Στο βωμό της Τουρκίας θυσιάζει την Ελλάδα το Βερολίνο
03/12/2020Με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της ερχόμενης Πέμπτης και Παρασκευής, ολοκληρώνεται ουσιαστικά το εξάμηνο της Γερμανίας στην εναλλασσόμενη προεδρία της ΕΕ. Και αν για κάτι θα μνημονεύεται η γερμανική προεδρία, θα είναι για τον ήκιστα θετικό τρόπο με τον οποίον χειρίσθηκε κρίσιμα ζητήματα ύψιστης γεωπολιτικής σημασίας, καταδικάζοντας την ΕΕ σε ρόλο αμήχανου παρατηρητή και κομπάρσου εξελίξεων, σημαντικών για τα ζωτικά συμφέροντα της Ένωσης στον άμεσο περίγυρο της.
Ακόμη και αυτή η συμφωνία, αποτέλεσμα της προωθητικής γαλλογερμανικής πίεσης για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (2021-2027), ύψους 1,1 τρισ. ευρώ και το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο η Ελλάδα προσδοκά εισροές, ύψους τουλάχιστον 32 δισ. ευρώ, κινδυνεύει να πέσει θύμα των ισχυρών αντιστάσεων που προβάλλουν Ουγγαρία και Πολωνία, των οποίων οι κυβερνήσεις διεκδικούν να περιφρονούν τις ευρωπαϊκές αξίες και τους κανόνες του κράτους δικαίου, χωρίς συνέπειες.
Η γερμανική προεδρία επιβεβαιώνει την, σχεδόν αξιωματικού χαρακτήρα διαπίστωση του Θεόδωρου Πάγκαλου, ενός βαθύ γνώστη των διαδικασιών στους δρόμους άσκησης της πολιτικής στην ΕΕ, πως εάν θέλεις να πετύχεις απτά και συγκεκριμένα αποτελέσματα, άφησε να χειρισθούν τους φακέλους οι θεωρούμενες “μικρές” χώρες.
Ακόμη και στο μείζον ζήτημα των ευρωτουρκικών σχέσεων το Βερολίνο απέτυχε να παρουσιάσει μια συνεκτική ευρωπαϊκή πολιτική, ή έστω να συντονίσει επιτυχώς μια κοινή απάντηση στην πρόκληση που ορθώνει και συνιστά για τα ευρωπαϊκά συμφέροντα η τουρκική δράση, από τις ακτές της Λιβύης ως τα υψίπεδα του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Οι παροικούντες στο Europa των Βρυξελλών έχουν απομείνει με εκείνο το παλαιό και ξεπερασμένο εγχειρίδιο για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, που συνέταξε το 1992 ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ντάγκλας Χερντ.
Οι αυταπάτες των Ευρωπαίων
Ο Χερντ, υπό το πρίσμα της κατάρρευσης του διπολικού κόσμου της Γιάλτας, προέτρεπε «να αναγνωρισθεί με πρακτικό τρόπο η στρατηγική σημασία της Τουρκίας», σημείωνε πως οι ιθύνουσες ελίτ της χώρας «επιθυμούν να ταυτισθούν και να ευθυγραμμισθούν με τα δυτικά πρότυπα οικονομίας και κοινωνίας» και υποστήριζε ότι «τα συμφέροντα της Τουρκίας και της Δύσης στην Μέση Ανατολή ταυτίζονται».
Από την εποχή Χέρντ, εκατοντάδες ευρωβουλευτές και χιλιάδες κοινοτικοί γραφειοκράτες έλιωσαν τα παπούτσια τους και γυάλισαν τα καθίσματα στα καφέ και τα ρεστοράν της Grand Place και της Petit Sablon, από όπου χαζεύοντας τα όμορφα βιτρό της γοτθικής Notre-Dame du Sablon, έκαναν πως δεν αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία έχει αλλάξει δραματικά. Η Τουρκία και η ηγεσία της, δεν βολεύονται στον ρόλο της “γέφυρας” και του “ταχυδρόμου”-διεκπεραιωτή ανάμεσα στην ΕΕ ή την Δύση συνολικά, με τον κόσμο της ισλαμικής- ανατολικής περιφέρειας τους.
