Των φρονίμων τα παιδιά, πριν πεινάσουν μαγειρεύουν
04/05/2019Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μία παράμετρος που πάντοτε εξετάζεται από τους στρατηγικούς αναλυτές ειδικά σε περιόδους εντάσεως ή κρίσεως, είναι η στάση που θα τηρήσουν οι ΗΠΑ. Στα μέσα ενημέρωσης της χώρας μας, ακούγονται δηλώσεις περί «στρατηγικής συνεργασίας» από κυβερνητικούς και διπλωματικούς κύκλους, κυρίως για να χαϊδεύουν τα ευήκοα ώτα ημών των αυτοχθόνων ιθαγενών. Τούτο διότι η στρατηγική συνεργασία απαιτεί την ταυτόχρονη συνύπαρξη δύο συνεργατών, που εμπιστεύονται απόλυτα ο ένας τον άλλον.
Η αμοιβαία εμπιστοσύνη πρέπει να έχει καλλιεργηθεί σε βάθος χρόνου και να έχει δοκιμαστεί η αντοχή της με κοινή συναντίληψη και αντιμετώπιση κρίσιμων θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: Υπάρχει πράγματι «στρατηγική συνεργασία» μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ;
Για να ξεκαθαρίσει το τοπίο, θα πρέπει να εξετασθεί η επίσημη άποψη των Αμερικανών αξιωματούχων, όπως αυτή διατυπώνεται στα επίσημα έγγραφα που είναι και δεσμευτικά κείμενα. Μία λατινική παροιμία που έχει εφαρμογή είναι η φράση «Verba volant, scripta manent», η οποία στην ελληνική γλώσσα αποδίδεται ως “τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν”.
Ως σημείο αναφοράς μελετήθηκε το σχέδιο νόμου που εισήχθη σχετικά πρόσφατα στο Κογκρέσο, με τίτλο: «Βελτίωση Ασφάλειας και ενεργειακής συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο». Είναι το έγγραφο που εισήγαγαν οι Γερουσιαστές Μενέντεζ των Δημοκρατικών και Ρούμπιο των Ρεπουμπλικάνων. Σε ακριβή μετάφραση, στο έγγραφο αναφέρονται τα ακόλουθα:
- «Το Κογκρέσο κάνει τα ακόλουθα συμπεράσματα:
- Η Ελλάδα είναι ένα πολύτιμο μέλος του ΝΑΤΟ και βασικός πυλώνας σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.
- Το Ισραήλ είναι ένας αταλάντευτος σύμμαχος και έχει καθιερωθεί ως σημαντικός (major) μη ΝΑΤΟικός σύμμαχος και σημαντικός στρατηγικός εταίρος (major strategic partner).
- Η Κύπρος είναι ένας βασικός στρατηγικός εταίρος (key strategic partner) και υπέγραψε Δήλωση Προθέσεων (Statement of Intent) στις 06 Νοε. 2018, για την ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας ασφαλείας (security cooperation)».
Το έγγραφο αυτό έχει διακοινοβουλευτική υποστήριξη (Bi-partisan support) από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους Γερουσιαστές. Επιπλέον, ασχέτως με την μελλοντική ψήφιση ή όχι του σχεδίου νόμου, θεωρείται κείμενο αντικειμενικό στην ουσία του, που ταυτόχρονα καλύπτει τις πάγιες ελληνικές θέσεις. Έγινε μάλιστα αποδεκτό διθυραμβικά μετά βαΐων και κλάδων.
Στο κείμενο αυτό είναι αξιοσημείωτο ότι σε αντίθεση με το Ισραήλ και την Κύπρο που αναφέρονται ως «στρατηγικοί εταίροι», δυστυχώς δεν συμβαίνει το ίδιο με την Ελλάδα. Η διαφοροποίηση δεν είναι τυχαία, όπως θα αποδειχθεί στην συνέχεια.
Η διαφορά «διαλόγου» και «συνεργασίας»
Παρατηρείται το φαινόμενο, κυβερνητικοί αξιωματούχοι σε δημόσιες δηλώσεις τους, να μπερδεύουν την σημασία των όρων «στρατηγικός διάλογος» και «στρατηγικός συνεργάτης». Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά στους πολίτες. Οι δύο αυτοί όροι έχουν μεγάλη εννοιολογική διαφορά μεταξύ τους.
