Στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα η Τουρκία με υπογραφή Μητσοτάκη!
14/09/2022Απόλυτη συναίνεση στην ένταξη της Τουρκίας στην -υπό ίδρυση- Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (ΕΠΚ) αποφάσισε να προσφέρει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ύστερα από τρεις μήνες μηνυμάτων προς την ΕΕ ότι η Ελλάδα θα τηρούσε αρνητική στάση και μόλις τρεις ημέρες μετά τη μεγαλόστομη δήλωσή του «νταηλίκια γιοκ, κύριε Ερντογάν».
Η ελληνική απόφαση επιβεβαιώθηκε από τον πρωθυπουργό προς τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν, κατά τη συνάντησή τους το βράδυ της Δευτέρας, ενώ είχε γνωστοποιηθεί νωρίτερα στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Ο κ. Μητσοτάκης ήλπιζε ότι θα οχυρωνόταν πίσω από την άσκηση βέτο της Γαλλίας, καθώς ο Μακρόν πρότεινε μεν, τον Μάιο, την ίδρυση της ΕΠΚ για συνεργασία με τα κράτη που γειτνιάζουν με την ΕΕ, αλλά χωρίς συμμετοχή της Τουρκίας. Τελικά, το Παρίσι, ύστερα από πιέσεις του Βερολίνου και υπό τον φόβο ρήγματος στον γαλλογερμανικό άξονα, εγκατέλειψε την ιδέα του βέτο, προσχωρώντας στη γερμανική λογική ότι κάθε άρνηση προς την Άγκυρα την ωθεί κοντύτερα προς τη Μόσχα.
Η άτακτη ελληνική υποχώρηση σημαίνει ότι, στο εξής, ο πρόεδρος της Τουρκίας θα συμμετέχει, δύο φορές τον χρόνο, στις συναντήσεις της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, οι οποίες, με αρχή το διήμερο στις 6 και 7 Οκτωβρίου φέτος στην Πράγα, θα πραγματοποιούνται τις ίδιες ημέρες και στον ίδιο χώρο με τις συνόδους κορυφής της ΕΕ. Με την αναμενόμενη διπλωματική αβρότητα, αρμόδιοι αξιωματούχοι των Βρυξελλών καθησυχάζουν την Ελλάδα ότι δεν θα οριστικοποιηθούν άμεσα οι τακτικές συγκλήσεις συνόδων της ΕΠΚ και οι συμμετέχοντες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πρόσκληση προς την Τουρκία δεν είναι διαρκής.
Ο μεγάλος κίνδυνος
Στην πραγματικότητα, πρόκειται περί κούφιων υποσχέσεων, καθώς το κόστος μελλοντικής αποβολής της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα θα αξιολογείται ως πολλαπλάσιο του ρίσκου, που σήμερα ίσως προκαλούσε η μη πρόσκλησή της. Πάντως, προς το παρόν, δεν έχει διευκρινιστεί αν η ΕΠΚ θα εξελιχθεί ταχέως σε επίσημο διακρατικό οργανισμό, με διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ή θα περιοριστεί, τα πρώτα χρόνια, στη λειτουργία της ως φόρουμ ηγετών.
Ταυτόχρονα, εξίσου μεγάλος κίνδυνος για την Ελλάδα θα είναι η σταδιακή αντικατάσταση των διαδικασιών διεύρυνσης της ΕΕ από τις συζητήσεις στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα. Γιατί δεν θα απαιτούνται συγκεκριμένες εγγυήσεις και μεταρρυθμίσεις από τα υποψήφια μέλη, όπως αξιώνουν οι Βρυξέλλες από την Άγκυρα μετά την υποβολή της τουρκικής αίτησης το 1987 και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων το 2005.
Η Ελλάδα τάσσεται, παραδοσιακά, υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αλλά στην παρούσα περίοδο οποιαδήποτε πρόοδος είναι αδύνατη υπό το καθεστώς καθημερινών προκλήσεων και απειλής πολέμου. Η πρόσθετη ειρωνεία είναι ότι η ΕΠΚ ενδεχομένως να καθυστερήσει τη διαδικασία διεύρυνσης με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, υπέρ της οποίας τάσσεται η Αθήνα.
Άγνωστη η έννοια “διαπραγμάτευση”
Ασφαλώς, η αρχική τακτική του κ. Μητσοτάκη για την απόδοση προτεραιότητας στις γαλλικές κινήσεις περιείχε στοιχεία ορθότητας. Ήταν λογική η προσδοκία πως το βέτο και η ισχύς του Παρισιού θα εξουδετέρωναν τις αντιδράσεις του προέδρου Ερντογάν, χωρίς η Αθήνα να ριψοκινδυνεύσει, με δικό της βέτο, κλιμάκωση της διμερούς έντασης. Ωστόσο, όπως τώρα αποδεικνύεται, ο πρωθυπουργός δεν διέθετε εναλλακτικό σχέδιο, αν ο πρόεδρος Μακρόν άλλαζε γνώμη, ούτε βούληση και τόλμη για την άσκηση ελληνικού βέτο ή, έστω, για την αξίωση ανταλλαγμάτων από τα ισχυρά μέλη της ΕΕ και την Τουρκία. Η έννοια “διαπραγμάτευση” αποδείχθηκε άγνωστη στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η απόφαση του Μητσοτάκη για τη μη άσκηση βέτο ελήφθη, προφανέστατα, πριν από τη δήλωση για τα “νταηλίκια”, χωρίς να αποκαλυφθεί προς τα άλλα κορυφαία στελέχη της ΝΔ και την κοινή γνώμη. Ο πρωθυπουργός, μόνο παρεμπιπτόντως, ανέφερε στη Θεσσαλονίκη ότι «είναι πιθανόν να προσκληθεί η Τουρκία» στην Πράγα, προσθέτοντας πως «αν παραβρεθεί, θα βρεθεί αντιμέτωπη με την ελληνική επιχειρηματολογία και θα κληθεί να δώσει απαντήσεις».
Ο κ. Μητσοτάκης είναι βέβαιο ότι διαθέτει και θέλει να θέσει ακλόνητα επιχειρήματα στον κύριο Ερντογάν. Είναι αμφίβολο όμως αν η τσεχική προεδρία της ΕΕ και η Γερμανία (που κατευθύνει τις διαδικασίες της ΕΠΚ) θα επιτρέψουν, πολιτικά και οργανωτικά, κάτι περισσότερο από τρίλεπτες παρεμβάσεις των ηγετών των 40-45 χωρών που θα παρίστανται στη σύνοδο. Επομένως, η Τουρκία θα έχει πετύχει το μείζον της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα ενώ η Ελλάδα, ουσιαστικά, θα μείνει άφωνη διπλωματικά και αρκούμενη στις δηλώσεις προς εσωτερική προεκλογική κατανάλωση.