Από τα κοινά στο απολυταρχικό κράτος και στην κομματοκρατία
17/02/2020Η πρώτη πράξη του Όθωνα, όταν ήλθε ως βασιλεύς στην Ελλάδα, ήταν να καταργήσει τα κοινά, που ήταν οι πόλεις-κράτη της αρχαιότητας, όπως προσαρμόστηκαν στην πορεία της ιστορίας. Μαζί με τα κοινά κατήργησε και τη δημοκρατία μέσα σ’ αυτά. Θεωρούσε ότι δεν είναι δυνατόν ο “άπληστος”, ο “εγωπαθής”, ο “άθλιος”, ο “αγράμματος” ελληνικός λαός να θέλει να ασκεί την πολιτική διοίκηση της χώρας του.
Κατά την κυρίαρχη άποψη στη Δύση, και βέβαια του Όθωνα, η πολιτική διοίκηση είναι ένα ευγενές λειτούργημα που ανήκει στους βασιλείς. Απαξίωνε εκείνη τη στιγμή ολόκληρη την ιστορία του ελληνικού πολιτισμού. Εδώ βρίσκεται το κεντρικό πρόβλημα. Με τη δυτική λογική εκείνης της εποχής, οι Βαυαροί εγκαθίδρυσαν ένα “ελέω θεού” απολυταρχικό κράτος.
Το κράτος αυτό πετυχαίνει τα εξής δύο: Πρώτον, καταργεί τη σχέση μεταξύ πολιτικού προσωπικού και κοινωνίας. Όταν καταργεί κανείς τη δημοκρατία, ο πολίτης που πρώτα ήξερε ότι όταν είχε πρόβλημα θα πήγαινε στον Δήμο (στη μάζωξη όπως την έλεγαν) και θα έλεγε το πρόβλημά του, τώρα πηγαίνει στον πολιτικό, γιατί αυτός κατέχει την αρμοδιότητα του Δήμου.
Η υφαρπαγή από το κράτος είναι καθολική, εξού και το κράτος αποκαλείται δημόσιο. Όταν, λοιπόν, ο πολίτης πηγαίνει στο κράτος, δηλαδή στον πολιτικό, ο πολιτικός δημιουργεί προσωπική σχέση μαζί του, άρα οι πολιτικές του κράτους δεν ανάγονται στο συλλογικό. Συντελείται έτσι η πλήρης αποδόμηση του συλλογικού ως πολιτικού διακυβεύματος. Γιατί γίνεται πλήρης αποδόμηση; Διότι συλλογικά, αθέσμιτα λειτουργεί μόνο μια μάζα ανθρώπων, όχι άνθρωποι που είχαν πολιτική παιδεία δημοκρατίας. Αυτό απαντάει και στο τι πολιτική παιδεία έχει ο Έλληνας σήμερα και ποιος φταίει.
Αργότερα οι απολογητές εκείνης της τομής θα επικαλεστούν τις ιδεολογίες της μετάβασης, τον φιλελευθερισμό και τον σοσιαλισμό, οι οποίοι, όμως, δεν είχαν καμία σχέση με την ιδιοσυστασία της ελληνικής κοινωνίας. Όντως, η αστική, η φιλελεύθερη και η σοσιαλιστική ιδεολογία, η καθεμία με τον τρόπο της, επιδιώκει την απελευθέρωση από τη φεουδαρχία, προκειμένου να δημιουργηθεί κοινωνία με ελευθερία. Δεν υπάρχει, όμως, ούτε η θεσμισμένη συλλογικότητα (δήμος) ούτε έστω η έννοια του λαού για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας θεσμικής ή εξωθεσμικής συνάντησης της πολιτικής με το συμφέρον της κοινωνίας.
