Αυτονομία ή βαρβαρότητα: Η επίκαιρη πολιτική πρόταση του Κορνήλιου Καστοριάδη
06/07/2025
Στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα το αντιπροσωπευτικό σύστημα αυτο-μετατράπηκε σε ένα κατ’ όνομα κοινοβουλευτικό και αντιπροσωπευτικό καθεστώς, αφού οι αποφάσεις για τα βασικά ζητήματα της κοινωνίας λαμβάνονται όχι μόνον ερήμην της κοινωνίας, αλλά και ερήμην του κοινοβουλίου. Παρά το ότι υπάρχουν οι εκλογές, το κοινοβούλιο και τα κόμματα, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται εντός του κοινοβουλίου, αλλά εκτός.
Λαμβάνονται από οικονομικές, κοινωνικές, μιντιακές ελίτ και επιβάλλονται στην εκτελεστική-κυβερνητική εξουσία η οποία έχει κατά κάποιον τρόπο αυτονομηθεί από τα κοινοβούλια, από τον έλεγχο της κοινωνίας και της δικαστικής εξουσίας, και λειτουργεί με αυθαίρετες κυβερνητικές αποφάσεις, προεδρικά διατάγματα και πράξεις νομοθετικού περιεχομένου.
Αποφασιστικό ρόλο στην λήψη των αποφάσεων διαδραματίζουν υπερεθνικοί οργανισμοί που βρίσκονται εκτός των χωρών: ΕΕ. ΔΝΤ, ΠΟΕ, ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα, χρηματιστικό τραπεζικό κεφάλαιο, οι αγορές, ΝΑΤΟ με διευθυντή ορχήστρας τις ΗΠΑ, που αποτελούν το διεθνές παγκόσμιο διευθυντήριο και είναι ο πραγματικός κυβερνήτης του κόσμου. Εκεί λαμβάνονται κυρίως οι στρατιωτικές, οι οικονομικές και νομισματικές αποφάσεις οι οποίες επιβάλλονται σε κυβερνήσεις, καθιστώντας τα κοινοβούλια απλούς επικυρωτές αυτών των αποφάσεων.
Η κατάσταση αυτή απότοκη του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης έχει διαμορφωθεί και εξυπηρετηθεί από μια νέα τεχνική διακυβέρνησης με όπλα τις εκλογές του θεάματος, της διαφήμισης και της προπαγάνδας, την χειραγώγηση της κοινής γνώμης μέσω των κομματικών ιδεολογιών και των ΜΜΕ, τις δημοσκοπήσεις και τα γκάλοπ, ήτοι μέσω των ψευδών, της εικόνας και του θεάματος (Guy Debord), μέσω ενός κατασκευασμένου ψευδούς σύμπαντος “εικονικής πραγματικότητας»”. Ως γνωστόν, η ισχυρότατη εξουσία των ΜΜΕ ανήκει στις οικονομικές ελίτ και εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Καθοριστικό ρόλο στην μεγάλη κρίση έχει παίξει και το μεγάλο ποσοστό της αποχής στις εκλογές που συνήθως πλησιάζει ή υπερβαίνει το 50%. Η στάση αυτή σημαίνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι οι κυβερνήσεις δεν έχουν ισχυρό τίτλο νομιμοποίησης, αφού πια κυβερνούν με την συναίνεση ενός ελαχίστου μέρους του εκλογικού σώματος, λιγότερο του 30% του συνόλου των ψηφοφόρων, δηλαδή είναι άκρως μειοψηφικές, και έτσι ο κανόνας της πλειοψηφίας, που ήταν η σημαία του φιλελευθερισμού της νεωτερικότητας, είναι σκέτη φενάκη. Δεύτερον, η μεγάλη αποχή σημαίνει ότι μεγάλα κοινωνικά σύνολα δεν πιστεύουν πια ότι μπορεί να υπάρξει κάποια αλλαγή με τις εκλογές, δηλαδή έχουν περιέλθει σε κοινωνική απογοήτευση, παραίτηση και ιδιώτευση.
Στο καθεστώς αυτό, τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα είναι αδύνατον να “αντιπροσωπευθούν”, όπως δεν αντιπροσωπεύονταν και στον κοινοβουλευτισμό. Ο Καστοριάδης είχε χαρακτηρίσει τα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα φιλελεύθερες ολιγαρχίες, όμως σήμερα μπορούμε να πούμε ότι είναι νεοφιλελεύθερες ολιγαρχίες. Ο κοινοβουλευτισμός έχει έτσι μετατραπεί σε ένα μετα-αντιπροσωπευτικό ή μετα-κοινοβουλευτικό καθεστώς, και όχι σε «μετα-δημοκρατία» όπως λανθασμένα αποκαλείται. Ο κοινοβουλευτισμός δεν ήταν ποτέ δημοκρατία για να υπάρξει «μετα-δημοκρατία».
Η μετάλλαξη αυτή δηλώνει με τον εμφανέστερο τρόπο ότι το κοινοβουλευτικό πολίτευμα ήταν και παραμένει oλιγαρχικό, ότι είναι πολίτευμα των ισχυρών οικονομικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, και ανίκανο να αυτοπροστατευθεί και να αντιπροσωπεύσει τα συμφέροντα των κατώτερων και μεσαίων τάξεων. Πράγματι, στον μετα-κοινοβουλευτισμό το κράτος προνοίας φαλκιδεύεται, το κράτος δικαίου εξαϋλώνεται, οι κοινωνικές υποδομές αποδιαρθρώνονται, η δημόσια υγεία και παιδεία καταρρέουν, οι σχέσεις εργασίας και παραγωγής χειροτερεύουν. Ίσως ζούμε στο λυκόφως του κοινοβουλευτισμού, πράγμα που επιβεβαιώνεται από το ότι οι κυβερνητικές και οι κρατικές πρακτικές ρέπουν προς τον άκρατο αυταρχισμό.
Κοινοβουλευτισμός και ολοκληρωτισμός
Στο σημείο αυτό εγγίζουμε ένα μελανό σημείο στην ιστορία του κοινοβουλευτισμού που είναι η στενή του σχέση με τον ολοκληρωτισμό. Την σχέση αυτή οι υποστηρικτές του αποφεύγουν συστηματικώς να θίξουν ή είναι απρόθυμοι να δουν. Μία αρνητική συνέπεια αυτής της απροθυμίας είναι να αποδίδουν κάποιοι στοχαστές λανθασμένα τον ολοκληρωτισμό ή την ολοκληρωτική ροπή των κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων στην δημοκρατία, όπως ο Lefort και διάφοροι γαλλόφωνοι διανοούμενοι που τον επαναλαμβάνουν χωρίς καμία κριτική.
Όμως ο ολοκληρωτισμός δεν προέκυψε από την άμεση δημοκρατία, αλλά από τους κόλπους του κοινοβουλευτισμού, από τους ολιγαρχικούς θεσμούς του με την κατάργηση των ατομικών ελευθεριών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των άλλων κομμάτων στην Ιταλία, την Γερμανία, την Ελλάδα και την Ισπανία. Ενώ στη Ρωσία προήλθε από την ουσιαστική απονεύρωση των σοβιέτ που ήταν οι φορείς της δημοκρατικής αντίληψης και πρακτικής, από τον μαρξισμό του Λένιν και του Τρότσκι οι οποίοι προέβησαν σε διώξεις και απαγορεύσεις όλων των υπολοίπων κομμάτων μέχρι την πλήρη εξαφάνισή τους.
Έτσι ο ολοκληρωτισμός επιβλήθηκε αφού κατατρόπωσε όλα τα υπόλοιπα πολιτικά ρεύματα και κοινωνικά κινήματα. Δεν προέκυψε από την δημοκρατία, διότι αυτή δεν υπήρχε στην Ιταλία και στην Γερμανία του μεσοπολέμου – υπήρχε κοινοβουλευτισμός. Ενώ στην Ρωσία του 1917 προέκυψε ακριβώς από την κατάργηση των δημοκρατικών σοβιέτ.
Την σχέση του κοινοβουλευτισμού με τον ολοκληρωτισμό θέλησε να εκφράσει ο μαρξιστής Marcuse, αλλά με άστοχο τρόπο, διότι, προκειμένου να χαρακτηρίσει τον κοινοβουλευτισμό, χρησιμοποίησε τον λανθασμένο όρο «ολοκληρωτική δημοκρατία» (totalitarian democracy) Όμως πρόκειται για σύγχυση, διότι ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι ούτε δημοκρατία ούτε ολοκληρωτισμός, αλλά μια (νέο) φιλελεύθερη ολιγαρχία. Την ίδια σύγχυση έχει και ο Agamben στα κείμενά του, όταν μιλάει λανθασμένα για την σχέση «νεωτερικής δημοκρατίας» και ολοκληρωτισμού, όπως στο έργο του Homo sacer.
Θα ήταν καλύτερα να γίνεται λόγος για τις αυταρχικές ή ολοκληρωτικές τάσεις των αντιπροσωπευτικών πολιτευμάτων, όπως διαπιστώνονται και σήμερα. Πράγματι, οι αυταρχικές τάσεις είναι εμφανείς σε αρκετά κοινοβουλευτικά καθεστώτα σε Ουγγαρία, Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία, Ρωσία, Ουκρανία, Αργεντινή, Τουρκία, για να μη μιλήσουμε για τις ΗΠΑ κατά την διακυβέρνηση Τραμπ ή για την εποχή της σφαγής των εργατών στο Σικάγο 1886, των δικαστικών δολοφονιών των Σάκο-Βαντσέτι και του ζεύγους Ρόζενμπεργκ, του μακαρθισμού, του ρατσισμού (Κu Κlux Κlan) και των φυλετικών διακρίσεων μέχρι το 1972.
Τί τόνιζε ο Καστοριάδης
Ο Καστοριάδης τονίζει πως ο ολοκληρωτισμός υπάρχει στον καπιταλισμό ως εγγενής τάση, την οποία ο κοινοβουλευτισμός δεν μπορεί να αποτρέψει να εκδηλωθεί ως θεσμικό σύστημα, όπως απέδειξε η ιστορία. Ειδικώς σήμερα με την τεχνολογική εξέλιξη και την χρησιμοποίησή της από τις ισχυρές διεθνικές εταιρείες ο κίνδυνος πλήρους και ανεξέλεγκτης κυριάρχησης των τελευταίων είναι εμφανής.
Ο κίνδυνος αυτός επισημαίνεται και από φιλελεύθερους διανοουμένους και είναι πραγματικός αν λάβουμε υπ’ όψιν την οικονομική, άρα και πολιτική, δύναμη των εταιρειών κολοσσών, οι οποίες όχι μόνο χειραγωγούν την αγορά και τις αγορές, αλλά πιέζουν, επηρεάζουν και εκβιάζουν τις κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις. Έτσι, αυτές, με την διαρκή εξέλιξη και ανανέωση, υπονομεύουν τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες (δηλαδή μετα-κοινοβουλευτισμός) και ο καπιταλισμός μοιάζει πιο ισχυρός από ποτέ.