Το επόμενο βήμα στο Κυπριακό και η ανάγκη για αλλαγή πλεύσης
19/10/2024Μετά τα άτυπα θα περάσουμε στα κανονικά; Αυτό είναι και το ζητούμενο μετά το δείπνο της περασμένης Τετάρτης, στη Νέα Υόρκη, που παρέθεσε ο Γ.Γ. του ΟΗΕ στον Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη και τον κατοχικό ηγέτη, Ερσίν Τατάρ.
Το επόμενο βήμα είναι η σύγκληση Πενταμερούς Διάσκεψης, άτυπης όπως χαρακτηρίσθηκε, επειδή δεν είναι προφανώς… έτοιμη η κατοχική πλευρά. Το γεγονός ότι αποδέχεται τις άτυπες συνάξεις, είναι γιατί την εξυπηρετεί η κινητικότητα μέχρι του σημείου που δεν θα φθάσει στο διά ταύτα. Αυτό προκύπτει με βάση τα σημερινά δεδομένα. Εκτός κι εάν έγινε η μεγάλη ανατροπή. Βέβαια το γεγονός ότι η Άγκυρα έστειλε τον Τατάρ στο δείπνο Γκουτέρες κάποιοι το θεωρούν «αλλαγή πλεύσης». Ότι καταγράφεται «στροφή». Από που συνάγεται αυτό; Υπάρχουν δείγματα γραφής ή είναι ένα ακόμη παραμύθι από αιθεροβάμονες. Είναι γνωστό ότι με τις ψευδαισθήσεις κάποιοι σε Λευκωσία και Αθήνα ασκούν ενίοτε πολιτική.
Η Λευκωσία προσπαθεί τους τελευταίους 18 μήνες να ξεκινήσει μια διαδικασία στο Κυπριακό καθώς η ακινησία εδραιώνει τα τετελεσμένα. Τα τετελεσμένα, όμως, εδραιώνονται και από ατελέσφορες διαδικασίες και τακτικές του παρελθόντος, οι οποίες «φόρτωναν» υποχωρήσεις προσφέροντας στην αντίπερα όχθη «κεκτημένα».
Η κυπριακή πλευρά, ο Πρόεδρος, έχει διαμορφώσει τις συνθήκες για να γίνουν τα βήματα που έχουν γίνει κι αυτά που θα ακολουθήσουν. Επανέφερε το Κυπριακό στο προσκήνιο. Είναι, όμως, προφανές πως δεν υπάρχει αισιοδοξία. Για να αλλάξει το κλίμα, θα πρέπει η κατοχική πλευρά να συνεργασθεί. Και τούτο δεν θα γίνει, όπως υποδεικνύει η γνωστή σχολή σκέψης, με υποχωρήσεις. Και είναι ενοχλητικό και εκνευριστικό να ακούγονται απόψεις πως «πρέπει να πείσει ο Πρόεδρος ότι εννοεί αυτά που λέγει». Λέγεται αυτό, όταν η κατοχική πλευρά συζητά μόνο λύση δυο κρατών. Και εννοούν αναφέροντας όλα αυτά ότι για να πείσει ο Πρόεδρος, πρέπει να προικίσει την Τουρκία. Να προβεί σε υποχωρήσεις. Ως να μην την έχουν προικίσει προκάτοχοι του.
Διαμόρφωση άλλης πολιτικής στο Κυπριακό
Είναι σαφές πως αυτοί που επείγονται για συμφωνία είναι οι Ελληνοκύπριοι. Και είναι η πλευρά που θέλει και κινητικότητα και λύση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να δώσει «γη και ύδωρ», πέραν- πάντα- όσων έχουν αρπάξει οι κατακτητές.
Πενήντα χρόνια μετά, οι δογματικά προσηλωμένοι σε αμφιβόλου λειτουργικότητας μοντέλο λύσης, δεν είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν οτιδήποτε άλλο εκτός από μια αδιέξοδη πορεία. Το γεγονός είναι ότι αυτή η πολιτική όχι μόνο δεν κατάφερε να σπάσει το αδιέξοδο αλλά ως αποτέλεσμα τούτου εδραιώνονται τα κατοχικά δεδομένα. Άλλη πορεία δεν έχει εξετασθεί.
Η διαμόρφωση μιας άλλης πολιτικής πρέπει να συνδέεται και με τη γεωπολιτική σημασία της χώρας και τις συμμαχίες που διαμορφώνονται θέτοντας απαιτήσεις στους συμμάχους ( όχι μόνο να δίνουμε). Όλα αυτά συνδέονται και με την αποφασιστικότητα μας να αντιμετωπίσουμε τον τουρκικό επεκτατισμό. Αυτό μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι γίνεται από την κυβέρνηση. Αξιοποίηση του γεωπολιτικού ρόλου και πίεση στην τουρκική πλευρά με τις διώξεις σφετεριστών.
Τι άλλο μπορεί να γίνει και να αφορά την ουσία του Κυπριακού, ώστε να συνδεθεί με τα πιο πάνω; Θα μπορούσε, για παράδειγμα, οι εμπλεκόμενοι να καθορίσουν ειδικούς, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, να συντάξουν το Σύνταγμα, στην παρουσία ειδικών από την Ε.Ε. ώστε να συνάδει το αποτέλεσμα με το κοινοτικό κεκτημένο. Μια συναφή ιδέα έχει αναπτύξει ο Νίκος Κατσουρίδης.
Για να μπορεί να γίνει τούτο εφικτό θα πρέπει να καθοριστούν τα πλαίσια μέσα στα οποία θα κινηθούν. Κι αυτά θα πρέπει πρωτίστως να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πως ο στόχος θα είναι η αποκατάσταση της ενότητας του κράτους και η διασφάλιση θεμελιωδών αρχών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών της, στα οποία οπωσδήποτε θα πρέπει να περιλαμβάνεται και το δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων. Θα πρέπει το μοντέλο αυτό να μην στηρίζεται στο διαχωρισμό. Να μην είναι ένα κράτος με περιορισμένα δικαιώματα, εξαρτημένο, το οποίο θα λειτουργεί στη βάση την εθνική καταγωγή. Να μην είναι ένα κράτος, το οποίο θα διαιωνίζει το διαχωρισμό και θα παράγει εθνικισμούς. Ας δοκιμάσουμε νέες προσεγγίσεις, οι παλιές συνταγές απέτυχαν.