ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ

Από τη ”Λήθη” στον Παράδεισο, την Κόλαση και την Αθανασία

Από τη "Λήθη'' στον Παράδεισο, την Κόλαση και την Αθανασία, Κρινιώ Καλογερίδου

Η πρώτη εντρυφής εμπειρία και ουσιαστική εξοικείωσή μου με τον σονετογράφο-στοχαστή Λορέντζο Μαβίλη έγινε σε νεαρή ηλικία μέσω μιας φοιτητικής εργασίας μου για τη ”Λήθη”. Τη ”Λήθη” που με συγκλόνισε από τον πρώτο της στίχο: ”Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε / την πίκρια της ζωής…”.

Πολύ περισσότερο όταν προχώρησα στους επόμενους, για να διαπιστώσω ότι διάβαζα πεισιθάνατη ποίηση (σε πνεύμα αδιεξόδου της ζωής), σαν εκείνη του Καρυωτάκη που παρέπεμπε στον αθεϊστικό πεσιμισμό του Σοπενχάουερ, Γερμανού φιλοσόφου και ”δασκάλου” του.

Της ζωής, που — ενώ την θεωρούμε δώρο και ευλογία στην χριστιανική ζωή — γίνεται, στην περίπτωση των πεισιθάνατων ποιητών και φιλοσόφων, δυσβάσταχτο βάρος. Πεδίο δοκιμασιών, διαψεύσεων και απογοητεύσεων. Αποτέλεσμα του συσσωρευμένου αυτού αρνητισμού είναι η απόρριψη κάθε ιδέας για ευδαιμονική θέαση της ζωής και επί γης ευτυχία. Έτσι εξηγείται γιατί στη ”Λήθη” του ο Μαβίλης συστήνει στον πενθούντα αναγνώστη που βιώνει έντονα συναισθήματα για τον χαμό των δικών του: «Όντας βυθίσει ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει, / μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ‘ναι!».

Θεωρεί, προφανώς, ότι εκεί που είναι οι νεκροί δεν νιώθουν καμιά θλίψη, γιατί είναι απαλλαγμένοι από τον πόνο της ανάμνησης. Πόνο τον οποίο ξαναβιώνουν, ωστόσο, όταν — την ώρα που πίνουν το νερό της λήθης στη ”βρύση της λησμονιάς” — ματαιώνεται η απώλεια της ανάμνησης από τα δάκρυα των συγγενών τους.

Ο υπερκερασμός του “εγώ”

Όμως, μέσα στον πόνο, δεν τα σκέφτονται αυτά οι ζωντανοί. Δεν τα σκέφτεται η πλειοψηφία τους, αν εξαιρέσουμε τους ιερωμένους της Ορθόδοξης πίστης που θεωρούν την έξοδο της ψυχής απ’ το σώμα ως μετάβαση από τον φθαρτό, υλικό κόσμο στην αιώνια ζωή (βλ.”Περί Ψυχής και Αναστάσεως Λόγος” του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης) και αυτούς οι οποίοι διαχρονικά (για να πνίξουν τον φόβο τους) πείθουν τον εαυτό τους ότι δεν υπάρχει θάνατος.

Ότι είναι κάτι ακατανόητο, δηλαδή, μη συμβατό με τη ζωή. Γι’ αυτό και τον αγνοούν πέφτοντας θύμα του ενστίκτου της, που τους υπαγορεύει να ζουν την κάθε μέρα με αστοχασιά και αφέλεια, αντί να σκέφτονται τον θάνατο και να προετοιμάζονται γι’ αυτόν, ”όπως διδάσκει η Χριστιανική θρησκεία”.

Η παρανόηση της διδαχής είναι πλήρης στην περίπτωσή τους, βέβαια, γιατί ο Χριστιανισμός δεν διδάσκει την… εμμονή με τον θάνατο, αλλά τη συμφιλίωση μαζί του, κάτι που θα επιτευχθεί με την υπερκερασμό του ”εγώ”.

