Τί λέει Έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου για την Ορθόδοξη Εκκλησία και την ελληνική μειονότητα στην Αλβανία
13/07/2025
Στην Ετήσια Έκθεση Προόδου του 2025 (για την περίοδο 2023-2024) των διαδικασιών ενσωμάτωσης της Αλβανίας στην ΕΕ, που συζητήθηκε και εγκρίθηκε την Δευτέρα στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, υπάρχει σαφής αναφορά, σε αντίθεση με προηγούμενες, στα δικαιώματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, αλλά (και αυτό είναι το πιο σημαντικό) στα ζητήματα που αφορούν την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία.
Οι συντάκτες του κειμένου – το οποίο είχε υποστεί ενδελεχή εξέταση στην Επιτροπή Εξωτερικών και είχε εισηγητή τον Αυστριακό Σοσιαλδημοκράτη Andreas Schieder – διαπιστώνουν πως η αλβανική κυβέρνηση προχωρεί σε παρεμβάσεις για την χειραγώγηση της Αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας. Την στιγμή που η τοπική Ιερά Σύνοδος έχει απωλέσει – εκτός του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου – ακόμη δύο έμπειρους ιεράρχες, τον Βερατίου Ιγνάτιο και τον Αργυροκάστρου Δημήτριο, θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι ανησυχίες του Ευρωκοινοβουλίου.
Πλέον, η Ιερά Σύνοδος υπό τον νέο Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Ιωάννη, έχει συρρικνωθεί στα πέντε μέλη. Πρόκειται για νέους αρχιερείς με περιορισμένη εμπειρία στη διαχείριση σύνθετων εκκλησιαστικών ζητημάτων. Στο μεταξύ είναι πολλοί εκείνοι που διαπιστώνουν υστεροβουλία στην πληθωρική εμφάνιση του πρωθυπουργού Έντι Ράμα κατά την Εξόδιο Τελετή του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, όπως επίσης και στην σπουδή του να φιλοξενήσει στο podcast του τον, μόλις ολίγων ημερών, εκλεγμένο νέο Αρχιεπίσκοπο.
Αλβανοί εμπειρογνώμονες επί των διαδικασιών ένταξης θεωρούν το ζήτημα που αφορά το καθεστώς ιδιοκτησίας των ναών και μονών της τοπικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και ειδικά των αποζημιώσεων για τις σχετικές ζημιές κατά την περίοδο των διωγμών και των κρατικοποιήσεων, ως ένα απ’ τα πλέον δύσκολα για τις αλβανικές αρχές. Εξάλλου, σε όλη αυτήν την περίοδο – που ξεπερνά τα τριάντα χρόνια ελεύθερης έκφρασης της θρησκευτικής πίστης – μηδαμινές είναι οι περιπτώσεις πλήρους νομικής απόδοσης-εγγραφής των ακινήτων, αλλά και έτερων περιουσιακών στοιχείων, στις Ορθόδοξες ενορίες και κοινότητες.
Απεναντίας, τα τελευταία χρόνια και υπό τη διακυβέρνηση των Σοσιαλιστών του Ράμα, διαπιστώνεται πλήρη ασυδοσία στην καταπάτηση των παραλιακών μοναστηριακών κτημάτων (και όχι μόνο). Οι λόγοι είναι προφανείς, ακόμη και για όσους έχουν περιορισμένη γνώση επί των εκκλησιαστικών. Εμφανώς βλέπουμε το “σύνδρομο του καθεστωτικού ολοκληρωτισμού” που χαρακτηρίζει το αλβανικό καθεστώς και στην ανάμειξη του στο ευαίσθητο ζήτημα της Εκκλησίας.
Ο Καταστατικός Χάρτης της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας και η σχετική Συμφωνία Διακανονισμού των Αμοιβαίων Σχέσεων που έχει υπογραφεί με την αλβανική κυβέρνηση – κι έχει καταστεί τμήμα της κείμενης νομοθεσίας δια της επικύρωσης της με νομοθετική πράξη στη Βουλή – διασφαλίζουν νομικά το αυτόνομο καθεστώς λειτουργίας των εκκλησιαστικών δομών. Ήταν, όμως, το κύρος και η προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου που παγίως την προστάτευε κι απέτρεπε τις αρνητικές διαθέσεις του αλβανικού καθεστώτος.
Οι εμπειρογνώμονες προειδοποιούν
Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που οι εμπειρογνώμονες, που συνέδραμαν στην σύνταξη της προαναφερόμενης Έκθεσης Προόδου που ψηφίστηκε στην Ολομέλεια της Ευρωβουλής, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποιούν. Στο κεφάλαιο περί “Θεμελιωδών Δικαιωμάτων” και στο σημείο 23 αναφέρουν αυτολεξεί: Καλεί «την Αλβανία να σεβαστεί πλήρως την αυτονομία της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας και να απόσχει από οποιεσδήποτε ενέργειες που υπονομεύουν την ελευθερία θρησκευτικής έκφρασης ή “τα δικαιώματα ιδιοκτησίας της”, απαιτεί όπως τερματιστεί η παρέμβαση στην διάρθρωση των θεσμών της και διεξαχθεί διάλογος με τις θρησκευτικές αρχές για τη διασφάλιση του θρησκευτικού πλουραλισμού…».
