Συνηγορία για τον EastMed – Μια απάντηση στον Δ. Κωνσταντακόπουλο
05/01/2020Με γνήσια επιθυμία διαλόγου και με όλον τον σεβασμό στον πολύπειρο, αγαπητό φίλο Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο, καταθέτω κατωτέρω την άποψή μου για τις δημοσιευθείσες επιφυλάξεις του σχετικά με τον αγωγό EastMed (επιφυλάξεις που ενδεχομένως τις συμμερίζονται καλοπροαίρετα κι άλλοι). Αφετηριακά διευκρινίζω ότι μοιράζομαι την ίδια ανησυχία για το πού μπορεί να μας βγάλει είτε αυτή είτε όποια άλλη εξέλιξη στην περιοχή μας, κυρίως λόγω επίγνωσης των αδυναμιών – για να το πούμε σεμνά – της ελληνικής πλευράς. Ούτε είναι φυσικά εύκολο να ξεχάσει κάποιος το 1974 ή να αγνοήσει την παραβατική/εγκληματική πολιτική του Ισραήλ στην περιοχή. Ωστόσο…
- Το αν τελικός αποδέκτης του φυσικού αερίου θα είναι η Ιταλία ή κάποια βαλκανική χώρα δεν έχει μεγάλη σημασία. Εξάλλου είναι νωρίς για να εξασφαλιστεί η πελατεία όταν ακόμη συζητάμε την ίδρυση του “καταστήματος”.
- Οι τεχνικές και νομικές δυσκολίες –-που σύμφωνα με ειδικούς μπορούν να ξεπεραστούν– δεν αφορούν τόσο την δική μας πλευρά όσο εκείνην που θα αναλάβει επί της ουσίας την προώθηση του έργου. Και αυτό το τελευταίο δεν είναι βέβαια η Ελλάδα που το σχεδίασε και θα το εξασφαλίσει.
- Η απουσία στρατηγικής είναι μία μόνιμη κατάσταση για το νεοελληνικό κράτος, πόσο μάλλον για την μεταμνημονιακή περίοδο. Αλίμονο αν περιμέναμε από τα κόμματα ή τα ΕΛΙΑΜΕΠ ελληνικό σχεδιασμό. Το θέμα επί του προκειμένου είναι αν μπορούμε να επωφεληθούμε από την διεθνή συγκυρία ή όχι, με μια προσέγγιση στα σχέδια των άλλων στην οποία θα προέχει η εθνική αυτοσυντήρηση.
- Ακόμη κι αν μία μελλοντική οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών χωρίσει τελικά την κυπριακή από την ελλαδική ΑΟΖ, όπως πιθανολογεί ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά καταστροφή για τον αγωγό. Άλλωστε τόσο η οριοθέτηση ελλαδικής ΑΟΖ όσο και η Χάγη είναι πολύ μακρινά ενδεχόμενα, για λόγους προφανείς.
- Η παλαιότερη “άδοξη εγκατάλειψη” της ενεργειακής συνεργασίας (με τη Ρωσία), όπως την θυμίζει ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, δεν σημαίνει κάτι ξεκάθαρο για τα ελλαδικά όρια; Τι περισσότερο θα μπορούσε να πετύχει σε κείνην τη γραμμή η σημερινή Ελλάδα; Κι ούτε βέβαια μπορεί να είναι κίνητρό μας η τυχόν “συμπάθεια” της Γερμανίας ή όποιου άλλου, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να υπάρξουμε και να κερδίσουμε κάποιον σεβασμό, έστω και εντασσόμενοι σε αλλογενείς σχεδιασμούς που θα κριθούν συμφέροντες.
Ο άξονας ΗΠΑ-Ισραήλ
Ειλικρινά δεν κατάλαβα πού αποδίδει με το σκεπτικό του ο Κωνσταντακόπουλος το ισραηλινό –όλο και πιο έμπρακτο– ενδιαφέρον. Είμαστε, ως ελληνικός χώρος από την Μεγαλόνησο μέχρι την Αδριατική, η γεωπολιτική διέξοδος του εβραϊκού κράτους και φαίνεται να μας έχει επιλέξει για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του.
Παρ’ όλες τις ενστάσεις μας για την φύση ή τον ρόλο του κράτους αυτού, υποχρεούμαστε να εξετάσουμε την ενδεχόμενη συμπόρευσή μας, τώρα που είμαστε ως ελληνισμός στο χείλος του γκρεμού. «Αυτός που πνίγεται κι από το φίδι πιάνεται», λέει μια τούρκικη παροιμία και ο καλός μας εξ ανατολών γείτονας την εφαρμόζει ανελλιπώς.
Το σοβαρότερο ερώτημα είναι πράγματι αυτό που θέτει ο Κωνσταντακόπουλος: «Ποιος και πώς θα προστατεύσει τον αγωγό από τις προβλέψιμες στρατιωτικές προσπάθειες της Άγκυρας να αποτρέψει την κατασκευή του;». Η λογική απάντηση είναι «ο άξονας ΗΠΑ – Ισραήλ», ποιος άλλος; Υπάρχει κάποιος που να βασίζεται στη ρημαγμένη Ελλάδα;
Κι αν ο ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών δήλωσε –όπως σημειώνει ο Κωνσταντακόπουλος– ότι η αντίθεσή του στην τουρκολιβυκή συμφωνία «δεν σημαίνει ότι θα στείλουμε πολεμικά πλοία για να αναμετρηθούμε με την Τουρκία», προφανώς δεν θα σημαίνει το ίδιο και η προσβολή των ιδίων του συμφερόντων! Πολλά μπορεί να καταλογίσει κάποιος στο Ισραήλ, όχι όμως και αυτοπαραίτηση από δικαιώματά του.
Αν πράγματι αυτό που συνυπογράφηκε στις 2 Ιανουαρίου στην Αθήνα είναι κατά βάσιν μία επίσημη δήλωση προθέσεων, έχουμε όλον τον χρόνο να εξασφαλίσουμε αυτό που λέει κι ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, τις εγγυήσεις ασφαλείας χωρίς τις οποίες τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Ακόμη κι ένας ολιγόνους επιπέδου Ιωαννίδη μπορεί να το αντιληφθεί.