Η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν και του ισλαμικού κινήματος του, φαντασιώνεται και επιδιώκει ρόλο ανεξάρτητου και ισότιμου συνομιλητή μεταξύ των ισχυρών παικτών, ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας και την ίδια ώρα περιπαίζει και περιγελά την ΕΕ, για την αδυναμία της να παρουσιάσει μια συνεκτική και ρωμαλέα πολιτική, ικανή να δώσει απάντηση στην τουρκική πρόκληση.
«Υπονόμευση της Συμμαχίας»
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει μετατραπεί στον καλύτερο κι αποτελεσματικότερο αγωγό διασποράς και εδραίωσης της ρωσικής επιρροής στην Μέση Ανατολή και την Μεσόγειο. Με συγκεκριμένες αποφάσεις και ενέργειες της ηγεσίας Ερντογάν, η Τουρκία έχει προκαλέσει μείζονα προβλήματα στην αμυντική αρχιτεκτονική του ΝΑΤΟ, εντάσσοντας τους ρωσικούς S400 στο στρατιωτικό δυναμικό της και παράλληλα εμποδίζοντας την υλοποίηση της πολιτικής της Συμμαχίας στις βαλτικές Δημοκρατίες.
Ενέργειες που καταδίκασε με ασυνήθιστη δριμύτητα ο απερχόμενος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάϊκ Πομπέο, στην Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ την 1η Δεκεμβρίου, κάνοντας λόγο για «υπονόμευση της συνοχής της Συμμαχίας από την Τουρκία»! Η Τουρκία, έχει επίσης υπονομεύσει την εκστρατεία των δυτικών δυνάμεων για την καταστροφή του ISIS σε Συρία και Ιράκ, ενώ ενισχύει με κάθε τρόπο και μέσο την δράση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, εγείροντας ζητήματα εσωτερικής ασφάλειας στο εσωτερικό χωρών με μετριοπαθή προσέγγιση του θρησκευτικού φαινομένου.
Και τον τελευταίο χρόνο, τόσο με την επίθεση στον Έβρο μέσω της πολιτικής εργαλειοποίησης των μεταναστών, όσο και με την συνεχή παρουσία ερευνητικών σκαφών πλάι στις ακτές της Ελλάδας και της Κύπρου, ενισχύει την ρευστότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και στο όνομα της τουρκικής Μεγάλης Ιδέας, του δόγματος της “Γαλάζιας Πατρίδας”, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την εκδήλωση μιας ευρύτερης και με απροσδιόριστες συνέπειες, σύγκρουσης στην περιοχή.
Και μπορεί τα λόγια του Ερντογάν να μην είναι γραμμένα σε “σκληρή πλάκα”, όμως οι πράξεις του και η συνεχής δημιουργία τετελεσμένων δίνουν υπόσταση στην υπερφίαλη διακήρυξη του, πως «η Τουρκία είναι ιδιοκτήτης της Μεσογείου». Ενισχυμένος από την πραγματικότητα, ότι η ΕΕ δεν είναι παρά ένας πολιτικά χαλαρός διακυβερνητικός συνασπισμός και αξιοποιώντας την ανοχή της γερμανικής προεδρίας, ο Ερντογάν “παίζει” με τις αντιθέσεις συμφερόντων μεταξύ των κρατών-μελών της Ένωσης.
«Θετική ατζέντα» βλέπει το Βερολίνο!
Το Βερολίνο, τόσο στο εξάμηνο της προεδρίας του, όσο και προηγουμένως, επιβεβαιώνει πλήρως τον ισχυρισμό του Αχμέτ Νταβούτογλου από το “Στρατηγικό Βάθος” (σελ.74): «Στην εξέλιξη των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας είναι εξαιρετικά ευδιάκριτη η επίδραση των διμερών σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας και της Γερμανίας». Ακόμη και μόλις προχθές, η καγκελάριος Μέρκελ, παρά την “εξαναγκασμένη” παραδοχή της για τον επιθετικό χαρακτήρα της τουρκικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο, κάλεσε τους υπόλοιπους Ευρωπαίους να επιδείξουν σεβασμό στην Τουρκία, «που φιλοξενεί τόσα εκατομμύρια προσφύγων στο έδαφος της».