Αντιπαράθεση Ελληνισμού-κομματοκρατίας
Το δεύτερο εξίσου μεγάλο διακύβευμα είναι ότι η κομματοκρατία ανέδειξε σε εχθρό της την αστική και πνευματική ηγεσία του Ελληνισμού. Η αντιπαράθεσή της μαζί τους διήρκεσε περίπου έναν αιώνα, μέχρι το 1922. Η κομματοκρατία απαγόρευσε, στο όνομα της εθνικής ολοκλήρωσης, την είσοδο της μεγάλης οικουμενικής αστικής τάξης του Ελληνισμού, που ιστορικά δεν σταμάτησε ποτέ να υπάρχει και να ηγεμονεύει σε έναν ευρύτερο χώρο από την τότε ελληνική επικράτεια.
Η αστική τάξη θα μπορούσε να είναι ένας ενδιάμεσος φορέας δημιουργίας (λόγω της επιρροής που ασκούσε στην εξουσία) όρων ταξικής μεν, αλλά γενικού συμφέροντος πολιτικής λειτουργίας αναγόμενης στη συλλογική κοινωνία. Θα ήταν η αντίληψη της αστικής τάξης που θα καθόριζε τι συμφέρει στη χώρα, αλλά θα ήταν στοχευμένη σε έναν συλλογικό σκοπό, όχι σε πελατειακές σχέσεις.
Μην επιτρέποντας, λοιπόν, στην αστική τάξη να εγκατασταθεί και εδραιωθεί στην τότε ελληνική επικράτεια, ηγεμόνευσε η πολιτική τάξη της κομματοκρατίας. Εάν είχε εισέλθει αυτή η μεγάλη αστική τάξη στο προσκήνιο, το τότε πολιτικό προσωπικό θα υστερούσε τόσο πολύ που θα εκτοπιζόταν σε δευτερεύοντες και τριτεύοντες ρόλους.
Αποδόμηση αστικής τάξης
Το κράτος αυτό είναι εξ ολοκλήρου υπόλογο του γεγονότος ότι συνέβαλε καταλυτικά στην αποδόμηση αυτής της αστικής τάξης, στην αποδόμηση αυτού του ίδιου του μείζονος Ελληνισμού. Κι αυτό, διότι μην έχοντας μεριμνήσει για την εθνική ολοκλήρωση τον άφησε βορά στους εθνικισμούς και στη συνέχεια στον “υπαρκτό σοσιαλισμό”. Κορύφωση ήταν το 1922.
Ποιος υπονόμευσε το μικρασιατικό εγχείρημα; Οι άρχουσες δυνάμεις στην Αθήνα. Αν εξετάσουμε δε το 1897, θα δούμε πως ενέπλεξαν τη χώρα σε μια περιπέτεια χωρίς να έχουν μεριμνήσει για την παραμικρή προετοιμασία. Στο όνομα της Μεγάλης Ιδέας διακινείτο μια εσωτερική, μεγιστοποιημένη ρητορική εθνικής ολοκλήρωσης (για ψηφοθηρικούς λόγους), για την οποία ποτέ δεν προετοίμασαν την Ελλάδα. Εξού και η συντριβή.
Αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας στην απογείωση με την έλευση του Βενιζέλου. Αναφέρομαι στην πρώτη περίοδο, γιατί στη δεύτερη ακολούθησε τη λογική της κομματοκρατίας. Ο λόγος είναι ότι ο Βενιζέλος δεν υπήρξε προϊόν του κομματικού σωλήνα, ήρθε απ’ έξω, “φυτευτός”, όταν το σύστημα στην Ελλάδα είχε ήδη καταρρεύσει. Δεν θα μπορούσε ποτέ ο Βενιζέλος και κανένας άλλος να παίξει έναν ρόλο εθνικού χαρακτήρα, εάν είχε αναδειχθεί μέσα από τη χοάνη της κομματοκρατίας.
Συνοψίζοντας, η τροπή που πήραν τα πράγματα οφείλεται στην αποτυχία της Επανάστασης και στη δημιουργία ενός θνησιγενούς κράτους-προτεκτοράτου, στο οποίο επιβλήθηκε ένα πολιτικό σύστημα αναντίστοιχο προς το ανθρωποκεντρικό ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας.