Θα γίνει τελικά πόλεμος με την Τουρκία;
01/11/2020Η διαρκής τουρκική προκλητικότητα που όσο περνάει ο καιρός εντείνεται ακόμη περισσότερο, δημιουργεί το εύλογο ερώτημα στους Έλληνες «Θα γίνει τελικά πόλεμος με την Τουρκία;». Ένα ερώτημα βάσιμο και αναμενόμενο το οποίο όμως αποτελεί και εργαλείο κάποιων κέντρων που προωθούν την προπαγάνδα και τη φοβία εις βάρος του λαού και της ακεραιότητας της χώρας.
Όμως αυτό το ερώτημα δε γίνεται να απαντηθεί με σιγουριά, γιατί η απάντηση εξαρτάται από τα διάφορα κέντρα εξουσίας, εντός και εκτός Ελλάδας και από τη σύγκλιση ή την απόκλιση των διαφόρων συμφερόντων. Δυστυχώς όσο και να θελήσουμε να είμαστε ιδεαλιστές, είναι αδύνατο να αγνοήσουμε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι τοπικές και οι διεθνείς σχέσεις και εξελίξεις είναι προϊόντα συναλλαγών και κερδών, είτε άμεσων είτε έμμεσων, είτε τωρινών, είτε μελλοντικών.
Δηλαδή η κατάληξη αποτελεί αποτέλεσμα πολυπαραγοντικών διεργασιών οι οποίες είναι τρομερά ευμετάβλητες στο πέρασμα του χρόνου. Έτσι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εξετάσουμε μερικά σενάρια με βάση τις υπάρχουσες ισορροπίες, τα οποία προκύπτουν με βάση τη θεωρία των πιθανοτήτων. Αποτελούν με άλλα λόγια συμπεράσματα βασισμένα σε κάποια μοντέλα και σε κάποιες παρόμοιες εμπειρίες του παρελθόντος.
Για να σκιαγραφήσουμε τα πιθανά σενάρια θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τους παίκτες που εμπλέκονται, είτε άμεσα είτε έμμεσα, την ισχύ τους και τους σχεδιασμούς τους όπως διαγράφονται από τις ανακοινώσεις ή από τη μέχρι τώρα στάση τους, το περιβάλλον και τις ιδιαιτερότητες της περιοχής και φυσικά και τους πιθανούς αστάθμητους παράγοντες που η εμφάνισή τους είναι ικανή να προκαλέσει ανατροπή του σεναρίου.
Οι άμεσα εμπλεκόμενοι στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η Ελλάδα και η Τουρκία. Η Ελλάδα έχει μία παγιωμένη θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα εδάφη της είναι πλήρως κατοχυρωμένα και οριοθετημένα από το διεθνές δίκαιο και διαθέτει μια ισχυρή πολεμική μηχανή ικανή να τα υπερασπίσει απέναντι σε κάθε απειλή. Όμως έχει κι ένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα το οποίο υπονομεύει διαχρονικά την ακεραιότητά της υπηρετώντας αλλότρια συμφέροντα. Αυτό είναι το μεγάλο της μειονέκτημα που την οδήγησε στην οικονομική διάλυση.
Δύναμη συνεχώς αυξανόμενη
Η Τουρκία είναι μια δύναμη συνεχώς αυξανόμενη, οικονομικά και στρατιωτικά, με μεγάλο στρατό και μεγάλες βλέψεις ως προς το να καταστεί τοπική υπερδύναμη υποδουλώνοντας ή μετατρέποντας σε κράτη δορυφόρους τους γείτονές της. Διαθέτει μία ικανή και έμπειρη πολιτική ηγεσία που γνωρίζει να ελίσσεται, να διαπραγματεύεται και να διαχειρίζεται τον τόπο της παραγωγικά και αποτελεσματικά. Αυτό είναι το μεγάλο της πλεονέκτημα που την οδήγησε στην οικονομική και στρατιωτική άνθιση και την είσοδό της στις 20 πιο ισχυρές χώρες του κόσμου με στόχο να μπει και στην πρώτη δεκάδα.
Οι έμμεσα εμπλεκόμενοι είναι οι ευρωπαϊκές χώρες που αποτελούν τον πυρήνα της ΕΕ και φυσικά οι ΗΠΑ. Όλοι τους έχουν πολλά και εκτεταμένα συμφέροντα στο τμήμα της ανατολικής Μεσογείου, οικονομικά, γεωπολιτικά και στρατιωτικά. Έχουν επενδύσει στην περιοχή σε βάθος χρόνου και είναι αναμενόμενο ότι όχι μόνο θα υπερασπιστούν αυτήν την επένδυση αλλά θα προσπαθήσουν και να την αυξήσουν ακόμα αν αυτό γίνει δυνατόν.
Δε θα επιτρέψουν κάποιες τοπικές διαφορές να υπονομεύσουν το οικοδόμημά τους. Άλλωστε είναι γνωστό από την ιστορία ότι πάντοτε οι μεγάλες δυνάμεις καθόριζαν σε σημαντικό βαθμό τη ροή των συμβάντων ώστε να βγαίνουν ωφελημένες από αυτά. Αναμενόμενο λοιπόν να ασκήσουν πιέσεις, εκβιασμούς, επεμβάσεις και ό,τι άλλο θεωρούν αναγκαίο ώστε να μην εμφανιστούν αρνητικές αλλαγές στους σχεδιασμούς τους.
