28η Οκτωβρίου: αρχή της νίκης, αρχή και της ήττας του Μουσολίνι
29/10/2020Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1922, ένα περίεργο πλήθος πλησίαζε στην Ρώμη. Ήταν περίπου 9.000 μαυροφορεμένοι άνδρες, οπλισμένοι με ρόπαλα και περίστροφα. Κατάκοποι και ταλαιπωρημένοι, έμοιαζαν περισσότερο σαν “ζωντανοί νεκροί”. Οι φασίστες του Μπενίτο Μουσολίνι δήλωναν με έπαρση πως θα κατακτούσαν την εξουσία “με την βία”. Ήταν, όμως, σε τόσο άθλια κατάσταση, που δεν μπορούσαν με τίποτα να πραγματοποιήσουν τις απειλές τους.
Το σχέδιο ήταν να κινητοποιηθούν οι οπαδοί του φασιστικού κόμματος από όλη την Ιταλία και να καταλάβουν την κεντρική εξουσία. Ο φιλόδοξος αρχηγός τους Μουσολίνι ονόμασε την απόπειρα “Πορεία προς την Ρώμη”. Στην πραγματικότητα εξελίχθηκε σε μία παταγώδη αποτυχία. Η κινητοποίηση του στρατού και της αστυνομίας υπήρξε, για τα δεδομένα του ιταλικού κράτους, απροσδόκητα επιτυχής.
Οι αρχές έστησαν τρία σημεία ελέγχου που σταμάτησαν τα τρένα και τα οχήματα που μετέφεραν τους οπαδούς του φασιστικού κόμματος. Μερικές χιλιάδες από αυτούς κατάφεραν να ξεφύγουν και βάδισαν προς την Ρώμη. Ο εξοπλισμός τους ήταν υποτυπώδης, δεν είχαν καμία ελπίδα απέναντι στην πάνοπλη φρουρά της Ρώμης. Ο ίδιος ο Μουσολίνι φοβόταν την σύλληψη του και σχεδίαζε την φυγή του στο εξωτερικό. Το φασιστικό τσούρμο μπορούσε να διαλυθεί με μερικούς πυροβολισμούς. Αρκεί να έρχονταν η εντολή από τον Βασιλιά Βιτόριο Εμμανουήλ. Όμως, η εντολή αυτή δεν ήρθε ποτέ. Αντιθέτως ο Ιταλός βασιλιάς έδωσε στον Μπενίτο Μουσολίνι την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης!
Ουσιαστικά η “Πορεία προς την Ρώμη” ήταν μία κίνηση υψηλού ρίσκου, μία πολιτική μπλόφα του Μουσολίνι. Ο Ιταλός δικτάτορας έπαιξε ένα ριψοκίνδυνο παιχνίδι μέχρι τέλους και κέρδισε. Ως παλιός σοσιαλιστής, ο Μουσολίνι ήθελε τη δικιά του “Οκτωβριανή Επανάσταση”. Μπορεί να εξελίχθηκε σε φάρσα, αλλά δημιούργησε τον μύθο του παντοδύναμου και ανίκητου φασισμού. Στην ουσία το ιταλικό πολιτικό κατεστημένο αποφάσισε να τον αξιοποιήσει, διότι τον θεωρούσε λιγότερο επικίνδυνο από την Αριστερά.
Το κυνήγι του φασιστικού Οκτώβρη
Η πρώτη κυβέρνηση Μουσολίνι περιλάμβανε λίγους φασίστες υπουργούς, επομένως δεν έμοιαζε να αποτελεί μακροπρόθεσμη απειλή. Ο ίδιος ο αρχηγός του φασισμού έμοιαζε να αποδέχεται την ιδέα ενός ευρύτατου κυβερνητικού συνασπισμού μεταξύ των φασιστών, των συντηρητικών και των παραδοσιακών εθνικιστών. Το κατεστημένο πολιτικό σύστημα υπολόγιζε στην γρήγορη κυβερνητική φθορά του φασιστικού κόμματος.
Ο Μουσολίνι κόμπαζε πως ήταν ο μόνος που μπορούσε να επιβάλλει την τάξη στην Ιταλία. Ήταν, όμως, ο ίδιος που είχε συμβάλλει στο κλίμα χάους που επικρατούσε προηγουμένως. Ήταν ο ενορχηστρωτής της φασιστικής τρομοκρατίας των squadistras, έναντι των οργανώσεων και των συνδικάτων του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Όμως, οι squadistras αδημονούσαν για την ολοκληρωτική κατάληψη της εξουσίας.
Γνώριζαν πως το μόνο κόμμα από τον ετερόκλητο κυβερνητικό συνασπισμό που είχε μαζική συγκρότηση, ήταν το φασιστικό. Ειδικά μετά τον διορισμό του Μουσολίνι στην πρωθυπουργία, όλο και περισσότερα πλήθη άρχισαν να συρρέουν στα κομματικά γραφεία του φασιστικού κόμματος. Επομένως, δεν έβλεπαν κανέναν λόγο να μοιράζονται την εξουσία με τους “αποτυχημένους” πολιτικούς.
Η ολοκληρωτική κατάληψη της εξουσίας
Από τις αρχές του 1923 ξεκίνησε ένα δεύτερο κύμα βίας των squadistras, πολύ πιο αιματηρό από το προηγούμενο. Στο στόχαστρο δεν ήταν πλέον μόνο οι σοσιαλιστές, αλλά συλλήβδην τα στελέχη της αντιπολίτευσης. Ο Μουσολίνι ως πρωθυπουργός ανεχόταν την κατάσταση. Εκβίαζε τους πολιτικούς του αντιπάλους με την βία που ασκούσαν οι οπαδοί του. Δήλωνε απειλητικά πως «η φασιστική επανάσταση θα πάρει τον δρόμο της αν χρειαστεί».