«Στρατηγικός διάλογος» (Strategic dialog) είναι υψηλού στρατηγικού επιπέδου συνομιλίες κατά περίπτωση (ad hoc), για θέματα κοινού ενδιαφέροντος, αλλά όπως αυτά εξελίσσονται και αντιμετωπίζονται την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. «Στρατηγική συνεργασία» (Strategic partnership) είναι η διαχρονική, σε βάθος χρόνου και αταλάντευτη συνεργασία στην αντιμετώπιση κοινού ενδιαφέροντος σοβαρών θεμάτων.
Συμπερασματικά, με τον «στρατηγικό διάλογο» εξετάζονται θέματα για συγκεκριμένη χρονική στιγμή και δεν υπάρχει εκ των προτέρων συμφωνία κοινής δράσης των δύο μερών. Αντίθετα στην «στρατηγική συνεργασία» αντιμετωπίζονται από κοινού και για μεγάλο χρονικό διάστημα τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος που προκύπτουν.
Πως η Ελλάδα θα γίνει «στρατηγικός εταίρος»;
Στο κείμενο του σχεδίου νόμου που εισήχθη στην Γερουσία, αλλά και σε άλλα επίσημα έγγραφα που αναφέρονται σε θέματα ασφάλειας και στρατηγικής συνεργασίας με άλλες χώρες, καθορίζεται το απόλυτο μέτρο αξιολόγησης. Αυτό είναι οι σχέσεις της υποψήφιας για στρατηγική συνεργασία χώρας, με την Ρωσία, την Κίνα, το Ιράν, την Βενεζουέλα.
Για παράδειγμα τα κύρια εμπορικά λιμάνια, όπως του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, θεωρούνται «στρατηγικά σημεία» (strategic assets) και δεν θα έπρεπε να «παραδοθούν» έναντι πινακίου φακής σε Κίνα και Ρωσία. Επίσης, η στάση της Ελλάδας να εναντιωθεί στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία και την Βενεζουέλα, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ, ήταν λανθασμένη.
Η συνεργασία επίσης με το Ιράν, ειδικά στα πρώτα χρόνια της παρούσας κυβέρνησης, δημιούργησε φραγμούς στην δυνατότητα εγκαθίδρυσης «στρατηγικής συνεργασίας» με τις ΗΠΑ. Σχετικά με τον Αμερικανό πρέσβη, που αφελώς κάποιοι πρόσφατα χαρακτήρισαν «χειροκροτητή του πρωθυπουργού», πρέπει να επισημανθεί ότι είναι επιτυχημένος στην αποστολή του, η οποία κατά βάση είναι η υποστήριξη των αμερικανικών συμφερόντων. Με την παρεμβατική συμπεριφορά του κατόρθωσε επί των ημερών του να ξεκινήσει ένας «στρατηγικός διάλογος». Είναι δική του επιτυχία και όχι της παρούσας κυβέρνησης.
Μία μελλοντική κυβέρνηση με αταλάντευτες δεσμεύσεις και χωρίς ιδεοληπτικές πρακτικές, θα μπορούσε να προχωρήσει σε σταδιακή σύγκληση και να επιτύχει στην εγκαθίδρυση μίας «στρατηγικής συνεργασίας» σε θέματα ασφάλειας και ενεργειακής συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό θα ήταν μία επιτυχία που θα έδινε ανάσα ζωής στην υπεράσπιση των χρονιζόντων διαφορών με τον εξ ανατολών γείτονα.
Οι διαφορές που έχουν προκύψει μεταξύ Τουρκίας, κυρίως της κυβέρνησης Ερντογάν και των ΗΠΑ, δεν είναι αγεφύρωτες. Σε κάθε περίπτωση όμως θα πάρει πολλά χρόνια να αποκατασταθεί η αμοιβαία εμπιστοσύνη, αν κάποτε θα αποκατασταθεί τελικώς. Είναι επομένως μία θετική συγκυρία για την καλλιέργεια και εμπέδωση των σχέσεων εμπιστοσύνης, κοινών απόψεων και συμφερόντων, σε θέματα διεθνούς και περιφερειακής ασφάλειας μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ. Όπως θα λέγαμε με αθλητική διάθεση: «η μπάλα είναι στο γήπεδό μας, αλλά χρειαζόμαστε τους κατάλληλους παίκτες για να σκοράρουμε. Δεν έχουμε πολύ χρόνο γιατί ήδη παίζονται οι καθυστερήσεις».