Ας εξετάσουμε λοιπόν τι ζημιά θα μπορούσε να τους προκαλέσει μια γενικευμένη στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Με δεδομένη τη στρατιωτική ισχύ και των δύο δυνάμεων και χωρίς να μελετήσουμε την έκβαση (την αφήνουμε στην άκρη για τη συγκεκριμένη ανάλυση), η σημαντικότερη ζημία θα ήταν η καταστροφή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, κάτι που θα ανέτρεπε τα σχέδια των ΗΠΑ και θα έδινε πλεονέκτημα στη Ρωσία. Η αμέσως επόμενη και εξίσου σημαντική καταστροφή, θα ήταν στις οικονομίες των δύο χωρών οι οποίες όντας συνδεδεμένες με τις οικονομίες των Ευρωπαίων και των Αμερικανών θα μετέδιδαν την κρίση και στους υπολοίπους, προκαλώντας ένα ντόμινο απρόβλεπτων διαστάσεων.
Οι “σύμμαχοί”
Άρα οι ηγέτιδες δυνάμεις δεν θα επιτρέψουν σε καμία περίπτωση μια ολική πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Αντίθετα ένα τοπικό επεισόδιο μπορεί να είναι και προς όφελός τους διότι όπως προαναφέραμε η Τουρκία είναι μια αναπτυσσόμενη δύναμη, με ηγεσία που ξέρει να διαπραγματεύεται σε αντίθεση με την Ελλάδα που είναι συνεχώς στα τέσσερα και ικανοποιεί κάθε επιθυμία της Δύσης. Δεν είναι λοιπόν διόλου απίθανο οι “εταίροι” και “σύμμαχοί” μας να έρθουν σε μία καλή συμφωνία με τη γείτονα εις βάρος μας.
Το έχουν κάνει πολλές φορές στο παρελθόν αφού στην Τουρκία ρόλο έχει μόνο η ηγεσία. Μην ξεχνάμε ότι ο τουρκικός πολιτισμός δε διακρίνεται για τον ανθρωποκεντρισμό του. Γι’ αυτόν, ο άνθρωπος είναι ένα υποκείμενο, μία μονάδα του κράτους προς διαχείριση και εκμετάλλευση και γι’ αυτό προωθείται το ισλαμικό μοντέλο του υποτελή και όχι το ελληνικό του σκεπτόμενου και ενεργού πολίτη.
Και κλείνουμε με το θεμελιώδες υποερώτημα. Το γιατί δεν έχει προχωρήσει μέχρι τώρα η Τουρκία σε κάποιο επεισόδιο που θα τις φέρει τα ποθητά κέρδη. Η απάντηση προκύπτει ως λογικό συμπέρασμα των προαναφερθέντων. Η Τουρκία έχοντας μια σοβαρή πολιτική στάση ανάπτυξης και επέκτασης, δε ρισκάρει κινήσεις που μπορεί να τις γκρεμίσουν το οικοδόμημα και να ακυρώσουν τη μέχρι σήμερα πορεία της. Κινείται βήμα-βήμα πατώντας σταθερά και αποφεύγοντας τα επισφαλή εδάφη.
Δύναμη ειρήνης
Λειτουργεί όπως η μαϊμού, δεν αφήνει το προηγούμενο κλαδί πριν πιάσει το επόμενο. Κοντολογίς για να κάνει κάποια κίνηση θα πρέπει να έχει σιγουρευτεί ότι θα έχει επιτυχία και σχεδόν καθόλου συνέπειες. Το είδαμε με τα Ίμια, την Κύπρο, τη Συρία και όπου αλλού έχει ανακατευτεί. Κάνει όλες τις απαραίτητες ενέργειες και συμφωνίες, φανερές και κρυφές, για να έχει την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση και μετά προχωρά στην πράξη έχοντας ζυγίσει προσεκτικά το αποτέλεσμα. Αυτήν την τακτική την εφάρμοσε ακόμα και στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο παίζοντας το ρόλο του Επιτήδειου Ουδέτερου (όπως τον χαρακτήρισε ο Frank Weber).
Συμπερασματικά, η Τουρκία θα κάνει στρατιωτική κίνηση εναντίον της Ελλάδας μόνον εφόσον έχει διασφαλίσει αφενός τη συναίνεση των μεγάλων παικτών, αφετέρου ότι δε θα βρει απέναντί της την πολεμική μηχανή της Ελλάδας ή την αντίδραση του ελληνικού λαού που θα την θέσει σε λειτουργία. Αν δηλαδή δεν πετύχει να πάρει με πολιτικά μέσα την ουσιαστική κυριαρχία όπως στα Ίμια (τυπικά μπορεί να εμφανίζεται ως ελληνική) θα έχουμε ίσως μια επανάληψη της Κύπρου.
Εκεί υπενθυμίζουμε της τουρκικής απόβασης είχε προηγηθεί η απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας (στα δικά μας το αντίστοιχο είναι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών). Επίσης, υπήρχε πράσινο φως από τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις και προδοσία από τους κυβερνώντες της Ελλάδος που έλεγαν ότι επρόκειτο για νατοϊκή άσκηση, ότι η Κύπρος είναι μακριά ότι η Ελλάδα πρέπει να αντιδράσει με νηφαλιότητα γιατί είναι δύναμη ειρήνης…