Με δεδομένη την πρόθεση των Τιράνων για την συγκρότηση ενός “Βατικανού” για τους Μουσουλμάνους Μπεκτασί και την απροκάλυπτη ανάμειξη των τουρκικών υπηρεσιών στην μουσουλμανική κοινότητα των Σουνιτών, η ανησυχία των φορέων της ΕΕ για την προοπτική της ειρηνικής συνύπαρξης στην Αλβανία, είναι αναμφισβήτητα δικαιολογημένη. Για αυτό και επισημαίνουν προληπτικά τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την Ορθόδοξη κοινότητα η οποία, πέραν των άλλων, λειτουργεί και ως “κέλυφος” προστασίας για τις εθνικές και πολιτιστικές μειονότητες που ανήκουν στο Ορθόδοξο πλήρωμα. Προφανώς και η σημαντικότερη αυτών είναι η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στη Βόρεια Ήπειρο.
Καθόλου τυχαίο δεν πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι στο αμέσως επόμενο σημείο της Έκθεσης υπάρχει εκτενής αναφορά σε ζητήματα δικαιωμάτων των μελών των μειονοτήτων, που αναγνωρίζονται επισήμως από το αλβανικό κράτος. Το πνεύμα της σχετικής αναφοράς είναι πολύ διαφορετικό από τις τυπικές διατυπώσεις στις οποίες μας συνηθίζει η γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Η Ευρωβουλή καλεί το αλβανικό κράτος όπως εφαρμόσει στην πράξη όσα προβλέπουν οι νομοθετικές κι εφαρμοστικές πράξεις που έχει θεσμοθετήσει, σε ό,τι αφορά στην διασφάλιση καθεστώτος ισονομίας και ισοπολιτείας στα μέλη των μειονοτήτων. Ας επισημανθεί και η υποσημείωση για την αποφυγή της ρητορικής μίσους, που σχετίζεται ιδιαίτερα με την ασύστολη διάχυση του ανθελληνισμού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα προπαγανδιστικά social media.
Υιοθετώντας ουσιαστικά τις καταγγελίες των εκπροσώπων της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας για πολιτικές ήπιας εξόντωσης μέσω του ελέγχου της οικονομικής τους δραστηριότητας και της στέρησης περιουσιακών τους δικαιωμάτων, η Έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου επισημαίνει στο σημείο 25: Καλεί «την Αλβανία να προστατεύσει και διατηρήσει τη θρησκευτική και πολιτιστική κληρονομιά της Ελληνικής Ορθόδοξης Μειονότητας, μεταξύ άλλων μέσω της αποκατάστασης και της νομικής κατοχύρωσης ενοριών και κοιμητηρίων». Καλεί δε «τις κρατικές αρχές όπως απόσχουν από ενέργειες απαλλοτρίωσης, ή καταστροφής περιουσιών ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας για την Ελληνική Κοινότητα…».
Οι προτάσεις του ΚΕΑΔ
Με αφορμή και την προαναφερόμενη Έκθεση Προόδου του Ευρωκοινοβουλίου, ο πρόεδρος του κόμματος Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα-ΚΕΑΔ – εκπροσωπεί την αυτόνομη πολιτική έκφραση του γηγενούς Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και άλλων μειονοτήτων στην Αλβανία – παραχώρησε συνέντευξη Τύπου από την έδρα του αλβανικού Κοινοβουλίου. Ο Βαγγέλης Ντούλες επεσήμανε ειδικές πτυχές των συμπερασμάτων της Έκθεσης και επιπλέον διατύπωσε προτάσεις για την εκπλήρωση των προ-απαιτούμενων.
Επέμεινε ειδικά στην ανάγκη να διενεργηθεί μία διαδικασία Απογραφής που θα σέβεται πλήρως το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, σε ό,τι αφορά την εθνική ταυτότητα, την μητρική γλώσσα και το θρήσκευμα των πολιτών, διασφαλίζοντας, με αμοιβαία ειλικρινή διάθεση, την συμμετοχή και την σύμπραξη των μειονοτήτων και θρησκευτικών κοινοτήτων (δια των αντιπροσώπων τους) ώστε τα αποτελέσματα της να χτίσουν τη βάση για την εφαρμογή των ενδεικνυόμενων πολιτικών.
O κ. Ντούλες, διαπιστώνοντας με αποτροπιασμό την ανεπάρκεια της πολιτικής τάξης να αποδώσει δικαιοσύνη σε ό,τι αφορά την περιουσιακή αποκατάσταση των θρησκευτικών κοινοτήτων – ειδικά της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που λόγω της φύσης και της ιστορικής της κληρονομικής ιδιοκτησίας, είναι και η πλέον ζημιωμένη – επανέλαβε το αίτημα για την αντιμετώπιση του ζητήματος, που δύναται να προκαλέσει αθέμιτες επιπλοκές, εφόσον αφεθεί να χρονίζει…