πρόσχημα από το Βερολίνο για να δικαιολογήσει τις ενέργειές του.

Αντιλαμβανόμενη η γερμανική διπλωματία ότι αυτή τη φορά ξεπέρασε τα όρια, δρώντας απροκάλυπτα εναντίον ενός εταίρου, προχώρησε σε μία επίθεση φιλίας, λίγες μόλις ώρες προτού η Άνγκελα Μέρκελ μεταβεί στην Τουρκία για να συναντηθεί με τον Ταγίπ Ερντογάν. Μιλώντας σε πάνελ στο Νταβός, η Καγκελάριος έπλεξε το εγκώμιο του Κυριάκου Μητσοτάκη τονίζοντας ότι «η Ελλάδα έχει πλέον έναν πρωθυπουργό, ο οποίος εφαρμόζει πραγματικά εντατικές μεταρρυθμίσεις».

Σχεδόν παράλληλα, ήρθε στη δημοσιότητα και μία 18σέλιδη έκθεση-γνωμοδότηση της Νομικής Υπηρεσίας της Γερμανικής Βουλής, η οποία αποδομεί με τον πλέον απερίφραστο τρόπο του μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, χαρακτηρίζοντάς το άκυρο. Λίγο αργότερα, η Άνγκελα Μέρκελ άκουγε δίπλα της τον Τούρκο πρόεδρο να δηλώνει μετά την συνάντηση τους ότι «το τουρκικό στρατιωτικό προσωπικό που αποστέλλεται στη Λιβύη υποστηρίζει και εκπαιδεύει τις δυνάμεις της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Τρίπολης».

Η σχέση Μητσοτάκη-Μακρόν

Από την άλλη πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει στα τέλη του περασμένου Αυγούστου, κατά την άφιξή του στο Προεδρικό Μέγαρο των Ηλυσίων: «Μας ενώνουν πολλά με τον πρόεδρο Μακρόν». Ίσως εκείνη την εποχή που έκανε την παραπάνω δήλωση ούτε ο ίδιος να μην είχε συνείδηση της σημασίας που είχαν τα λόγια του.

Δεν είναι μόνο ότι με τον Γάλλο πρόεδρο γνωρίζονται από την περίοδο που εκείνος ήταν υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Ολάντ, ούτε ότι έχουν παρεμφερείς αντιλήψεις για την οικονομία. Είναι πλέον η γεωπολιτική που φέρνει πολύ κοντά τις δύο χώρες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πλέον έχουν εδραιώσει μία σταθερή επικοινωνία και συναντίληψη για τα προβλήματα της Ανατολικής Μεσογείου, όπως δεν είναι και καθόλου τυχαίο ότι ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο οι σχέσεις Μακρόν-Ερντογάν έχουν εκτροχιαστεί.

Το πόσο κοντά έχουν έρθει Ελλάδα και Γαλλία, αλλά και οι δύο  ηγέτες, φάνηκε και από την ψευδή φήμη ότι η ΝΔ αποχωρεί από το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα για να ενταχτεί στο Renew Europe του Εμμανουέλ Μακρόν. Όλα αυτά πηγάζουν από το γεγονός ότι το Παρίσι έχει σταθεί στο πλευρό της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο καμία άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.

Για την ακρίβεια, δεν πρόκειται μόνο για διπλωματική συμπαράσταση, αλλά και για ανάληψη διπλωματικών –και ίσως όχι μόνο– πρωτοβουλιών με σαφώς αντιτουρκική αιχμή. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο είναι λογικό η συνάντηση των δύο ηγετών στις 29 Ιανουαρίου να κρίνεται κομβική. Εκτός από τα τεκταινόμενα στην κυπριακή ΑΟΖ, είναι και οι εξελίξεις στη μέτωπο της Λιβύης που φέρνουν τη Γαλλία απέναντι στην Τουρκία.

