Αν καταλογιζόταν η ευθύνη η Ελλάδα θα ήταν πολύ καλύτερη
30/05/2025
Η έννοια της ευθύνης επιλογής (culpa in eligendo) που θα εξετάσουμε, όχι όμως κατά την υπαρξιακή άποψη, αλλά κατά την πολιτική, ποινική, αστική, πειθαρχική και ως κοινωνική απαξία-άποψη, αναφέρεται στην κατάσταση, όπου κάποιος έχει ευθύνη από το νόμο ή από τη θέση εξουσίας που κατέχει, για τις επιλογές του ή μη επιλογές του, ιδιαίτερα για την τοποθέτηση προσώπων σε θέσεις ευθύνης και τις συνέπειες των επιλογών του των ιδίων και των προσώπων που επιλέξανε, στο δημόσιο και πολιτικό βίο, γιατί κάθε επιλογή εκ του εκβάντος κρίνεται. Συνεπώς, η επιλογή προσώπων για θέσεις ευθύνης πρέπει να γίνεται εντός των ορίων και με κριτήρια, που ορίζει ο νόμος ή με την ουσιαστική και όχι ψευδεπίγραφη εκτίμηση των καταστάσεων για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων που καλείται ο υπόλογος να αντιμετωπίσει.
Κατά την υπαρξιακή άποψη, η ευθύνη συνδέεται με την ελευθερία επιλογής, δηλαδή, την ιδέα ότι οι άνθρωποι έχουν την ελευθερία να διαλέξουν το δικό τους μονοπάτι της ζωής, αλλά και να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των επιλογών τους ή των μη επιλογών τους που επιφέρουν συνέπειες στους ιδίους ή άλλους. Η επιλογή είναι μέρος της ζωής μας και δεν μπορούμε να αποφύγουμε την επιλογή, που σημαίνει, ότι αν δεν επιλέξουμε τίποτα, και αυτό είναι επιλογή. Σύμφωνα με τον J.P. Sartre είμαστε οι επιλογές μας. Άλλωστε η υπαρξιακή άποψη για την ευθύνη επιλογής μπορεί να εφαρμοστεί σε κάποια σημεία αναλογικά για κάθε είδος επιλογής και της ευθύνης της.
Το πρόβλημα της ευθύνης επιλογής είναι διαχρονικό και διεθνές, όπως φαίνεται από τον λατινικό ορισμό της (culpa in eligendo), με διάφορες μορφές υλοποίησης της ευθύνης αυτής και συνηθέστερη της ανάληψης της πολιτικής ευθύνης, όταν κάποιος πολιτικός αρχηγός δηλώνει ότι αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη και μάλιστα με τη φράση mea culpa δηλαδή αναλαμβάνει το πολιτικό κόστος, που έτσι και αλλιώς ενυπάρχει.
Φυσικά η ανάληψη ευθύνης θα ήταν πιο αποτελεσματική αν συνοδεύεται με παραίτηση από το πολιτικό αξίωμα και σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις από απόσυρση από το πολιτικό βίο. Σαφώς κατά καιρούς πολιτικά πρόσωπα παραιτούνται από το αξίωμα τους, αλλά συνήθως η παραίτηση δεν είναι οικειοθελής αλλά καθ΄ υπόδειξη. Τις περισσότερες φορές όμως, όταν τύχει κάποια “στραβή” οι πολιτικοί φορτώνουν την ευθύνη σε αναλώσιμους ή αποδιοπομπαίους τράγους, που φαίνεται ότι τιμωρούνται με την απομάκρυνση τους, χωρίς όμως άλλη συνέπεια, ο δε πολιτικός παραμένει αλώβητος και εμφανίζεται στα ΜΜΕ ως τιμωρός.
Δεν νοείται πειθαρχική ευθύνη για τους κατέχοντες ως μετακλητοί υπάλληλοί θέση ευθύνης εκτός υπαλληλικής ιεραρχίας, αλλά μόνο η υποβολή της παραίτησης και μάλιστα για λόγους προσωπικούς, υπέχουν όμως ποινική ευθύνη για παράβαση καθήκοντος (αρθ.259ΠΚ), αλλά δύσκολα στοιχειοθετείται ο υπερχειλής δόλος, που απαιτείται για την υποκειμενική συγκρότηση του αδικήματος. Η ποινική ευθύνη των πολιτικών, που τους τοποθέτησαν στις θέσεις αυτές, για αδικήματα των υπόλογων που εποπτεύουν, πολύ δύσκολα στοιχειοθετείται, γιατί πρέπει να αποδεικνύεται η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς του πολιτικού και της άδικης πράξης.
Σαφώς οι υπόλογοι υπέχουν αστική ευθύνη για τη ζημία, που προκάλεσαν στο Δημόσιο από πράξη ή παράλειψη τους, αλλά αυτό απαιτεί πράξη καταλογισμού από το Ελεγκτικό Συνέδριο, που σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνει. Η κοινωνική απαξία ως ηθική τιμωρία για αυτούς, που παραβαίνουν το νόμο και μένουν ατιμώρητοι αποτελεί είδος εν ανεπάρκεια, γιατί σχεδόν όλοι αγκαλιάζουν τους “Μαυρογιαλούρους”. Νομίζω, ότι κατόπιν των αποκαλύψεων για διαφθορά και κακοδιοίκηση σε διάφορους δημόσιους οργανισμούς πρέπει να θεσπιστεί ένα νομικό πλαίσιο, ώστε οι πολιτικές ηγεσίες να επιλέγουν για θέσεις ευθύνης πρόσωπα με αξιολογικά κριτήρια ικανά να εκτελέσουν με επιτυχία το ανατεθέν έργο και όχι με πολιτικά κριτήρια ιδιαίτερα για τα παιδιά του κομματικού σωλήνα ή για ανταπόδοση υπηρεσιών.