ΣΧΟΛΙΟ

Από τη βιτρίνα του μπακάλικου στα ράφια της ακρίβειας

Από τη βιτρίνα του μπακάλικου στα ράφια της ακρίβειας

Θυμάμαι την περίοδο του ’70 – μπορεί και ποιο μετά  – το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς όπου βρίσκαμε ότι χρειαζόταν η νοικοκυρά και όλοι εμείς η πιτσιρικαρία. Μέχρι και μαντάρισμα καλσόν γινόταν, γιατί τότε το είδος ήταν ακριβό.

Θυμάμαι όταν μόλις είχε εμφανισθεί η μαυρόασπρη τηλεόραση και όσοι ακόμα δεν είχαμε, σε κάθε αγώνα ποδοσφαίρου μαζευόμαστε με κολλημένο το πρόσωπό μας στην τζαμαρία-βιτρίνα του ποιο κοντινού ηλεκτρολόγου να δούμε την αγαπημένη μας ομάδα και όχι μόνον. Τότε είμασταν όλοι φίλαθλοι και όχι οπαδοί. Ανταγωνιζόμαστε για τις κάρτες ποδοσφαιριστών από τις τσίχλες και όχι για το ποιος θα προκαλέσει το μεγαλύτερο κακό στον “αντίπαλο” φίλαθλο. Πως να ξεχάσω άλλωστε την εκπληκτική πορεία του Παναθηναϊκού ή το περίφημο 3-2 της ΑΕΚ επί της Ίντερ του Σάντρο Ματσόλα (για όσους θυμούνται).

Ποιο δίπλα το ψιλικατζίδικο που αγοράζαμε καμία καραμέλα ή τσίκλα για να περάσει η ώρα του αγώνα, ή ακόμα και για να κεράσουμε κάποιον άγνωστο που κολλημένος και αυτός προσπαθούσε να ζήσει την ατμόσφαιρα του πεζοδρομίου. Άλλου τύπου πεζοδρόμιο τότε. Έτσι όπως βλέπαμε τηλεόραση ο ένας δίπλα στον άλλο δεν υπήρχε διάθεση διαχωρισμών. Δεν υπήρχε και μεγάλη ποικιλία άλλωστε, για να υπάρξει εμφανής διαχωρισμός. Από το ίδιο ψιλικατζίδικο και το ίδιο παντοπωλείο αγοράζαμε όλοι τα ίδια πράγματα.

Δεν υπήρχαν αλυσίδες (τις δύο γνωστές τις έκαψαν) ή internet για να παραγγείλουμε αυτά που θέλαμε χωρίς την κοινωνική επαφή της αγοράς. Ένα πεζοδρόμιο ποιο ζεστό. Ποιο ανθρώπινο αν μπορείς να το πεις έτσι, παρά το ότι ένιωθες την αύρα μίας δύσκολης καθημερινότητας. Μίας καθημερινότητας που είχε ρακοσυλλέκτες, αλλά δεν είχε άστεγους. Μίας καθημερινότητας που έχουμε την δυνατότητα να την “βλέπουμε” ακόμα – καθισμένοι μπροστά στην τηλεόραση του σπιτιού μας – μέσα από τις παλιές ελληνικές ταινίες.

Ήλθε η πρόοδος και αποκτήσαμε όλοι τηλεοράσεις και internet. Αυτή η “πρόοδος” όμως, που μας “μετέφερε” από το πεζοδρόμιο που βλέπαμε τους αγώνες, στην τηλεόραση η το computer του σπιτιού μας, ήταν η πρώτη φάση της αποκοινωνικοποίησης. Από την μαζικότητα του “πεζοδρομίου”, όπου καταγραφόταν μπροστά μας η ψυχολογία της καθημερινότητας, στην κρυμμένη πραγματικότητα της ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Μίας επικοινωνίας που έχει την δυνατότητα να κρύψει την δυστυχία και την φτώχια και να αναδείξει την σκληρή πραγματικότητα μίας πολλαπλά διασπασμένης κοινωνίας και μίας οικονομίας, η υπερσυγκέντρωση της οποίας μεταφέρει την στρεβλότητα σε μία μη ελεγχόμενη καθημερινότητα.

Από τον συνδικαλισμό στους influencer…

Μπορεί το ψιλικατζίδικο ή το παντοπωλείο να μην είχε “και του πουλιού το γάλα”, αλλά έβρισκες όχι μόνον αυτό που έψαχνες, αλλά ακόμα κυριότερο, εύρισκες την καλημέρα από όποιον θα έμπαινε μέσα. Σήμερα στις μεγάλες αλυσίδες και super market βρισκόμαστε όλοι ο ένας δίπλα στον άλλο να μονολογούμε μπροστά στα προϊόντα της ακρίβειας. Η τζαμαρία του ηλεκτρολόγου που όλοι στοιβαζόμασταν σε μία ιδιότυπη κοινωνικοποίηση για να δούμε λίγο τηλεόραση το 70, σήμερα έχει αντικατασταθεί από την συγκέντρωσή μας γύρω από τα “καρτελάκια” και τα “καλαθάκια” ενός ανεξέλεγκτου σπιράλ τιμών.

Μπορεί οι φτωχοί ρακοσυλλέκτες της εποχής να πάλευαν για την καθημερινότητά τους, όμως βλέπαμε δίπλα-δίπλα τους αγώνες στο πεζοδρόμιο του ηλεκτρολόγου. Κυρίως είχαν μία γωνία να γυρίσουν το βράδυ. Σήμερα οι ρακοσυλλέκτες έγιναν άστεγοι και μία μεγάλη πλειοψηφία βγάζει το “μεροκάματο”, ως ντελιβεράδες επάνω σε ένα μηχανάκι. Πάλι μόνοι με “κοινωνικό σύντροφο” τα άλλα αυτοκίνητα και μηχανάκια των ασύμφορων ποιοτικά, κοινωνικά και οικονομικά μεγαλουπόλεων.

Ακόμα και η περίοδος του εκδημοκρατισμού της κοινωνίας μετά την δικτατορία είχε σημαντικά στοιχεία κοινωνικοποίησης. Άλλωστε, οι μετέπειτα πολιτικές αλλαγές παρά τα λάθη δημιούργησαν το πεδίο για μία ποιο ισορροπημένη κοινωνική και οικονομική δομή. Δημιουργήθηκε η μεσαία τάξη. Οι πορείες και οι απεργίες είχαν το υγιές στοιχείο της δράσης για το αποτέλεσμα. Όχι της δράσης για το θεαθήναι.

Που πήγε άραγε ο υγιής συνδικαλισμός της εποχής εκείνης; Μεταλλάχθηκαν οι αγώνες της καθημερινότητας και των διεκδικήσεων, σε “μάχη” για τα “κτυπήματα” των influencers, instagramers και tiktokers. Μεταλλάχθηκαν στην “δημοκρατία” της “πειραγμένης” εικόνας. Μεταλλάχθηκαν ίσως σε “πειραγμένη” δημοκρατία; Σε μία μετάλλαξη που οι κοινωνιολόγοι αρχίζουν να την χαρακτηρίζουν – όχι μόνον για την χώρα μας – ως «κοινό πεδίο απελπισίας».

Δυστυχώς, η εντεινόμενη άνιση κατανομή του πλούτου παγκοσμίως και η έμμεση “επιβολή” των ανισοτήτων αρχίζουν να διαμορφώνουν διαφόρων τύπου εντάσεις και ψυχολογίες αντίδρασης που τείνουν να αλλοιώσουν αυτό που μέχρι σήμερα αναγνωρίζαμε ως ιστορικές κυκλικότητες οικονομιών και αγορών. Η “πειραγμένη” δημοκρατία και διεθνής κανονικότητα όμως τείνει να κτυπάει ευκολότερα και εντονότερα τις κοινωνίες εκείνες που χάνουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα τους. Κυρίως όμως την κοινωνική συνοχή τους.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι