Τέσσερα σενάρια αντίδρασης της Τουρκίας στο ελληνογαλλικό σύμφωνο
29/09/2021Το ελληνογαλλικό σύμφωνο είναι πλέον πραγματικότητα. Μαζί και η ρήτρα περί αμυντικής συνδρομής όταν μία εκ των δύο χωρών υποστεί ένοπλη επίθεση. Σημασία έχει πλέον να γίνει αντιληπτό σε όλη του τη διάσταση ότι η αμυντική στρατηγική είναι συνολικότερη έννοια που υπερβαίνει ακόμα και τις πιο προωθημένες επιμέρους συμφωνίες με άλλο κράτος.
Στο σκέλος της αμυντικής συνδρομής, η διμερής συμφωνία ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να επιτευχθεί για πλειάδα λόγων. Δεν είναι μονάχα το “υπερβολικό βάρος” που θα αποκτούσε εάν συμπεριλαμβανόταν και η απειλή στα “κυριαρχικά δικαιώματα”, αλλά και πρακτικές ανησυχίες. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να φανταστούμε Έλληνες στρατιώτες να υπερασπίζονται… τις γαλλικές κτήσεις στην Πολυνησία σε περίπτωση ανάγκης;
Αναφορικά με τη στρατηγική σημασία του αμυντικού συμφώνου, η εκτίμηση είναι ότι αποτελεί “gamechanger” για την περιοχή και φυσικά υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Η ενίσχυση της ελληνικής αποτροπής απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητισμό πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Επειδή όμως “ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες”, η συμφωνία πρέπει να αναλυθεί με προσοχή από τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας. Στόχος είναι αφενός να καταστούν συνείδηση τα όριά της, ώστε να αποτραπούν υπερβολικές προσδοκίες, αφετέρου να υπάρχουν επεξεργασμένα όλα τα σενάρια που θα μπορούσαν να προκύψουν για την ελληνική εθνική ασφάλεια ως αποτέλεσμα της υπογραφής του συμφώνου.
Η Ελλάδα έχει οικοδομήσει τη στρατηγική της με βασικό δεδομένο την ιδιότητα του κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Ορθώς, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει προς κάθε κατεύθυνση ότι το ελληνογαλλικό σύμφωνο εντάσσεται στο πλαίσιο της συμμετοχής και των δύο χωρών στην Ατλαντική Συμμαχία και στην Ενωμένη Ευρώπη.
Αποτελεί δηλαδή μια “εξειδίκευση”, η οποία αφορά την ανάγκη πιο ουσιαστικής περιφερειακής στρατιωτικής παρουσίας, σε συνδυασμό με τις πρωτοβουλίες “αμυντικής χειραφέτησης” της ΕΕ, όχι “στρατηγικής αποσύνδεσης” (decoupling) από το ΝΑΤΟ. Στο ανωτέρω πλαίσιο, έχει ενδιαφέρον να εκτιμηθεί η νέα κατάσταση που δημιουργεί το σύμφωνο από την πλευρά της Τουρκίας. Τα θεωρητικά ενδεχόμενα είναι τα ακόλουθα:
Ελληνογαλλικο σύμφωνο και Τουρκία
Πρώτον, η Τουρκία, στο πλαίσιο της γενικότερα αρνητικής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί για τα συμφέροντά της, συνειδητοποιεί το αδιέξοδο της στρατηγικής της και επιχειρεί να αξιοποιήσει την πρόσκληση των ηγετών Ελλάδας και Γαλλίας για την εξεύρεση λύσης με ειρηνικές μεθόδους, με τελικό στόχο να αποτελέσει μέρος μιας στέρεης αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην περιοχή.
Δεύτερον, η Τουρκία που έχει λόγους να ανησυχεί για το ελληνογαλλικό σύμφωνο. Ο ένας λόγος είναι διότι οδηγεί στη στρατιωτική ενίσχυση της Ελλάδας, η οποία θα έχει τη δυνατότητα να “αρνηθεί” τους τουρκικούς στόχους επί του πεδίου. Μένει να αποδειχθεί εάν θα έχει και την πολιτική βούληση. Ο άλλος λόγος είναι διότι η εμπλοκή της Γαλλίας περιπλέκει περαιτέρω την στρατηγική εξίσωση, αν η Τουρκία προβεί σε προκλήσεις με στόχο να απαξιώσει στην πράξη το σύμφωνο.
Τρίτον, η Τουρκία διαγιγνώσκει το ενδεχόμενο η ενίσχυση των διμερών αμυντικών σχέσεων Ελλάδας και Γαλλίας να υποκρύπτει την πρόθεση μερικής έστω απεξάρτησης των δυο χωρών από τη “στρατηγική κηδεμονία” των ΗΠΑ και αποφασίζει να το χρησιμοποιήσει για να προσεταιριστεί την Ουάσιγκτον.
Τέταρτον, με βάση πανομοιότυπο με το ανωτέρω σκεπτικό, η Τουρκία αποφασίζει να επιχειρήσει να προσεταιριστεί Ελλάδα και Γαλλία, με σκοπό να χρησιμοποιήσει αυτή την πρωτοβουλία της στις σχέσεις της με τη Μόσχα, καθότι μία προσέγγιση Ελλάδας και Γαλλίας με το Κρεμλίνο θα εξυπηρετούσε τα ρωσικά συμφέροντα.
Τουρκικές προκλήσεις
Τα ανωτέρω τέσσερα ενδεχόμενα αποτελούν αμιγώς θεωρητική διερεύνηση των τουρκικών αντιδράσεων στην υπογραφή του ελληνογαλλικού αμυντικού συμφώνου. Καθεμιά εκ των περιπτώσεων μπορεί να “βαθμολογηθεί” με διαφορετικό ποσοστό ως προς την πιθανότητα υλοποίησης.
Είναι όμως μια ενδιαφέρουσα όσο και ουσιαστική θεωρητική άσκηση για την ελληνική διπλωματία και τη στρατιωτική ηγεσία, στο πλαίσιο της εκπόνησης σεναρίων και δυνητικών επιλογών σε περίπτωση εμφάνισης οποιουδήποτε εξ αυτών (contingency planning). Ενδεχομένως να υπάρχουν περισσότερα. Γι’ αυτό αξίζει τέτοιος προβληματισμός.
Τούτων λεχθέντων, ο υπογράφων θα αποτολμήσει να ασχοληθεί με το πιθανότερο εξ αυτών. Πιθανότερο με βάση την ιστορική εμπειρία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η οποία δείχνει πως αντιδρά η Άγκυρα σε τέτοιες καταστάσεις. Τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο, το πιθανότερο είναι να επιχειρήσει να περάσει σε κάθε πλευρά το μήνυμα ότι δεν πτοείται. Κατά συνέπεια, νέες τουρκικές προκλήσεις προσεχώς είναι το πιθανότερο σενάριο.
Στην απάντηση που θα επιλέξει να δώσει η ελληνική πλευρά θα διακυβεύεται η αποτρεπτική χρησιμότητα του συμφώνου με τη Γαλλία. Η υπερβολική κλιμάκωση θα πλήξει το συναινετικό και φιλειρηνικό προφίλ που έχει οικοδομήσει διεθνώς η χώρα. Μέχρι τώρα, πάντως, η ελληνική υποχωρητικότητα ερμηνεύεται από αντιπάλους και φίλους ως αδυναμία.
Αυτό το προφίλ σε συνδυασμό με την υπερδεκαετή αβελτηρία στη διατήρηση τουλάχιστον της επιχειρησιακής και αποτρεπτικής αξιοπιστίας των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, είναι που έχει οδηγήσει στην πλήρη αποθράσυνση της Τουρκίας. Αυτό το δεδομένο οφείλει να προσπαθήσει με συνέπεια να διορθώσει η ελληνική πλευρά.
Πηγή προβληματισμού
Η Άγκυρα είναι πλέον πεπεισμένη ότι η Ελλάδα διστάζει να εμπλακεί ακόμα και στις πιο ακραίες προκλήσεις, άρα η διαρκής στρατιωτική πίεση είναι η βέλτιστη στρατηγική για την επίτευξη των τουρκικών στόχων. Πρόκειται για μια ακόμη απόδειξη ότι αυτό που θεωρούμε “σύγχρονη” συμπεριφορά, οδηγεί στα εντελώς αντίθετα του αναμενομένου αποτελέσματα.
Το πραγματικό πρόβλημα συνεπώς με τον πιθανολογούμενο νέο γύρο τουρκικών προκλήσεων είναι ο τρόπος που θα τον αντιμετωπίσει η Αθήνα. Τώρα πλέον δεν έχουμε κανένα περιθώριο να κάνουμε λάθος. Η Τουρκία δεν πρέπει επ’ ουδενί να πάρει λάθος μηνύματα αυτή τη φορά. Διότι το διακύβευμα μετά την υπογραφή του ελληνογαλλικού συμφώνου είναι μεγαλύτερο.
Τα βήματα θα πρέπει να είναι προσεκτικά. Γι’ αυτό θα πρέπει τα ανωτέρω να αποτελέσουν πηγή προβληματισμού. Διότι η ενίοτε “παράλογη λογική” της στρατηγικής οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η υπογραφή του αμυντικού συμφώνου με τη Γαλλία έχει και μια αποσταθεροποιητική δυναμική, η οποία θα πρέπει με κάθε δυνατό τρόπο να ελεγχθεί.