Η απαγωγή και φρικτή δολοφονία του γραμματέα του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Τζιάκομο Ματεότι, έμοιαζε η αρχή του τέλους για τον Μουσολίνι. Ο Ματεότι ήταν σφοδρός επικριτής του φασισμού, αλλά μετριοπαθής πολιτικός. Όταν αποδείχθηκε πως δολοφονήθηκε από μέλη του φασιστικού κόμματος, ξέσπασε πολιτική κρίση στην Ιταλία. Πολλοί συντηρητικοί άρχισαν να συζητούν για μία νέα κυβέρνηση «χωρίς αίμα στα χέρια της».
Ταυτόχρονα, τα σκληροπυρηνικά μέλη του φασιστικού κόμματος άρχιζαν να χαρακτηρίζουν την στάση του Μουσολίνι ηττοπαθή και ζητούσαν ανοιχτά την επιβολή δικτατορίας. Ο επικεφαλής των φασιστών δεν αισθανόταν ότι απειλούνταν από τους κοινοβουλευτικούς του αντιπάλους. Φοβόταν, όμως, ιδιαίτερα τους παλιούς συμπολεμιστές του, την βία των οποίων έμοιαζε πλέον αδύνατον να χαλιναγωγήσει.
Έτσι αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα. Στις 3 Ιανουαρίου του 1925 ανέλαβε την «πολιτική, ηθική και ιστορική ευθύνη για την δολοφονία του Ματεότι». Δήλωσε πως «αν ο φασισμός είναι εγκληματική συμμορία, εγώ είμαι ο αρχηγός της» και κήρυξε την ολοκληρωτική δικτατορία του φασιστικού κόμματος. Ακολούθησαν μαζικές συλλήψεις στελεχών την αντιπολίτευσης και το κλείσιμο όλων των αντιπολιτευόμενων εφημερίδων.
Ακόμα μία φορά ο Μουσολίνι στάθηκε τυχερός. Εμφανίστηκε πάλι ως ο εγγυητής της “τάξης” έναντι της εγκληματικής συμπεριφοράς των οπαδών του. Ο Βασιλιάς και το συντηρητικό κατεστημένο ακόμα μία φορά επέλεξαν να μην πράξουν τίποτα. Έδωσαν στον Μουσολίνι μία δεύτερη ευκαιρία και κατέληξαν θλιβερά ανδρείκελα του.
Το τέλος του φασιστικού μύθου
Σχολιάζοντας την αποπομπή του Μουσολίνι από το Ιταλικό Σοσιαλιστικό κόμμα το 1914, ο Λένιν φέρεται να είπε «έφυγε ο μόνος που μπορούσε να κάνει επανάσταση στην Ιταλία». Ο Ιταλός δικτάτορας ήταν μία αντιφατική προσωπικότητα. Από ειρηνιστής ακτιβιστής, κατέληξε εθελοντής στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από κορυφαίο στέλεχος του ιταλικού σοσιαλισμού κατέληξε ιδρυτής του φασισμού. Χωρίς κανέναν δισταγμό υποκίνησε την βία και την τρομοκρατία κατά των παλιών του συντρόφων. Ο Μουσολίνι περιφρονούσε κατά βάθος τον αρχηγό των Γερμανών εθνικοσοσιαλιστών, τον Αδόλφο Χίτλερ που κατέλαβε την εξουσία το 1933.
Γρήγορα, όμως, φάνηκε πως ο εθνικοσoσιαλιστής μαθητής θα ξεπερνούσε τον φασίστα δάσκαλο. Η ναζιστική Γερμανία προσάρτησε την Αυστρία, διαμέλισε την Τσεχοσλοβακία και τον Σεπτέμβριο του 1940 επιτέθηκε στην Πολωνία. Ο Μουσολίνι έπρεπε να αρκεστεί στην στρατιωτική κατάληψη της Αιθιοπίας και της Αλβανίας. Μόλις έμαθε ότι τα στρατεύματα των ναζί κατέλαβαν την Ρουμανία, φέρεται να εξοργίστηκε με τον Χίτλερ. Σχολίασε με οργή πως «καταλαμβάνει χώρες και μου στέλνει από ένα τηλεγράφημα».
Η επίθεση στην Ελλάδα ήταν ένας τρόπος για να ικανοποιηθεί ο πληγωμένος εγωισμός του Μουσολίνι. Θεωρούσε πως θα έκανε έναν εύκολο περίπατο. Υποτίμησε, όμως, πλήρως τους στρατιωτικούς συσχετισμούς. Επέλεξε να επιτεθεί στις 28 Οκτωβρίου, προκειμένου να συμπέσει ημερολογιακά με την “Πορεία στην Ρώμη”. Ο ελληνικός στρατός έκανε αυτό που δεν έκαναν οι Ιταλοί το 1922. Πυροβόλησε το φασιστικό τσούρμο. Για μήνες ο ιταλικός στρατός πολεμούσε χωρίς να σημειώσει κάποια αξιόλογη επιτυχία, μέχρι που οι Γερμανοί τους έβγαλαν από την δύσκολη θέση. Η 28η Οκτωβρίου του 1940 ήταν η αρχή του τέλους για τον μύθο του “ανίκητου φασισμού”. Έναν μύθο που έκανε το λάθος να πιστέψει ο ίδιος ο Μουσολίνι, πληρώνοντας το στο τέλος ακριβά.