Τουρκικό τετελεσμένο, ευρωπαϊκή απροθυμία και ελλαδική αφασία
20/05/2019Η πρόσφατη σύνοδος στο Βουκουρέστι, επιβεβαίωσε κάτι εν πολλοίς γνωστό και δεδομένο. Ότι η Ευρώπη είτε δεν θέλει είτε, ακόμα χειρότερα, δεν μπορεί να υπερασπιστεί έμπρακτα τα σύνορα και τα συμφέροντά της. Αναμφίβολα άπτεται των άμεσων συμφερόντων της Ευρώπης, η ανακάλυψη υδρογονανθράκων εντός της επικράτειας ενός κράτους-μέλους. Ας μην ξεχνάμε, ότι πρόκειται για μια ήπειρο ενεργειακά εξαρτημένη.
Αν μη τι άλλο, ακόμα και ο πιο ψυχωμένος ευρωπαϊστής κατανοεί πως η αποτροπή δεν χτίζεται με γενικόλογες αναφορές, ούτε με κενές κορώνες εντυπωσιασμού. Αναφέρομαι, φυσικά, στην περιβόητη δήλωση Γιούνκερ «είμαστε όλοι Κύπριοι». Αν ήταν πράγματι Κύπριος ο πρόεδρος της Κομισιόν εκεί στο μακρινό Λουξεμβούργο, θα αισθανόταν καθημερινά την καυτή ανάσα του κατακτητή. Ενός κατακτητή που θα απειλούσε την ύπαρξή του, που πληγώνει τα βουνά του και σπιλώνει την γη των προγόνων του κ. Γιούνκερ. Ακόμα όμως και να μην συμμεριζόταν τα παραπάνω, τουλάχιστον θα επιδείκνυε την πρόθεση έμπρακτης συμπαράστασης. Γνωστό τοις πάσι, πως η συμπαράσταση δεν γίνεται με δηλώσεις, αλλά με πράξεις.
Στην περίπτωση της Κύπρου, η ελάχιστη πράξη ουσιαστικής συμπαράστασης θα συνίστατο σε μια σαφή προειδοποίηση προς την Τουρκία. Στο Βουκουρέστι, ο Ελληνισμός δεν πήρε τίποτε, ούτε καν απειλή κυρώσεων, οι οποίες συνιστούν το μόνο εργαλείο πίεσης που διαθέτει η ΕΕ. Στο τέλος της μέρας, ας μην ξεχνάμε τι συνέβη με τη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά και τη Βενεζουέλα.
Οι ιστορικοί παραλληλισμοί είναι δυστυχώς αναπόφευκτοι. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης, σαν σύγχρονος Κωνσταντίνος Παλαιολόγος λίγο πριν την άλωση, ομοίαζε πιο πολύ με ικέτη παρά με ισότιμο εταίρο. Η ευρωπαϊκή στάση αντί να αποτελέσει προειδοποιητική σφαλιάρα προς την Τουρκία, απετέλεσε κρύο ντουζ για τον Ελληνισμό. Ας καταστεί, έστω και τώρα, καμπανάκι αφύπνισης για τις κυβερνώσες ελίτ, οι οποίες, μέσα στην ιδεοληψία και την στρατηγική τους τύφλωση, πίστεψαν σε λόγια και υποσχέσεις κενές.
Τέλος, ας εμπεδώσουμε, διακομματικά και πανεθνικά, πως η ευρωπαϊκή ιδέα δεν απειλείται από τους Όρμπαν και Σαλβίνι. Η Ευρώπη, απειλείται από τους ανεπαρκείς διεκπεραιωτές του ευρωιερατείου και από τα αφεντικά τους στο Βερολίνο, τα οποία οδηγούν την ΕΕ προς μια νέα αυτοχειρία. Καθώς πλησιάζουν ευρωεκλογές, ας αναλογιστούμε ποια Ευρώπη ονειρευτήκαμε, σε ποια Ευρώπη εν τέλει ζούμε και για ποια Ευρώπη θυσιάστηκε μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων, η γενιά μου.
Ο “θείος Σαμ”
Επί της πραγματικότητας του πεδίου. Με τις πρόσφατες προκλήσεις, ο σουλτάνος περνάει στην αντεπίθεση. Είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρίας να μετρήσουμε τα όρια και τις δυνατότητες εχθρών και φίλων. Όπως και να κατανοήσουμε την θέση μας, στο παιχνίδι γιγάντων που παίζεται γύρω μας. Η θέση μας είναι σαφής, όσο σαφής είναι η αδυναμία μας έναντι του αντιπάλου και η συνεπαγόμενη εξάρτηση μας από τη βούληση και τις ενέργειες των ξένων για την ασφάλειά μας.
Η Λευκωσία ορθώς αξιοποιεί κάθε διαθέσιμο μέσο, με πρωτεύον αυτό της ποινικής δίωξης των εμπλεκομένων στην πειρατική γεώτρηση. Τα διεθνή εντάλματα σύλληψης, είναι το μόνο αξιόπιστο μέσο αποτροπής που πηγάζει από το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Επίσης, η παραπάνω ενέργεια δύναται να καθυστερήσει, ή ακόμα και να αναβάλει τις τουρκικές γεωτρήσεις, αλλά δύσκολα θα τις αποτρέψει σε βάθος χρόνου.
Από την άλλη, η μητρόπολη του Ελληνισμού βρίσκεται σε προεκλογική αφασία. Οι προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά και το Αιγαίο, επισκιάζονται από τις εκλογές και τις κοκορομαχίες Τσίπρα-Μητσοτάκη. Στο τέλος της μέρας είναι ο “θείος Σαμ”, δηλαδή ο Τραμπ στην περίπτωση μας, που θα αποφασίσει πότε, πώς και αν θα βάλει φρένο στις τουρκικές διεκδικήσεις.
Τι περνάει από το ελληνικό χέρι
Ενδεικτική της κατάστασης, ήταν η απάντηση του πρέσβη Πάιατ σε ερώτηση σχετικά με την τουρκική προκλητικότητα σε πρόσφατη εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ, όπου ο γράφων έτυχε να είναι παρών: «Παρακολουθούμε τις τουρκικές δραστηριότητες σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές, σας εύχομαι καλή προεκλογική περίοδο». Κατά την ταπεινή μου άποψη, η εν λόγω δήλωση δεν προσφέρεται για πολλαπλές ερμηνείες.
Όσον αφορά, το τι περνάει απ το χέρι της Ελλάδας. Το ελληνικό κράτος, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, πρέπει να θέσει σε πρώτη προτεραιότητα την αναβάθμιση, με κάθε τρόπο, της αποτρεπτικής ισχύος του. Διαχρονικά αποτροπή χωρίς ισχυρές ένοπλες δυνάμεις δεν νοείται. Τα χρονικά περιθώρια, είναι στενά, αλλά όχι ανύπαρκτα. Στο χρόνο, λοιπόν, που απομένει μέχρι το τελικό ξεκαθάρισμα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο οφείλουμε ως κράτος, ως πολίτες και ως κοινωνία, να θέσουμε σε άμεση προτεραιότητα την ενίσχυση του αξιόμαχου των ενόπλων δυνάμεων.
Πρόκειται για ζήτημα επιβίωσης και αξιοπρέπειας, άρα υπεράνω κάθε ιδιοτελούς συμφέροντος. Επ’ αυτού, στα θετικά συγκατέχεται η δήλωση Πάιατ σχετικά με την ανάγκη ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων, όπως και το γεγονός πως η στρατιωτική ηγεσία δείχνει να αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα της κατάστασης, ίσως καλύτερα από την πολιτική.
Εν κατακλείδι, εδώ τίθεται άλλο ένα φλέγον ερώτημα: Πέραν από τις μετρήσιμες μεταβλητές, διαθέτει ο σύγχρονος Έλληνας το σθένος, το ηθικό και πάνω απ όλα τη βούληση να πολεμήσει υπέρ βωμών και εστιών;