Όσο υπάρχει αυτό, ο άνθρωπος κυριεύεται από αστοχασιά και τύφλωση, που του γεννούν φριχτή αγωνία και απόγνωση για το επικείμενο τέλος. Αντίθετα, υπό την χριστιανική οπτική, η μαγική λέξη είναι ”μετάβαση”. Μετάβαση στο ”μη-είναι”, η οποία σηματοδοτεί το τέλος ενός κύκλου και την αρχή ενός άλλου, αφού διαρκώς γεννιόμαστε και πεθαίνουμε.

Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να φοβάται κανείς το ”μη-είναι”, αφού δεν το γνωρίζει. Σ’ αυτήν την περίπτωση είναι καλύτερο να ακολουθεί τη συμβουλή του Σωκράτη, παρεμπιπτόντως [”ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι” (μ.τ.φ ”αυτά που δεν ξέρω δεν υποκρίνομαι ότι τα ξέρω”)]. Να μην υποκρίνεται, δηλαδή, ότι γνωρίζει τα της μη ύπαρξής του, για να μην βασανίζεται ψυχικά νιώθοντας ότι πορεύεται σ’ έναν ωκεανό ανυπαρξίας, τη στιγμή που ο Χριστός (”ο Νοητός ”Ήλιος της Δικαιοσύνης”, που λέει ο Ελύτης) τον καλεί να βρει νόημα στη ζωή και να την αναζητήσει στη Βασιλεία και τη Δικαιοσύνη Του.

”Μηδείς φοβείσθω θάνατον”

Εκεί όπου ισχύει ο αναστάσιμος λόγος του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, που μιλάει ουσιαστικά για την Αθανασία της ψυχής η οποία συνδέεται άμεσα με την Ανάσταση: ”Μηδείς φοβείσθω θάνατον. Ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτήρος Θάνατος. Ἀνέστη Χριστός καί πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός καί χαίρουσιν ἂγγελοι”.

Η Αθανασία της ψυχής, βέβαια — στο μυαλό του απλού ανθρώπου — δε σημαίνει αυτό που σήμαινε στο μυαλό των σοφών προγόνων μας: του Σωκράτη και των άλλων αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, οι οποίοι τη θεωρούσαν εγκλωβισμένη, θαμμένη στο γήινο σώμα κατά την γέννηση και απελευθερωμένη από τα δεσμά του μόνο μετά τον θάνατό του.

Γι’ αυτό και δυσκολεύεται να πιστέψει στο θεμελιώδες “πιστεύω” της φιλοσοφικής θρησκείας του Πλατωνισμού περί Αθανασίας της ψυχής, η οποία εκφράζεται στον Χριστιανισμό με τον πασχαλινό ύμνο ”Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας”. Ύμνο που εκφράζει τον πόθο του ανθρώπου για τη ζωή και τον φόβο του για τον θάνατο, τον οποίο κατατρόπωσε μόνο ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Ανάσταση με υπερκόσμιες διαστάσεις, τις οποίες είναι δύσκολο να συλλάβουν οι κοινοί θνητοί διαχρονικά.

Τόσο η Ανάσταση εκ νεκρών (στην μετά θάνατο ζωή κατά την Δευτέρα Παρουσία), όσο και η Αθανασία της ψυχής προβληματίζουν ες αεί τον ”πρακτικό νου” εκείνων που ερμηνεύουν τα πάντα με τη λογική και όχι την πίστη. Υπό την οπτική αυτού του προβληματισμού, ”Αθανασία της ψυχής” θα έπρεπε να σημαίνει την μετά θάνατον συνέχεια της ανθρώπινης συνείδησης και, συνεκδοχικά, της μνήμης. Κάτι λογικά αδύνατο και παράδοξο. Γι’ αυτό οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι το τέλος της ζωής είναι οριστικό τέρμα της ύπαρξης και όχι μετάβαση της ψυχής στο πνευματικό επίπεδο.

Στο επίπεδο όπου την περιμένουν στον Άδη είτε τα αιώνια αρχέτυπά της (βλ. Πλάτων: Φαίδων, Περί ψυχής) είτε ο Παράδεισος (”Βασιλεία του Θεού”) και η Κόλαση (βλ. Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, κεφ 25: ”πυρ και κόλασις αιώνιος” Καινή Διαθήκη, με αναφορές στη ”Γέεννα” [γεωγραφική περιοχή της Παλαιάς Διαθήκης, που συμβολίζει την Κόλαση], ”το πυρ το άσβεστον”, ”το σκότος το εξώτερον”), όπου κυριαρχεί ο κλαυθμός, ο οδυρμός και ο βρυγμός (τρίξιμο) των δοντιών των κολασμένων τεθνεώτων.

