Σε ενταξιακή τροχιά Αλβανία και Σκόπια με πράσινο φως από Αθήνα
29/03/2020Θετική εισήγηση της Κομισιόν για την έναρξη των ενταξιακών τους διαπραγματεύσεων, «έπειτα από επιπλέον απτές και βιώσιμες μεταρρυθμίσεις», εξασφαλίζουν η Αλβανία και η λεγόμενη Βόρεια Μακεδονία. Ο χρόνος της τελικής απόφασης, όμως, εξαρτάται από τη νέα διαδικαστική μεθοδολογία της ΕΕ και από τα τρέχοντα προβλήματα στις Βρυξέλλες λόγω του κορονοϊού.
Το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων είχε προγραμματιστεί να εξετάσει την περασμένη Τρίτη τη διαδικασία διεύρυνσης με τις δύο βαλκανικές χώρες. Ωστόσο, η επιδημία ματαίωσε την επίσημη συνεδρίαση και αναμένεται το θέμα να συζητηθεί σε τηλεδιάσκεψη. Η νέα πραγματικότητα είναι ότι η Γαλλία (που είχε θέσει βέτο πέρυσι) ήρε τις αντιρρήσεις της, ενώ η Ελλάδα, η Ολλανδία και η Δανία κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.
Σε αυτό το πλαίσιο η ελληνική κυβέρνηση έχει ενημερώσει την Κομισιόν, τους εταίρους στην ΕΕ και την αμερικανική πλευρά πως συμφωνεί με την έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών. Με δεδομένο ότι τα Τίρανα και τα Σκόπια ούτε έχουν προχωρήσει στις απαιτούμενες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, ούτε σέβονται τις καλές γειτονικές σχέσεις με την Ελλάδα, η κυβέρνηση θα δώσει τη θετική εισήγηση βασιζόμενη σε δύο διπλωματικές δικαιολογίες.
Πάσχουν τα επιχειρήματα Αθήνας και Βρυξελλών
Πρώτον, η πορεία του ενταξιακού διαλόγου θα εξαρτηθεί από τη νέα μεθοδολογία ελέγχου των υποψήφιων χωρών και τη σύγκληση σχετικών Διακυβερνητικών Διασκέψεων που θα αξιολογούν την επίτευξη προόδου. Δεύτερον, επείγει η τόνωση των ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων, ώστε να αποτραπεί η ανάμειξη και μεγαλύτερη επιρροή τρίτων μερών (δηλαδή της Ρωσίας και της Κίνας) στην περιοχή.
Όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, αμφότερα τα επιχειρήματα πάσχουν. Ο κύριος λόγος είναι ότι η νέα μεθοδολογία διαφέρει από την παλαιότερη μόνον ως προς τα τεχνικά-γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά της. Δίνεται απλώς έμφαση σε συζητήσεις επί έξι ομάδων “συμπλεγμάτων διαπραγματευτικών κεφαλαίων”(clustered chapters), τα οποία μέχρι τώρα διεξάγονταν μεμονωμένα για κάθε κεφάλαιο (οικονομία, δικαιοσύνη, γεωργία κλπ).
Επίσης, αν και δεν υπάρχουν ασφαλώς αμφιβολίες για την –κατά την αμερικανική ορολογία– «κακόβουλη επιρροή» της Μόσχας και του Πεκίνου στα Δυτικά Βαλκάνια, η Κομισιόν και οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών δεν απαιτούν από τα Τίρανα και τα Σκόπια μείωση των επαφών τους με τη Ρωσία και την Κίνα. Πολλές εξ αυτών, μάλιστα, είναι επισπεύδουσες στις οικονομικές συναλλαγές με το Πεκίνο.
Υπόγεια σχέδια
Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας είναι οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Γερμανία που εκτιμούν ότι η επένδυση της COSCO μεταφράζεται σε πολιτική επιρροή. Προειδοποιούν, εξάλλου, την κυβέρνηση πως οι απλόχερες επενδυτικές υποσχέσεις της Κίνας (που ούτως ή άλλως σπανιότατα υλοποιούνται) συνοδεύονται από υπόγεια μακροπρόθεσμα σχέδια.
Μετά την αρχική έγκριση για τις ενταξιακές συνομιλίες, κρίσιμες θα είναι οι ημερομηνίες και η θεματολογία των πρώτων Διακυβερνητικών Διασκέψεων, οι οποίες μάλλον θα συγκληθούν επί γερμανικής προεδρίας στην ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2020. Προς αυτήν την κατεύθυνση στρέφονται η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο ύπατος εκπρόσωπος, Ζόζεπ Μπορέλ. Η ελληνική πλευρά έχει βολιδοσκοπηθεί από την Κομισιόν για τον προτιμητέο χρόνο σύγκλησης των διακυβερνητικών και για τη σκοπιμότητα ορισμού ενός πρόσθετου κεφαλαίου, πέραν των cluster chapters, για τις σχέσεις καλής γειτονίας στα Βαλκάνια.
Παράλληλα, ιδιαίτερη σημασία έχει η ανάμειξη της αμερικανικής διπλωματίας, καθώς επιτυγχάνεται ο στόχος που είχε πρώτος θέσει για τις ενταξιακές συνομιλίες ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών Μάθιου Πάλμερ, ήδη επί κυβέρνησης Τσίπρα, τον Σεπτέμβριο του 2018. Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πυκνώσει οι συνεννοήσεις με τον Αμερικανό πρεσβευτή στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, και άλλους αξιωματούχους. Σ’ αυτούς η κυβέρνηση υπογραμμίζει πως αν και διατηρεί σοβαρότατες επιφυλάξεις ως προς τις προθέσεις του Αλβανού πρωθυπουργού, Έντι Ράμα, ο οποίος δεν παρέχει εγγυήσεις για την προστασία της ελληνικής εθνικής μειονότητας, θα συναινέσει στην έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών.
Το σκεπτικό της κυβέρνησης είναι ότι μέσω της τεχνικής μεθοδολογίας και των διακυβερνητικών, θα ασκείται μεγαλύτερη πίεση στα Τίρανα για συμμόρφωση προς τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους. Αντίθετα, από τις διπλωματικές επαφές με τις ΗΠΑ και τα μέλη της ΕΕ απουσιάζουν –σχεδόν ολοκληρωτικά– οι συζητήσεις για συμμόρφωση των Σκοπίων προς τους όρους ακόμα και της κάκιστης Συμφωνίας των Πρεσπών.