Σε δύο μέτωπα η επίθεση των Τούρκων εναντίον της Ελλάδας
09/10/2022Παρά τους λεονταρισμούς των Τούρκων ότι “θα έλθουν βράδυ”, η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων διδάσκει ότι η Άγκυρα προωθεί αλλιώς την επεκτατική στρατηγική της. Δεν θα πραγματοποιεί μία αιφνιδιαστική επίθεση των Τούρκων εναντίον π.χ. ενός ελληνικού νησιού. Το modus operandi είναι να εγείρουν μία επεκτατική διεκδίκηση και στη συνέχεια να την καλλιεργούν με δηλώσεις και διαβήματα. Σκοπός τους είναι να εθίσουν τη διεθνή κοινότητα, να μετατρέπουν μία μονομερή επεκτατική διεκδίκηση σε “διμερή διαφορά”.
Στην τρίτη φάση προχωρούν σε κινήσεις με σκοπό να αναβαθμίσουν την μονομερή επεκτατική διεκδίκησή τους με μικρά ή μεγαλύτερα τετελεσμένα, τα οποία συνοδεύονται από την απειλή άσκησης στρατιωτικής βίας. Κλασικό παράδειγμα ο από το 1973-74 –κόντρα στο διεθνές δίκαιο– τουρκικός ισχυρισμός ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Στον μισό σχεδόν αιώνα που έχει μεσολαβήσει από τότε, ο κλασικός μηχανισμός που χρησιμοποιούσε η Άγκυρα για να προκαλέσει ελληνοτουρκική κρίση ήταν να βγάζει ένα πλοίο για σεισμικές έρευνες στο Αιγαίο. Έτσι, δοκίμαζε τις αντοχές της Αθήνας και παραλλήλως έθιζε τη διεθνή κοινότητα για την ύπαρξη “διμερών διαφορών”.
Τί κέρδισε με αυτή την τακτική; Ενώ τα προηγούμενα χρόνια η έξοδος ενός τουρκικού σκάφους για σεισμικές έρευνες σε –σύμφωνα με την μέση γραμμή– ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ δεν γινόταν ανεκτή, το καλοκαίρι του 2020 το Oruc Reis για πολλές εβδομάδες πραγματοποίησε σεισμικές έρευνες νότια του Καστελλορίζου και ανατολικά της Κρήτης, χωρίς η Αθήνα να το εμποδίσει. Ήταν η εποχή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με δήλωση Γεραπετρίτη, είχε ορίσει ως κόκκινη γραμμή τα χωρικά ύδατα των έξι μιλίων! Με άλλα λόγια, είπε ότι η Ελλάδα θα αντιδράσει μόνο εάν παραβιαστεί η κυριαρχία της, αλλά όχι και τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Τουρκική-δήλωση μήνυμα
Η δήλωση εκείνη έστειλε ένα πολύ επικίνδυνο μήνυμα στην Άγκυρα, ειδικά όταν το φθινόπωρο 2019 είχε προηγηθεί η υπογραφή του τουρκολιβυκού Μνημονίου για οριοθέτηση ΑΟΖ, με το οποίο είχαν αγνοηθεί τα δικαιώματα της Ρόδου, Καρπάθου, Κάσου και Κρήτης σε ΑΟΖ. Από τότε ήταν ξεκάθαρο ότι το Μνημόνιο είχε υπογραφεί για να εφαρμοστεί. Με άλλα λόγια, ήταν απλώς ζήτημα χρόνου να υπογραφεί και η πρόσφατη συμφωνία Άγκυρας-Τρίπολης, με την οποία παραχωρούνται στους Τούρκους δικαιώματα έρευνας, γεωτρήσεων και εξόρυξης υδρογονανθράκων στη λιβυκή ΑΟΖ.
Επειδή, όμως, για την Τρίπολη και την Άγκυρα λιβυκή ΑΟΖ δεν είναι μόνο η θαλάσσια έκταση που ορίζεται με βάση τη μέση γραμμή, όπως θα έπρεπε, αλλά και οι θαλάσσιες περιοχές έξω από τα χωρικά ύδατα της νοτιοανατολικής Κρήτης, έχει ανοίξει ο δρόμος για να δούμε αρχικά τουρκικό ερευνητικό σκάφος και στη συνέχεια γεωτρύπανο, μέχρι και στα επτά μίλια έξω από τις κρητικές ακτές.
Και τότε θα έχει φθάσει ο κόμπος στο χτένι. Η Αθήνα θα κληθεί ή να υπερασπιστεί τα νόμιμα κυριαρχικά της δικαιώματα, ή να αποδεχθεί εμπράκτως την απαλλοτρίωσή τους από τους Τούρκους, μέσω των παραπάνω συμφωνιών με την –ελεγχόμενη σε μεγάλο βαθμό από τους ίδιους– λιβυκή κυβέρνηση. Η Άγκυρα επιλέγει να δημιουργήσει τετελεσμένο σ’ εκείνη την περιοχή για δύο λόγους:
- Πρώτον, επειδή είναι πολλές οι ενδείξεις για την εκεί ύπαρξη μεγάλων κοιτασμάτων.
- Δεύτερον, επειδή η παρεμβολή της Λιβύης στην ελληνική διένεξη συνιστά ένα σχετικό διπλωματικό πλεονέκτημα για τους Τούρκους, με την έννοια ότι η Άγκυρα λειτουργεί από κοινού με τρίτη χώρα.
Στον δρόμο του τυχοδιωκτισμού
Η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων –με λίγες εξαιρέσεις– έχει εδραιώσει στους Τούρκους την πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι πολιτικά απρόθυμη να απαντήσει στις δικές τους επιθετικές-επεκτατικές ενέργειες κατά τρόπο που να τους προκαλέσει κόστος. Η πραγματικότητα είναι ότι οι συνεχείς και κλιμακούμενες τουρκικές προκλήσεις, σε συνδυασμό με την απουσία αποτελεσματικών ελληνικών αντιμέτρων, έχουν προκαλέσει ρήγματα στην αξιοπιστία της ελληνικής αποτροπής.
Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, επειδή ωθεί τον Ερντογάν να προχωρήσει παραπέρα στον δρόμο του τυχοδιωκτισμού. Το γεγονός, μάλιστα, ότι έχει καταστεί απόλυτος άρχων, χωρίς θεσμούς που να αναλύουν ορθολογικά τις εκάστοτε συνθήκες και να φιλτράρουν τις διαθέσεις του αρχηγού, αυξάνει τις πιθανότητες να προβεί σε κάποιον στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό. Τα γεγονότα, άλλωστε, έχουν αποδείξει ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει την τάση να ενίοτε να παρασύρεται από τις μεγαλοϊδεατικές παρορμήσεις του, αν και όπως όλοι οι αυταρχικοί ηγέτες έχει κι αυτός ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Από τα προηγηθέντα, προκύπτει ότι ο μηχανισμός πρόκλησης κρίσης έχει ήδη στηθεί και είναι ζήτημα χρόνου να ενεργοποιηθεί με την αποστολή τουρκικού ερευνητικού σκάφους νότια της Κρήτης έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα, κατά πάσα πιθανότητα με τη συνοδεία φρεγατών. Με άλλα λόγια, αποδεικνύεται για μία ακόμα φορά ότι υπάρχει ένα όριο για το τι μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει μόνο με διπλωματικές ενέργειες, χωρίς να υποστούν ανήκεστο βλάβη τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Τί επιδιώκουν οι Τούρκοι
Το αξιοσημείωτο στην παρούσα συγκυρία είναι ότι η προαναγγελθείσα κρίση στο λιβυκό πέλαγος εξελίσσεται παραλλήλως με την εξαναγκαστική διπλωματία της Άγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Οι τουρκικές απειλές για χρήση στρατιωτικής βίας είναι πάγια μέθοδος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για μπλόφα. Η Άγκυρα επικαλείται τις υφιστάμενες Συνθήκες, αλλά δεν έχει κάνει ποτέ τον κόπο να εξηγήσει, γιατί είναι τόσο σημαντικό για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Δεν τολμούν, βεβαίως, να ισχυριστούν ότι κινδυνεύουν από ελληνική απόβαση στις μικρασιατικές ακτές, γιατί θα γελούσε κάθε πικραμένος.
Στην πραγματικότητα, οι Τούρκοι επιδιώκουν να εξαναγκάσουν την Ελλάδα να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά για να τα μετατρέψουν σε ομήρους της Άγκυρας. Ουσιαστικά επαναλαμβάνουν τη μέθοδο που είχαν χρησιμοποιήσει στο τέλος του 1967, όταν απειλώντας με πόλεμο, είχαν εξαναγκάσει τη δικτατορία να αποσύρει τη μεραρχία από την Κύπρο. Εξήμιση χρόνια αργότερα, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία, εισέβαλαν και από το 1974 κατέχουν τη βόρεια Κύπρο.
Για όποιον έχει αμφιβολία, υπενθυμίζουμε τη θέση Ερντογάν για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης. Και για το τι εννοεί με την αναθεώρηση, παραπέμπουμε σε δική του ομιλία το φθινόπωρο του 2016 (λίγο μετά την απόπειρα πραξικοπήματος) στους περιφερειακούς διοικητές: «Το 1920 μας έδειξαν τη Συνθήκη των Σεβρών για να μας πείσουν το 1923 για τη Συνθήκη της Λωζάννης. Και κάποιοι προσπάθησαν να μας το παρουσιάσουν αυτό ως νίκη… Με τη Συνθήκη της Λωζάννης δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά, που αν φωνάξεις από τις ακτές του Αιγαίου, θα ακουστείς απέναντι. Είναι αυτό νίκη;… Όσοι έκατσαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Λωζάννη, δεν εκμεταλλεύτηκαν τη συνθήκη αυτή. Και επειδή αυτοί δεν την εκμεταλλεύτηκαν, δυσκολευόμαστε σήμερα εμείς».