Στο τόξο Αιγαίο-Κύπρος-Ισραήλ το γεωπολιτικό σύνορο της Δύσης
28/04/2019Αν και οι Αμερικανοί δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία, έχουν πλέον πεισθεί πως με τον Ερντογάν στο τιμόνι της γειτονικής χώρας δεν πρόκειται οι διμερείς σχέσεις να επανέλθουν σε ανεκτό για την Ουάσιγκτον σημείο. Το ίδιο ισχύει και για τους Ευρωπαίους. Αν και τυπικώς δεν έχει αλλάξει τίποτα, ουσιαστικά η Δύση επιδίδεται ολοένα και περισσότερο σε μία τακτική πλαγιοκοπήσεων, οι οποία έχει στόχο την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος και ειδικότερα την πολιτική εξουδετέρωση του ίδιου του Τούρκου προέδρου.
Η αλυσίδα των αμερικανικών πλαγιοκοπήσεων είναι μακρά. Είναι ενδεικτικό ότι η αμερικανική Δικαιοσύνη άσκησε διώξεις εναντίον σωματοφυλάκων του για το επεισόδιο που είχαν προκαλέσει με διαδηλωτές κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο. Άσκησε δίωξη, επίσης, εναντίον του πρώην Τούρκου υπουργού Οικονομικών Τζαφέρ Τσαγαλγιάν και του πρώην προέδρου της τουρκικής τράπεζας Halkbank Σουλεϊμάν Ασλάν για την υπόθεση λαθρεμπορίου με το Ιράν του Ιρανοαζέρου επιχειρηματία Ριζά Ζαράμπ, στον οποίο το καθεστώς έχει δώσει την τουρκική ιθαγένεια.
Δεν πρόκειται για απλή υπόθεση. Οι Αμερικανοί στηρίζονται σε πόρισμα Τούρκων εισαγγελέων (διασυνδεδεμένων με την Αδελφότητα Γκιουλέν), το οποίο κατονομάζει τον ίδιο τον Ερντογάν σαν «αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης» και εμπλέκει και άλλους πρώην υπουργούς του. Η σημαντικότερη πλαγιοκόπηση, ωστόσο, είναι η υπονόμευση της τουρκικής λίρας, η οποία έχει πλήξει καίρια την οικονομία της γειτονικής χώρας.
Στην αγκαλιά της Ρωσίας
Αντιδρώντας στα πλήγματα που δέχεται, ο Τούρκος πρόεδρος πέφτει ακόμα πιο βαθιά στην αγκαλιά της Ρωσίας και εν μέρει της Κίνας, προσδοκώντας να βρει εκεί τα ερείσματα για να εξισορροπήσει τις δυτικές πιέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, εγγράφεται και η συμφωνία για την αγορά του προηγμένου αντιαεροπορικού συστήματος S-400. Η παραγγελία αυτή, ωστόσο, πυροδότησε ένα νέο κύκλο αντιπαραθέσεων. Όπως είναι γνωστό, η Ουάσιγκτον έχει καταστήσει σαφές πως εάν η Τουρκία παραλάβει τους ρωσικούς πυραύλους δεν θα της παραδοθούν τα μαχητικά F-35 κι όχι μόνο.
Οι αντιδράσεις και στην Ουάσιγκτον και στο ΝΑΤΟ και σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες γι’ αυτή τη συμφωνία καταδεικνύουν πως η απόσταση που χωρίζει την Τουρκία από τη Δύση συνεχώς μεγαλώνει. Η επιθετική ρητορική του Ερντογάν εναντίον χωρών-μελών της ΕΕ με αφορμή την απαγόρευση προεκλογικών συγκεντρώσεων εν όψει του τουρκικού δημοψηφίσματος πριν δύο χρόνια είχε, άλλωστε, βαθύνει το χάσμα και στις στενά ευρωτουρκικές σχέσεις.
Ο Τούρκος πρόεδρος είχε φθάσει στο σημείο να κατηγορεί τη γερμανική πολιτική ηγεσία για «ναζιστικές πρακτικές». Είχε, μάλιστα, καλέσει τους πολυάριθμους Τούρκους μετανάστες να μην ψηφίσουν Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες. Επιπροσθέτως, οι τουρκικές αρχές είχαν τότε απαγορεύσει τη μετάβαση Γερμανών βουλευτών με σκοπό να επισκεφθούν το γερμανικό στρατιωτικό απόσπασμα που έδρευε στη βάση του Ιντσιρλίκ. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί και η αυθαίρετη σύλληψη Γερμανών και άλλων Δυτικών με διάφορες κατηγορίες.