Παράδεισος και Κόλαση

Σημειωτέον ότι Παράδεισος και Κόλαση αποτελούν κεντρικό θέμα και λυδία λίθος του Χριστιανισμού ως Ορθοδοξίας (βλ. Κατά Λουκά Ευαγγέλιο, όπου ο Χριστός λέει στον ληστή: ”Σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω”. Και εκείνος του απαντά ”μνήσθητι μου Κύριε […] εν τη βασιλεία Σου”).

Σημειωτέον, επίσης, ότι στο μυαλό του κόσμου που έχει επηρεαστεί απ’ τη δυτική Θεολογία, η είσοδος στον Παράδεισο (μετά την Δευτέρα Παρουσία) εξασφαλίζει στον άνθρωπο την αιώνια ζωή και μακαριότητα κοντά στον Θεό, ενώ η αποπομπή του στην Κόλαση (που βρίσκεται σε διαφορετικό τόπο) τον υποχρεώνει να ζει βασανισμένα με τον Διάβολο στο πλευρό του.

Σε αντίθεση με την δυτική, η ορθόδοξη Θεολογία δεν θεωρεί τον Παράδεισο και την Κόλαση ως ξεχωριστούς τόπους και την ”κολασμένη ζωή” ως μια κατάσταση που επιβάλλεται από κάποιον νόμο του Θεού. Ως ένα είδος φυλακής, δηλαδή, ”κτιστού τόπου βασάνων και οδυνών”, όπως τον παρουσιάζει η παπική ερμηνεία.

Για την Ορθοδοξία η Κόλαση αντιπροσωπεύει περισσότερο μια τιμωρητική αίσθηση από τον Θεό προς τον αμαρτωλό άνθρωπο. Λόγω της αίσθησης αυτής, παρουσιάζεται ο Θεός στην αντίληψη των ανθρώπων ”τιμωρός και εχθρικός”, ενώ δεν είναι. Στο συμπέρασμα αυτό συμφωνούν ομόθυμα οι Πατέρες της Εκκλησίας (βλ. επιστολή Απ. Παύλου προς Τιμόθεον Α’, 2,4: ”Ο Θεός ”πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν”).

Το “πυρ” της τιμωρητικής αίσθησης

Εν κατακλείδι, αυτοί που καταλήγουν στην Κόλαση — σε αντίθεση με τους εν Παραδείσω αλώβητους — δοκιμάζονται από το ”πυρ” της τιμωρητικής αίσθησης (κι όχι διάθεσης) της Θείας Παρουσίας, γιατί επεδίωξαν στη ζωή τους μόνο την ευδαιμονία (βλ. Νικ. Ματσούκας: Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’ & Ευθύμιος Ζιγαβηνός, λόγιος-θεολόγος 12ου αι)…

Σε κάθε περίπτωση, είναι στο χέρι του κοινού θνητού ο Παράδεισος ή η Κόλαση σαν επιλογή του. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η ποιότητα του χαρακτήρα και ο τρόπος συμπεριφοράς του προσδιορίζουν όχι μόνο την κατεύθυνση στην οποία θα προσανατολιστεί αυτός τη στιγμή της μετάβασής του στο ”επέκεινα” (στην μετά θάνατον ζωή, δηλαδή), αλλά και την ποιότητα αντιμετώπισης του θανάτου του.

Του θανάτου ο οποίος παρουσιάζει τον άνθρωπο στον Θεό είτε έμφοβο (”γαντζωμένο από τη ζωή σαν να είναι κτήμα του) είτε γενναίο, όπως θα ήθελε να τον δει ο Καβάφης (βλ. «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον», όπου — απευθυνόμενος στον Ρωμαίο στρατηγό Μάρκο Αντώνιο (43 πΧ) — τού ζητά: «Σαν έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος, / αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει», αντί να κλαις μπροστά στον χαμό και την απώλεια, ”[…]αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα”, συμπεριφορά που σε εκθέτει και σε ταπεινώνει…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι