Τα συλλαλητήρια και η ισχύς του λαού
21/01/2018του Ιωάννη Λάμπρου –
Η επιστροφή στην επικαιρότητα του ζητήματος της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων, η διπλωματική κινητικότητα και η διαφαινόμενη πρόταση τις προσεχείς εβδομάδες φαίνεται να κινητοποιούν –σε ποιο βαθμό άγνωστο– μέρος τουλάχιστον της κοινωνίας. Το αν το ζήτημα της ονομασίας, σε συνδυασμό με την λιτότητα και την οικονομική κατάρρευση μπορεί να αποτελέσει αιτία ή αφορμή ευρύτερων πολιτικών αλλαγών ή αν υπό το άγχος της επιβίωσης και της ανασφάλειας των τελευταίων ετών οι συμπατριώτες μας θα αποδεχθούν, παθητικά, την όποια λύση μένει να αποδειχθεί.
Έχει τεθεί ανεπίσημα χρονικός ορίζοντας μέχρι τον προσεχή Ιούλιο όταν και θα λάβει χώρα η σύνοδος του ΝΑΤΟ αλλά πάντα δίνεται, σε ανάλογες περιπτώσεις, περισσότερος χρόνος όταν διαφαίνονται πιθανότητες κάποια λύσης, της όποιας λύσης. Ανάλογα χρονοδιαγράμματα έχουν υπάρξει και στο Κυπριακό και, συνήθως, αποτελούν μοχλό πίεσης προς επίτευξη συναίνεσης.
Ήδη έχουν ανακοινωθεί οι πρώτες συγκεντρώσεις και αν δεχθούμε πως υφίσταται προοπτική κατάληξης της διαπραγμάτευσης θεωρούμε πως είναι επιβεβλημένη η αντίδραση της ελλαδικής κοινωνίας. Υποστηρίζεται από ορισμένους πως η χώρα διαθέτει υπεύθυνη κυβέρνηση, η οποία μόνη αυτή και εντός του Κοινοβουλίου πρέπει να χειριστεί το ζήτημα. Αυτό, εμμέσως, καθιστά ανεύθυνο τον ελληνικό λαό.
Φαίνεται πως, για κάποιους, ο τελευταίος αποδεικνύει τη σοβαρότητα και υπευθυνότητα του μόνο όταν αναδεικνύει κυβερνήσεις προσφέροντας, αφειδώς, αξιώματα ξανά και ξανά σε πρόσωπα τα οποία έχουν αποδείξει την ανεπάρκεια τους για τέτοιες θέσεις. Εδώ ο λαός είναι ο σοφός, κυρίαρχος λαός. Στα εθνικά θέματα, όμως, επιβάλλεται να τεθεί υπό επιτροπεία χάριν της σύνεσης, της σωφροσύνης και της απαραίτητης συμμαχικής νομιμοφροσύνης.
Πολιτικές καριέρες
Είναι αλήθεια ότι, διαχρονικά, έχουν στηθεί πολιτικές καριέρες στα εθνικά θέματα και η κινητοποίηση της κοινωνίας για αυτά τα ζητήματα αποτελεί πρώτης τάξης ευκαιρία καπήλευσης και οικειοποίησης από επαγγελματίες ελλαδέμπορους της πολιτικής οι οποίοι θα προσπαθήσουν να εξαγνίσουν το αμαρτωλό τους παρελθόν ή να κάνουν εργαλειακή χρήση του ζητήματος του ονόματος έστω και αν στο παρελθόν συντάχθηκαν, υποστήριξαν και πολιτεύθηκαν με κόμματα τα οποία στήριξαν την σύνθετη ονομασία άρα και τη συμπερίληψη του όρου Μακεδονία.
Η έλλειψη δε της οργανωτικής παρουσίας της Εκκλησίας και η απουσία ενός κεντρικού μηχανισμού κινητοποίησης αυξάνουν τις πιθανότητες να παρουσιαστούν πολλά μικρά κέντρα – πάσης φύσεως κόμματα, ενώσεις, πρωτοβουλίες πολιτών – με πάσης φύσεως κίνητρα τα οποία θα θέλουν να διεκδικήσουν πρωταγωνιστικό ρόλο με ότι αυτό συνεπάγεται για την εικόνα προς την υπόλοιπη κοινωνία και στο εξωτερικό. Τέτοιες κινητοποιήσεις απαιτούν πειθαρχία, κοινά συνθήματα, κοινό στόχο, συνεργασία.