Πρόσφυγες τον αριθμό των οποίων δεν απέδωσε και στην τουρκική εισβολή στο έδαφος της Συρίας, αλλά στη δράση «και δυτικών χωρών», σε μια άκαιρη και ετεροχρονισμένη κριτική με αποδέκτη το Παρίσι. Επαναλαμβάνοντας τον εαυτό της, παραμονές της προηγούμενης συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την 1η Οκτωβρίου, η κυρία Μέρκελ επιμένει να ομιλεί για μια «θετική ατζέντα» στις σχέσεις Ε.Ε-Τουρκίας, αντίληψη την οποίαν ασμένως κι ευπειθώς υπηρετούν ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και ο ύπατος εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ.
Από το στόμα και των τριών δεν βγαίνει η λέξη «κυρώσεις», ίσως γιατί το απαγορεύει η “θρησκεία” τους! Ποια είναι όμως και τι είναι ακριβώς αυτή η «θετική ατζέντα», που ενσωματώνει όλες τις τουρκικές αξιώσεις, οι Βρυξέλλες το φυλάσσουν ως επτασφράγιστο μυστικό. Όταν πιέζονται κάτι ψελλίζουν για την ανάγκη αναθεώρησης της Τελωνειακής Ένωσης, ισχύει από το 1995 και βασίζεται στη Συμφωνία της Άγκυρας του 1963 και στο πρόσθετο πρωτόκολλο του 1970, αποσιωπώντας ότι πρόκειται για την παροχή και άλλων δισεκατομμυρίων ευρώ στην χειμαζόμενη, λόγω των επιλογών Ερντογάν, τουρκική οικονομία.
Δήλωση, η οποία συμπληρώνεται και με την επισήμανση για την ανάγκη αναθεώρησης της Δήλωσης του 2016 για το μεταναστευτικό. Δηλαδή, για την διοχέτευση κι άλλων δισεκατομμυρίων στο καθεστώς της Άγκυρας, προκειμένου να μην επιμείνει στην άρση του στάτους των θεωρήσεων (visa) που ισχύει για τους Τούρκους πολίτες.
Κλείνουν τα μάτια στις τουρκικές προκλήσεις
Το Βερολίνο και η καγκελάριος Μέρκελ διατηρούν την αφελή εντύπωση ότι με μέτρα κατευνασμού της Τουρκίας μπορούν να αντιμετωπίσουν και να απαντήσουν στις απειλές-προκλήσεις που εγείρει το τουρκικό καθεστώς και στο εσωτερικό της Γερμανίας, όπως συνέβη το 1998 όταν οι χειραγωγούμενοι από την Άγκυρα τουρκικής καταγωγής Γερμανοί πολίτες, ψήφισαν μαζικά τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους!
Η γερμανική πολιτική τάξη κλείνει τα αυτιά στην προειδοποίηση του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών, πως «η Τουρκία έχει γίνει ειδήμων της στρατηγικής του τετελεσμένου γεγονότος και της επιβεβαίωσης ισχύος». Επιπλέον, αρνείται να αντιληφθεί την πραγματικότητα ενός γερόλυκου της τουρκικής πολιτικής, του μακαρίτη Μουμτάζ Σοϋσάλ, ο οποίος με την σοφία του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου και την εμπειρία του υπουργού Εξωτερικών, καλούσε την πολιτική τάξη της χώρας του, «να μην οδηγήσει την Τουρκία σε διεκδίκηση διεθνών ρόλων πέραν των δυνατοτήτων της ως κράτος, αλλά και ως έθνος».
Αλλά, έτσι συντηρεί τις φαντασιώσεις μεγαλείου του Ερντογάν και των πιστών του, τις οποίες θα κληθεί να πληρώσει κάποια στιγμή όλη η Ευρώπη, ακόμη κι αν στο Βερολίνο και σε διάφορες άλλες πρωτεύουσες διατηρούν την ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει η “Ιφιγένεια” που αναζητούν, για να συνεχίζεται αδιατάρακτα η δική τους συνεύρεση με την Άγκυρα.