Τι φέρνει ο Δένδιας από τη Μόσχα
06/11/2019Καθοριστικής σημασίας για τις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας είναι η επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στη Μόσχα και η συνάντησή του με τον ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ. Η συνάντηση αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς γίνεται σε μια περίοδο έντονων γεοπολιτικών αλλαγών στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, αλλά και την ώρα που η Ρωσία και η Τουρκία διευρύνουν την ήδη στενή συνεργασία τους.
Η συνάντηση, όπως δήλωσαν οι ίδιοι οι υπουργοί Εξωτερικών, έγινε σε πολύ καλό κλίμα, με τον Λαβρόφ να επιφυλάσσει θερμή υποδοχή στον Έλληνα ομόλογό του. Το κλίμα αυτό δεν επικράτησε όμως μόνο στην κατ΄ιδίαν συζήτηση και τις κοινές δηλώσεις των δύο υπουργών, αλλά μεταφέρθηκε και στις διευρυμένες συνομιλίες των αντιπροσωπειών των δύο χωρών.
Η ελληνική πλευρά πήγε στην συνάντηση με την φιλοδοξία να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις διαχρονικά φιλικές ελληνορωσικές σχέσεις και, όπως ανέφεραν διπλωματικές πηγές, με στόχο τον «ειλικρινή διάλογο» και την «περαιτέρω ενίσχυση των συνεργατικών σχέσεων» με τη Ρωσία. Στην βάση βεβαίως «του αμοιβαίου σεβασμού και της ισοτιμίας».
Προσπάθεια αναθέρμανσης
Σε αυτήν την φιλοδοξία και τους στόχους αναφέρθηκε ο Νίκος Δενδιας, στις κοινές δηλώσεις των δύο υπουργών, τονίζοντας, παραλλήλως, τη σημασία που δίνουν οι δύο πλευρές «στην προαγωγή της συνεργασίας» τους. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για «αναθέρμανση» των ελληνορωσικών σχέσεων και πράγματι για κάτι τέτοιο πρόκειται, καθώς οι σχέσεις Αθήνας-Μόσχας δοκιμάστηκαν κατά την θητεία της προηγούμενης ελληνικής κυβέρνησης.
Με αφορμή μάλιστα τις εξελίξεις στο θέμα των Σκοπίων, τη Συμφωνία των Πρεσπών και τα δημοσιεύματα για ρωσική εμπλοκή και απόπειρα επηρεασμού του δημοψηφίσματος, Αθήνα και Μόσχα είχαν οδηγηθεί απελάσεις διπλωματών. Κατί που δεν είχε συμβεί ούτε σε δυσκολότερες εποχές στο παρελθόν. Ο Λαβρόφ δεν το άφησε αυτό ασχολίαστο. Παρότι δεν έκανε κάποια άμεση αναφορά, τόνισε στις δηλώσεις του ότι «η νέα ελληνική κυβέρνηση δίνει την πρόσθεση ευκαιρία» στις δύο πλευρές να αναλύσουν, να κάνουν «ανασκόπηση» των διμερών σχέσεων και να δουν πως θα τις αναπτύξουν περαιτέρω.
Η συνάντηση Δένδια-Λαβρόφ, και εδώ είναι η ουσία της, γίνεται σε μια περίοδο ιδιαίτερης σύσφιξης των σχέσεων Άγκυρας-Μόσχας, αλλά και έξαρσης της τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο, την Κύπρο, την Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή. Την ίδια ώρα, παρά τα προβλήματα και τις διαφορές, Ρωσία και Τουρκία συνεργάζονται στην αντιμετώπιση της συριακής κρίσης. Παραλλήλως, η Άγκυρα, αγνοώντας τις αμερικανικές απειλές, έχει προχωρήσει στην αγορά της πρώτης παρτίδας S-400 και συζητά την συμπαραγωγή μιας δεύτερης. Ανοιχτός είναι επίσης ο ρωσοτουρκικός διάλογος για την προμήθεια στην Άγκυρα ρωσικών μαχητικών Su-35.
Με το βλέμμα στην Τουρκία
Η στενή συνεργασία Άγκυρας-Μόσχας επεκτείνεται όμως και στον οικονομικό τομέα. Η κατασκευή του αγωγού Turkish Stream, για τα εγκαίνια του οποίου ο Ερντογάν σκέφτεται να ξαναπάει σύντομα στη Μόσχα, η απόφαση των δύο χωρών να διενεργούν συναλλαγές στα εθνικά τους νομίσματα και το πρωτοφανές κύμα Ρώσων τουριστών που επισκέπτονται την Τουρκία είναι οι καλύτερες αποδείξεις γι αυτό.
Έχοντας προφανώς όλα αυτά κατά νου, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών τόνισε στις δηλώσεις του ότι η αναθέρμανση των σχέσεων με τη Ρωσία, που επιχειρεί η ελληνική κυβέρνηση, έχει «διττό στόχο». Η Αθήνα προσβλέπει από τη μια «στην προώθηση των διμερών σχέσεων» και από την άλλη «στη διαμόρφωση μίας στενότερης συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης ως προς τα διεθνή, αλλά και τα περιφερειακά ζητήματα». Σε ανάλογους τόνους κινήθηκε και ο Λαβρόφ, κάνοντας επίσης λόγο για ευκαρία να συζητηθεί, εκτός από τις διμερείς σχέσεις, και «όλο το φάσμα των θεμάτων, όπως τη συνεργασία μας στην Ευρώπη, την κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο και παγκοσμίως».
Η Αθήνα χρειάζεται τη Μόσχα, ως έναν άλλο πόλο στήριξης στα πολλά ανοιχτά ζητήματα με την γείτονα. Ειδικά σήμερα, που οι σχέσεις Άγκυρας-Ουάσιγκτον έχουν διαταραχθεί αρκετά και ο Ερντογάν δείχνει να μην καταλαβαίνει από αμερικανικές πιέσεις και απειλές. Παραδοσιακά άλλωστε, η Ελλάδα, παρά την πρόσδεσή της στο “δυτικό άρμα”, διατηρούσε από καλές έως άριστες σχέσεις με τη Ρωσία, ακόμη και όταν στην Αθήνα είχαμε συντηρητικές κυβερνήσεις και στη Μόσχα κομμουνιστικό καθεστώς.
Οι ισορροπίες αυτές διαταράχθηκαν, ωστόσο, κατά την περίοδο των συζητήσεων για την Συμφωνία των Πρεσπών και ακόμη περισσότερο, όταν άρχισαν, σε Αθήνα και Σκόπια, οι διαδικασίες για την νομιμοποίησή της. Παρόλα αυτά, η Μόσχα δεν άλλαξε τη στάση της στα μεγάλα εθνικά θέματα της Ελλάδας, ιδιαίτερα στο Κυπριακό.
Η υπογραφή του κοινού Προγράμματος Διαβουλεύσεων Ελλάδας-Ρωσίας 2020-2022, με το οποίο θεσμοθετείται μία σειρά τακτικών επαφών σε υπηρεσιακό και σε πολιτικό επίπεδο, είναι ένα πρώτο θετικό βήμα. Η ουσιαστική προσέγγιση των δύο πλευρών εξακολουθεί, ωστόσο, να αντιμετωπίζει δυσκολίες. Και αυτό γιατί πολλά ουσιώδη για την Μόσχα ζητήματα προσκρούουν σε δεσμεύσεις της Ελλάδας προς την ΕΕ, ενώ για τα αντίστοιχα ελληνικά ζητήματα παίζει έναν ρόλο και η νεόκοπη ρωσοτουρκική φιλία.