Τι δυνατότητες προσφέρουν οι ολλανδικές φρεγάτες Μ ως ενδιάμεση λύση
27/06/2021Η άμεση ανάγκη του Πολεμικού Ναυτικού για νεότερα πλοία το οδηγεί στην λεγόμενη ενδιάμεση λύση, η οποία θα καλύψει κενά μέχρι την έλευση των νέων φρεγατών, τα οποία θα καλύψουν και τον ρόλο της αεράμυνας περιοχής, κάτι το οποίο μέχρι τώρα δεν έχει καταστεί εφικτό. Προς το παρόν ως καλύτερη ενδιάμεση λύση εμφανίζονται οι ολλανδικές φρεγάτες Μ.
Η προοπτική απόκτησης μεταχειρισμένων φρεγατών με ικανότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής είναι μηδενικές, οπότε η ενδιάμεση λύση αναγκαστικά αφορά πλοία με δυνατότητες αεράμυνας που είναι λίγο καλύτερες (όσον αφορά τα ηλεκτρονικά συστήματα, τα βεληνεκή των πυραύλων και τη διαχείριση οπλισμού) από τις ήδη υπάρχουσες στο ελληνικό οπλοστάσιο.
Οι πιθανότητες τα πλοία αυτά να είναι οι μεταχειρισμένες φρεγάτες κλάσης Μ του ολλανδικού ή/και του βελγικού Ναυτικού είναι πολλές. Αυτό διότι αποτελούν την αμέσως επόμενη κλάση από τις φρεγάτες κλάσης S που υπηρετούν εδώ και πολλά χρόνια στο ελληνικό Ναυτικό και προσφέρουν αναβαθμισμένες δυνατότητες όσον αφορά τους αισθητήρες αλλά και την διαχείριση του οπλισμού.
Η εκτεταμένη αυτοματοποίηση έχει μειώσει τον απαιτούμενο αριθμό του πληρώματος. Χαρακτηριστικά, δεν απαιτείται η ύπαρξη προσωπικού στο μηχανοστάσιο κατά τον πλου και η διαχείριση γίνεται από ένα άτομο σε απομακρυσμένο σταθμό εργασίας. Η εξοικονόμηση προσωπικού είναι κάτι που το Ναυτικό επιθυμεί σφοδρά. Το ενδεχόμενο να αποκτηθούν με κόστος περί τα 70 εκατομμύρια ευρώ έκαστη, αφήνει περιθώρια να βολιδοσκοπηθεί και το βελγικό Ναυτικό για δύο ίδια πλοία, τα οποία επίσης θέλει να αντικαταστήσει. Οπότε θα μπορούμε να μιλάμε για τέσσερις επιπλέον φρεγάτες.
Καλύτερα ραντάρ και αισθητήρες
Οι φρεγάτες Μ διαθέτουν συστήματα ελέγχου πολλαπλών όπλων για τον έλεγχο τόσο των πυραύλων Sea Sparrow όσο και του πυροβόλου OTO Melara. Κάθε σκάφος είναι εξοπλισμένο με δύο ραντάρ παρακολούθησης και καταύγασης Thales STIR μεσαίου έως μεγάλου εύρους. Η σχεδίασή του είναι για να ανιχνεύει και στόχους stealth σε απαιτητικά περιβάλλοντα κορεσμού και αντιμέτρων. Το ραντάρ είναι Cassegrain monopulse tracker με οργανική εμβέλεια άνω των 60 χλμ.
Τα πλοία διαθέτουν ηλεκτρο-οπτικούς αισθητήρες πραγματικής και υπέρυθρης εικόνας για παρατήρηση και αναγνώριση στόχου. Στα εκσυγχρονισμένα πλοία τοποθετήθηκε επίσης ένας ηλεκτρο-οπτικός αισθητήρας OIP MicroORBIS που παρέχει εξαιρετική δυνατότητα παρακολούθησης, αναγνώρισης και πρόσκτησης στόχων, σε μεγάλη εμβέλεια με εξαιρετική σταθεροποίηση εικόνας.
Οι φρεγάτες έχουν αναβαθμιστεί με την εγκατάσταση ενός νέου ενσωματωμένου ιστού που περιλαμβάνει μαζί με τους αισθητήρες που περιγράφονται παραπάνω, δύο νέα συστήματα, το Thales Sea Watcher και το Gatekeeper. Το Thales Sea Watcher 100 είναι ένα ραντάρ επιτήρησης επιφανείας I-band (ή X-band) ενεργούς φάσης για ασύμμετρες λειτουργίες απειλών με τυπική λειτουργική εμβέλεια έως και 40 χλμ.
Το σύστημα μπορεί να ανιχνεύει και να παρακολουθεί ακόμη και τους πιο δύσκολους επιφανειακούς στόχους, όπως σκάφη, περισκόπια, πλωτές νάρκες και κολυμβητές που έχουν πολύ μικρή διατομή ραντάρ και σχεδόν μηδενική τιμή Doppler. Το δε Thales Gatekeeper προσφέρει ορατότητα περιβάλλοντος για στενή επίγνωση κατάστασης σε απόσταση 5-8 χλμ ή και μόλις 15 μέτρων από το πλοίο, προσφέροντας αυξημένες δυνατότητες οπτικής επιτήρησης.
Οι φρεγάτες Μ απέναντι σε επιθέσεις κορεσμού
Οι αισθητήρες και τα συστήματα ελέγχου επιτρέπουν στα σκάφη αυτά να παρακολουθούν έως και 400 στόχους σε μεγάλες αποστάσεις (100 χλμ για πυραύλους και 240 χλμ για μαχητικά αεροσκάφη). Τα πλοία κλάσης Μ διαθέτουν αναβαθμισμένο αντιπυραυλικό σύστημα Goalkeeper και σύστημα VLS Mk48 με 16 κελιά πυραύλων Sea Sparrow-NSSM (NATO Sea Sparrow Missile) που μπορούν να εκτοξεύσουν όλους τους αντιαεροπορικούς πυραύλους ταυτόχρονα. Σε αντίθεση οι υπάρχουσες φρεγάτες κλάσης S του ελληνικού Ναυτικού διαθέτουν οκταπλούς εκτοξευτές Sea Sparrow. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να αποτελέσουν επιπλέον πλεονέκτημα στην αντιμετώπιση επιθέσεων κορεσμού, από αέρος. Μάλιστα ίσως αποβούν κρίσιμα στοιχεία ακριβώς σε αυτή την περίπτωση.
Το σύστημα Goalkeeper είναι ισχυρότερο και έχει μεγαλύτερη εμβέλεια από τα Phalanx που είναι τοποθετημένα στις ελληνικές φρεγάτες S, έχοντας πυροβόλο των 30 mm. Είναι αυτόνομο και πλήρως αυτόματο σύστημα για την προστασία των πλοίων από πυραύλους, αεροσκάφη και επιφανειακά σκάφη ταχείας ελιγμών. Το σύστημα εκτελεί αυτόματα ολόκληρη τη διαδικασία από την παρακολούθηση και τον εντοπισμό έως την καταστροφή, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής του επόμενου στόχου προτεραιότητας.
Το Goalkeeper ενσωματώνει επτάκανο πυροβόλο 30 mm GAU-8 / A με ειδικά πυρομαχικά απορριπτομένου κελύφους (MPDS). Ο συνδυασμός των πυρομαχικών MPDS και η ταχυβολία (4200 βολές το λεπτό) δίνει στο σύστημα τη δύναμη που απαιτείται για την καταστροφή επερχόμενων πυραύλων. Η υψηλή πιθανότητα ανίχνευσης για μικρούς στόχους διασφαλίζεται σε όλες τις καιρικές συνθήκες με τη χρήση ενός ραντάρ αναζήτησης υψηλής ισχύος I-band. Η παρακολούθηση στόχου σημείου επιτυγχάνεται με το ραντάρ ίχνους διπλής συχνότητας I / K-band. Η συνεχής αναζήτηση εξασφαλίζει ταχεία εμπλοκή του επόμενου στόχου προτεραιότητας σε σενάρια πολλαπλών στόχων. Υπάρχει πρόβλεψη για ένα δεύτερο σύστημα μπροστά από τη γέφυρα.
Οι φρεγάτες Μ ως μικρές ναυαρχίδες
Αν αποκτηθούν οι φρεγάτες κλάσης Μ τότε θα πρέπει να αποτελέσουν το πυρήνα γύρω από τον οποίο θα κινηθούν οι υπόλοιπες φρεγάτες. Η ικανότητα τους να ανιχνεύουν στόχους σε μεγάλες αποστάσεις με ελάχιστη εκπεμπόμενη ακτινοβολία τις καθιστά πολύ λιγότερο ανιχνεύσιμες σε εχθρικό περιβάλλον. Αυτό με την σειρά του μπορεί να σημαίνει ότι θα μπορούν να αφήσουν τα υπόλοιπα πλοία στον στολίσκο ή την ομάδα τους να διατηρούν σιγή αισθητήρων ώστε να μην γίνονται αντιληπτά.
Το ραντάρ Smart-S 3-D είναι σχεδόν άτρωτο τόσο από φυσικές περιβαλλοντικές συνθήκες όσο και από την σκόπιμες παρεμβολές. Αυτό παρέχει ουσιαστική βοήθεια στη διαδικασία αξιολόγησης απειλών, ειδικά σε σενάρια πολλαπλών επιθέσεων. Καταλήγει σε μια ακριβή και έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών για τον στόχο με τα συστήματα ελέγχου όπλων, επιτρέποντάς τους να εκτελούν το ταχύτερο δυνατό κλείδωμα.
Το SCOUT Mk2 (ενσωματωμένο ραντάρ LPI των φρεγατών) είναι ραντάρ παρακολούθησης επιφάνειας μικρής έως μεσαίας εμβέλειας και τακτικής πλοήγησης. Το σύστημα μπορεί να λειτουργήσει εξ αποστάσεως. Είναι ένα παντός καιρού σύστημα υψηλής αξιοπιστίας που λειτουργεί σε ραντάρ ζώνης X με συνεχές κύμα διαμόρφωσης συχνότητας (FMCW) και επομένως έχει εξαιρετικά χαμηλή ισχύ εξόδου που καθιστά το σύστημα ιδανικό για επιχειρήσεις σε εχθρικά περιβάλλοντα, όπου η σιωπή του ραντάρ απαιτείται και επομένως οι μεταδόσεις του δεν μπορούν να ανιχνευθούν από συστήματα ESM ή δέκτες προειδοποίησης ραντάρ.
Πέραν όμως της αντιαεροπορικής προστασίας από επιθέσεις κορεσμού, η κάθε φρεγάτα Μ θα μπορεί να αποτελεί μια ολοκληρωμένη ανθυποβρυχιακή μονάδα πολύ ανώτερου επιπέδου από τις σημερινές του ελληνικού Ναυτικού, παρέχοντας στον στολίσκο που είναι ενταγμένη προστασία από υποβρύχιες απειλές. Τα σόναρ που φέρει είναι από τα τελειότερα και πλέον σύγχρονα. Οι φρεγάτες έχουν επίσης υπόστεγο, το οποίο μπορεί να φιλοξενήσει ελικόπτερο μεγέθους ΝΗ-90.
Εν τέλει, θα πρέπει να δούμε τις φρεγάτες αυτές σαν πυρήνες για την αξιοποίηση στο έπακρο των παλαιότερων αδελφών τους όσο αυτές θα μείνουν ακόμη σε υπηρεσία. Στον ρόλο αυτό θα πρέπει να δρουν ως μικρές ναυαρχίδες, συντονίζοντας και τις υπόλοιπες για τις επιχειρήσεις που θα αναλάβουν. Ταυτόχρονα, ενισχύουν το αξιόμαχο των στολίσκων, παρέχοντας αυξημένες δυνατότητες ανθυποβρυχιακής και αντιαεροπορικής άμυνας (σε συνθήκες κορεσμού), αλλά και αυξημένες ικανότητες επιτήρησης.