Από την άλλη, κάθε ζήτημα το οποίο αναδεικνύεται σε μια κοινωνία και το οποίο επηρεάζει τη ζωή των μελών της μπορεί να γίνει αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης του οιουδήποτε πολιτικού. Δεν στήθηκαν πολιτικές καριέρες στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης και του συνδικαλισμού; Στο σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών; Στο νομοσχέδιο για την αλλαγή φύλου; Στη νομιμοποίηση λαθρομεταναστών και στην προώθηση απονομιμοποίησης των ναρκωτικών ουσιών; Δεν απέκτησαν απτά υλικά κέρδη οι πολιτευτές των κατ’ επάγγελμα «προοδευτικών» πολιτικών σχηματισμών υποστηρίζοντας τα παραπάνω;
Η ισχύς του λαού
Ακόμα και έτσι όμως, ακόμα και αν δεχθούμε πως στα συλλαλητήρια που θα διοργανωθούν θα παρεισφρήσουν επαγγελματίες πατριδοκάπηλοι, αυτό δεν αναιρεί τη σημασία συμμετοχής ούτε συνιστά βολική δικαιολογία για όσους ψάχνουν αφορμή να μην συμμετέχουν. Σε κάθε κινητοποίηση κοινωνικών ή εθνικών αγώνων υπάρχουν οι ανάξιοι που προσπορίζονται κέρδος από τον αγώνα των άλλων. Η κινητοποίηση για το όνομα της Μακεδονίας δεν αποτελεί εξαίρεση.
Δηλωτική της σημασίας των λαϊκών κινητοποιήσεων συνιστά η τοποθέτηση του Γενικού Εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, F.J.Jacobs, στην υπόθεση προσφυγής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της Ελλάδος όταν η τελευταία επέβαλλε, τον Φεβρουάριο του 1994, οικονομικές κυρώσεις στη γειτονική χώρα. Ο Βρετανός δικαστής τόνισε τα εξής:
«Ίσως οι φόβοι της Ελλάδας να είναι τελείως αβάσιμοι. Αυτό όμως που έχει σημασία δεν είναι τόσο το ότι οι ελληνικοί φόβοι μπορεί να είναι αβάσιμοι, αλλά ότι τους φόβους φαίνεται να συμμερίζονται πραγματικά και σταθερά η ελληνική κυβέρνηση και, όπως φαίνεται, η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Οσάκις μια κυβέρνηση και ένας λαός είναι απολύτως πεπεισμένοι ότι ένα ξένο κράτος σφετερίζεται μέρος της πολιτιστικής του κληρονομιάς και έχει μακροπρόθεσμες βλέψεις σε τμήμα του εθνικού του εδάφους, θα ήταν δύσκολο να λεχθεί ότι ο πόλεμος αποτελεί τόσο απίθανη υπόθεση, ώστε να μπορεί να αποκλειστεί παντελώς η απειλή πολέμου. Πάντως εκείνο που είναι συχνά αποφασιστικής σημασίας είναι η υποκειμενική εκτίμηση των αντιμαχόμενων μερών».
Τα συλλαλητήρια του 1992 κατέδειξαν, στη διεθνή κοινή γνώμη, τη σημασία του ονόματος για τους Έλληνες. Όχι οι Έλληνες πολιτικοί. Ο διαμεσολαβητής του ΟΗΕ Μ. Νίμιτς δήλωσε, προ ημερών, πως μια λύση χωρίς τον όρο Μακεδονία δεν αποτελεί ρεαλιστική λύση. Η μαζική αντίδραση της ελλαδικής κοινωνίας (και ακόμα πιο πειστικά η διεξαγωγή σχετικού δημοψηφίσματος) θα καταδείκνυε πως μια τέτοια λύση, με τον όρο Μακεδονία, δεν θα ήταν αποδεκτή, ούτε πρακτικά εφαρμόσιμη και άρα μη ρεαλιστική.
Όπως ακριβώς η «λύση» της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, η οποία προωθείται από πολλούς ως η μόνη πιθανή λύση που μπορεί να υπάρξει στην Κύπρο, και την οποία «λύση» απέρριψε ο Κυπριακός Ελληνισμός, με συντριπτική πλειοψηφία, τον Απρίλιο του 2004. Αντίδραση λοιπόν. Μαζική αντίδραση. Υπεύθυνη, συγκροτημένη με αυτοσυγκράτηση εκ μέρους των συμμετεχόντων χωρίς μίσος και φανατισμό.