Μετά από αποτυχημένες προσπάθειες να γεφυρωθεί το ευρωτουρκικό χάσμα, η ΕΕ ουσιαστικά έχει σταματήσει τις ήδη μισοπαγωμένες ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας. Έχει ήδη καταγραφεί και επισήμως η θέση πως «οι ενέργειες των τουρκικών αρχών καθιστούν αδύνατον η Τουρκία να γίνει μέλος της ΕΕ».
Αιγαίο-Κύπρος-Ισραήλ
Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω για την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας; Όπως προαναφέραμε, τυπικά δεν έχει αλλάξει τίποτα. Στην πραγματικότητα, όμως, έχει αλλάξει ο τρόπος, με τον οποίο οι Δυτικοί βλέπουν πλέον την Τουρκία. Κι αυτό αλλάζει τον τρόπο που βλέπουν και την Ελλάδα. Αυτό ισχύει κυρίως για τους Αμερικανούς, οι οποίοι έχουν πιο σφαιρική ματιά και όχι τη στενά οικονομίστικη ματιά των Ευρωπαίων.
Η δια της διολισθήσεως απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση καθιστά την Ελλάδα χώρα πρώτης γραμμής. Με άλλα λόγια, το γεωπολιτικό σύνορο της Δύσης προς Ανατολάς μετατοπίζεται ατύπως στο τόξο Αιγαίο-Κύπρος-Ισραήλ. Η Τουρκία παραμένει, βεβαίως, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά ατύπως μετατρέπεται σε μία γεωπολιτικά “γκρίζα” περιοχή.
Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ αρχίζουν να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα όχι αποκλειστικά ως μια τυπική χώρα-μέλος της ΕΕ, αλλά ως χώρα με ξεχωριστή γεωπολιτική σημασία. Αυτό φάνηκε από τα τελευταία χρόνια της θητείας του Ομπάμα. Οι Αμερικανοί δεν ήθελαν και δεν θέλουν να σπάσει ο ελληνικός κρίκος που αποδεικνύεται ολοένα και πιο σημαντικός για το δυτικό σύστημα ασφαλείας.
Ιστορική ευκαιρία
Τα μέτωπα που απασχολούν την αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι πρώτο το μέτωπο εναντίον της Ρωσίας, δεύτερο το μέτωπο εναντίον της Κίνας, τρίτον τα μέτωπα στη Μέση Ανατολή και τέταρτο οι ευρωαμερικανικές σχέσεις. Το τρίτο και το τέταρτο μέτωπο τα συνδέει κατά μία έννοια ο κρίκος Ελλάδα, ο οποίος δευτερευόντως εμπλέκεται και στο πρώτο (Βαλκάνια) και στο δεύτερο μέτωπο (λιμάνι του Πειραιά – Cosco). Πολύ περισσότερο τώρα που η Τουρκία του Ερντογάν διολισθαίνει απομακρυνόμενη από τη Δύση.
Οι εξελίξεις αυτές αναβαθμίζουν ποιοτικά τη σημασία της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Η με τις ευλογίες ΗΠΑ και Ευρώπης διαρκής ενίσχυση των τριγωνικών συνεργασιών Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ και Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος, καθώς και ο σχηματισμός των νέων τριγωνικών συνεργασιών Ελλάδα-Κύπρος-Ιορδανία και Ελλάδα-Κύπρος-Λίβανος αλλάζουν ριζικά τα δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Με άλλα λόγια, έχουν ήδη δημιουργηθεί οι υποδοχές για να αναπτυχθεί ένας κρίσιμος γεωπολιτικός ρόλος για την Ελλάδα, ο οποίος θα έχει τις ευλογίες της Ουάσινγκτον και της ΕΕ. Για την ακρίβεια διαμορφώνεται ένα γεωστρατηγικό πλέγμα στην κρίσιμη γεωπολιτικά και ενεργειακά αυτή περιοχή. Μπορεί επισήμως να μην στρέφεται εναντίον της Τουρκίας, αλλά έχει εκ των πραγμάτων αντιτουρκικό χαρακτήρα και σε κάθε περίπτωση αφήνει την Τουρκία εκτός.
Στην ιστορία τέτοιου είδους ευκαιρίες είναι λίγες, αν όχι ελάχιστες. Είναι αληθές ότι η Ελλάδα μπήκε σ’ αυτό το παίγνιο και μάλιστα με συναίνεση των βασικών πολιτικών δυνάμεων. Αυτό είναι οπωσδήποτε θετικό, αλλά δεν αρκεί. Για να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες κατά τρόπο που στρατηγικά να εξυπηρετηθούν τα εθνικά συμφέροντα και όχι μόνο τα συμφέροντα της Δύσης και των άλλων παικτών, απαιτείται υψηλού επιπέδου επεξεργασμένη στρατηγική, που να υπερβαίνει το μπακάλικου χαρακτήρα πάρε-δώσε.