Η χρησιμότητα του Μακρόν

Είναι ξεκάθαρο ότι το Παρίσι δεν θέλει να δει τουρκικό στρατό στην χώρα αυτή του Μαγκρέμπ, το οποίο οι Γάλλοι παραδοσιακά θεωρούν γεωπολιτική “αυλή” τους. Πολύ περισσότερο δεν θέλουν να δουν τη Λιβύη, ή το δυτικό τμήμα της να μετατρέπεται σε τουρκικό προτεκτοράτο. Δεν είναι καθόλου τυχαίος ο πλους του αεροπλανοφόρου “Σαρλ Ντε Γκολ” και των πολεμικών σκαφών που το συνοδεύουν στη Μεσόγειο, όπως και το γεγονός ότι μεταξύ αυτών είναι και πλοίο του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις ενδεχομένως να επαναπροσδιορίσουν και στάσεις που αφορούν τις μεταμνημονιακές υποχρεώσεις της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, ο Μακρόν μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμος και αναφορικά με το αίτημα της Αθήνας για μείωση του στόχου σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα. Η σχετική συζήτηση ανοίγει και επισήμως πλέον σε επίπεδο Eurogroup.

Εάν το Παρίσι στηρίξει αποφασιστικά το ελληνικό αίτημα, το Βερολίνο θα δυσκολευτεί να το απορρίψει. Έτσι κι αλλιώς οι γαλλογερμανικές σχέσεις διάγουν περίοδο δοκιμασίας. Η δε Άνγκελα Μέρκελ δεν είναι πλέον η σεβαστή “μαμά” της ΕΕ, αλλά ούτε και η Γερμανία η καλπάζουσα οικονομία που ύψωνε το δάκτυλο σε όλους τους άλλους.

Εκτός των άλλων το Παρίσι προσδοκά από την Ελλάδα αφ’ ενός να αγοράσει οπλικά συστήματα, κυρίως τις φρεγάτες, αφ’ ετέρου να αντιμετωπίσει ευνοϊκά γαλλικές επενδύσεις. Το τετ-α-τετ Μητσοτάκη-Μακρόν, λοιπόν, θα πραγματοποιηθεί σε μία στιγμή που Γαλλία προβάλλει ως ο πιο σταθερός υποστηρικτής της Ελλάδας αυτή την περίοδο, γεγονός που αποτυπώνεται και στο κλίμα που επικρατεί στην ελληνική κοινή γνώμη.

«Αν η μισή μου καρδιά στο Παρίσι βρίσκεται, η άλλη μισή στις ΗΠΑ βρίσκεται». Αυτό μπορεί να τραγουδάει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Διότι οι Αμερικανοί ανησυχούν περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ειδικά μετά και τα όσα τους είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός για το ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής σύγκρουσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Μάικ Πομπέο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης εδραίωσαν μία σταθερή επικοινωνία, μέσω “κόκκινης γραμμής” Ουάσιγκτον-Αθήνας.

Ο πλησιέστερος Ευρωπαίος γείτονας της Λιβύης

Ενδεικτική του κλίματος είναι η ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την παράνομη τουρκική γεώτρηση στο οικόπεδο 8 της κυπριακής ΑΟΖ. Σε αυτήν αναφέρεται ότι «μόνο η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να διεκδικήσει θαλάσσια δικαιώματα από το έδαφος της Κύπρου». Είναι ένα επιπρόσθετο όπλο στην φαρέτρα του πρωθυπουργού. Αυτή η σταδιακή βελτίωση της θέσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσον αφορά τα εθνικά μας θέματα, δείχνει και τον εκνευρισμό της αμερικανικής γραφειοκρατίας, η οποία φαίνεται να χάνει την υπομονή της με την Τουρκία. Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος συνεχίζει να προστατεύει τον Ταγίπ Ερντογάν.

Ο πρωθυπουργός δεν παύει να υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα είναι ο πλησιέστερος Ευρωπαίος γείτονας της Λιβύης και πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή, προσθέτοντας πως το «παντελώς παράνομο» μνημόνιο οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών που έχουν υπογράψει Τρίπολη και Άγκυρα περιπλέκει περαιτέρω την κατάσταση. Η εκεχειρία στη Λιβύη, εξάλλου, κρέμεται σε μια κλωστή.

Δυνάμεις του Χάφταρ «απειλούν να χτυπήσουν ακόμα και πολιτικά αεροπλάνα αν εισέλθουν στην Τρίπολη και τα περίχωρά της». Με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα, η βέλτιστη για την Ελλάδα λύση θα ήταν η κατάληψη της Τρίπολης από τις δυνάμεις του Χαλίφα Χάφταρ και η πολιτική εκμηδένιση της κυβέρνησης Σάρατζ.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι