Από την αρχαία Ολυμπία στην Κύπρο του 1974…
29/07/2024Δεν ξέρω αν σας βάζω “τρελές” ιδέες, επαναστατικές, στο μυαλό. Αλλά –και έτσι να είναι– καλό θα σας κάνει, γιατί είναι το αλατοπίπερο της ζωής η επαναστατικότητα και δεν πρέπει να χαρακτηρίζει μόνο την εφηβεία. Ιδέες, ας πούμε, για το τι θα μπορούσε να κάνει ο καθένας μας αν γινόταν Θεός για μια μέρα, ίσα που να αλλάξει το… “φλούδι” της ζωής των σημερινών Ελλήνων οι οποίοι έχουν την ευλογία να ζουν στη χώρα όπου γεννήθηκε η χαρά της ζωής, αλλά δεν το ξέρουν…
Σ’ αυτή τη χώρα η δημιουργικότητα έβρισκε πάντα τρόπο να εκφραστεί και η πνευματική και αισθητική δραστηριότητα να ανθίζει, κάνοντας άφθαστη τη Γραμματεία της, ασυναγώνιστη τη Γλυπτική της και αξεπέραστη την Αρχιτεκτονική της! Τι έμεινε από εκείνον τον ασύγκριτο πλούτο των αρχαίων προγόνων μας; Αρχαία γκρεμίσματα, λείψανα αρχιτεκτονικής, ρημάδια από τείχη και χαλάσματα αρχαίων ναών. “Πομπή σκαλοπατιών”, θρυμματισμένοι θρόνοι και ζωφόροι, κάνιστρα, κτερίσματα, ίχνη νεκρών πολεμιστών και “σαρκοφάγοι με τις περικνημίδες τους”, όπως λέει η Κική Δημουλά (“Γας Ομφαλός”).
Σπαράγματα θρόνων και μνημείων υπέρλαμπρης τεχνικής. “Σπασμένες αρτιότητες”, παραμορφωμένα αγγεία κι αγάλματα, ζωγραφιές και γραπτά των αείμνηστων Πατέρων μας, ξέχωρα από εκείνα που σκορπίστηκαν στους πέντε ανέμους της αρχαιοκαπηλίας και κοσμούν ξένα μουσεία ως σήμερα… “Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις!”, σας ακούω να λέτε με πίκρα. Μα όχι, δεν είναι έτσι και να με συγχωρείτε! Έχουμε κρατήσει και εμείς κάτι απ’ το μαγικό… “φλούδι” της κληρονομιάς που μας άφησαν. Το αποδείξαμε, άλλωστε, το 1821, το 1912-13 και το 1940! Μόνο το 1974 –λόγω των δραματικών συγκυριών– δεν φανήκαμε αντάξιοι αυτής της κληρονομιάς.
Λακίσαμε (“Η Κύπρος κείται μακράν”), ίσως γιατί ήμασταν “ξυπόλυτοι στ’ αγκάθια” μετά την επταετή δικτατορία, με τον “Αττίλα” έτοιμο να κάνει επίδειξη δύναμης και σ’ εμάς. Όμως, αντισταθήκαμε ηρωικά, χάρη στην αυταπάρνηση Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων που κράτησαν ψηλά την τιμή των ελληνικών όπλων στην Κύπρο, την ώρα που σε πολιτικό είχε συντελεστεί εθνική προδοσία… Αναφορικά με αυτό το τελευταίο, σημειωτέον, αξίζει να σημειωθεί ότι δεν διώχθηκαν ποινικά οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974 κατά του Προέδρου Μακαρίου, αν και τον Αύγουστο του 1997 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επί χούντας, Φαίδων Γκιζίκης, είχε παραδεχτεί κυνικά στον ελληνικό Τύπο ότι ο ίδιος –σε συνεννόηση με τους Ιωαννίδη, Μπονάνο και Γεωργίτση– ενήργησε κατά της νόμιμης, δημοκρατικής κυβέρνησης της Κύπρου…
Εκείνο το αίμα πήγε χαμένο
Εκείνο το αίμα πήγε χαμένο, σας ακούω να λέτε με ραγισμένη φωνή, αφού μισό αιώνα τώρα δεν κάναμε τίποτα για να πάρουμε πίσω το υπό κατοχή 37% της Μεγαλονήσου. Να πάρουμε πίσω το αίμα των θυσιών των παιδιών μας μαζί με την μισή, σκλαβωμένη πατρίδα μας (γιατί η Κύπρος είναι πατρίδα των Ελλήνων) από τον Τούρκο εισβολέα. “Στις μέρες μας χρειάζεται να είσαι Θεός, για να το καταφέρεις αυτό. Και γι’ αυτό, αργά ή γρήγορα, θα χαθούμε μαζί με την Κύπρο…”, μονολογείτε περίλυποι ξεχνώντας τον λόγο του Μακρυγιάννη που μόνο παραμυθητικός δεν είναι: «Όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά».
Και η μαγιά υπάρχει, έστω κι αν είναι ακριβοθώρητη και μπολιασμένη στην ψυχή λίγων και εκλεκτών Ελλήνων. Ελλήνων της ψυχής, όχι της ταυτότητας, που απαξιώνουν καθημερινά τον λόγο διαβολής του Φαλμεράιερ για τη γνησιότητά μας. «Είμαστε τιτλούχοι εμείς οι Έλληνες», συνήθιζε να λέει το τέκνο της πατρίδας μας Ιάκωβος Τσούνης. Για να εξακολουθούμε να νιώθουμε όμως έτσι κι εμείς, πρέπει να υπερασπιζόμαστε την Ελλάδα και κάθε κοιτίδα Ελληνισμού ποικιλοτρόπως κι από το μετερίζι εφ’ ω ετάχθη έκαστος. Και μόνος και με πολλούς, για να θυμηθώ το «θα αμυνθώ δε και υπέρ των ιερών και οσίων και μόνος και μαζί με πολλούς» του όρκου των αρχαίων Αθηναίων εφήβων (Λυκούργος “Κατά Λεωκράτους”).
Που πάει να πει, ότι είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε αειθαλή την ιστορική μνήμη μας και την ετοιμότητά μας στο κάλεσμα της Ελλάδας και των ιστορικών κοιτίδων της πέρα απ’ τα σύνορά μας, ώστε να πάρουμε πίσω το αίμα που χύθηκε. Να ξοφλήσουμε στο ελάχιστο το χρέος μας προς αυτήν, προς «τη θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα» (Διονύσιος Σολωμός: “Ο Κρητικός”). Για να το πετύχουμε αυτό, όμως, δε χρειάζεται να γίνουμε… θεοί. Χρειάζεται μόνο να οπλιστούμε αμυντικά, ηθικά και ψυχικά με την “μαγιά” του ηρωικού παρελθόντος μας και να κλείσουμε τα αυτιά μας σε χοληφόρες αιτιάσεις βγαλμένες απ’ τη φαρέτρα των αλυτρωτικών και αναθεωρητικών διεκδικήσεων γειτόνων-επιβουλέων.
Να κλείσουμε τα αυτιά μας στα λόγια εκείνων, που, αντί να συνδράμουν στη σφυρηλάτηση της εθνικής μας ενότητας, προσφέροντας χείρα βοηθείας, δρουν υποβολιμαία σε βάρος της πατρίδας και μετατρέπονται εν γνώσει τους σε ιδανικούς αγωγούς μεταφοράς της εχθρικής προπαγάνδας. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να δώσουν τα διαπιστευτήριά τους σε ξένα συμφέροντα, όμως θα πρέπει να ξέρουν –όσοι το κάνουν αυτό– ότι θα ανήκουν ες αεί στους “μηδίσαντες” Έλληνες, που αναβιώνουν μοιραία τους “νενέκους” του Ιμπραήμ, για τους οποίους μιλούσε απαξιωτικά ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σε επιστολή του, όταν ξεκινούσε εκστρατεία εναντίον τους το 1827, σαλπίζοντας το φοβερό σύνθημα «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους»!..
Να ανατρέχουμε στις ρίζες μας
Σε απάντηση όλων αυτών που μας ντροπιάζουν, εμείς οφείλουμε να ανατρέχουμε στις ρίζες μας. Στις ρίζες που διαιωνίζουν την άνθιση του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής φιλοπατρίας, όσο κι αν οι ιδιοτροπίες των καιρών και οι συντυχίες των περιστάσεων δεν συνηγορούν υπέρ αυτών, καθώς ο νόμος του Δυνατού τα σάρωσε όλα. Η Ελλάδα όμως γεννήθηκε για να είναι η ιστορική γέφυρα που ενώνει τους δυνατούς με τους αδύναμους στο τότε και τώρα, έχοντας σαν ασπίδα προστασίας τους τα θεμελιώδη δικαιώματα που τους εξασφάλισε η δημοκρατία (Κλεισθένης, 6ος αι. π.Χ. Αθήνα).
Μπορεί οι ιστορικοί να την κατατάσσουν στον αρχαίο κόσμο την ώρα που τραβάνε γραμμή ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο, όμως η πραγματικότητα είναι ότι το κάνουν μόνο για λόγους αρίθμησης των αιώνων. Ξέρουν καλά πως αν κοιτάξουν βαθύτερα στον καθρέφτη της ιστορίας της, θα δουν να αναπλάθονται τα ίδια χαρακτηριστικά Ελλήνων σε όλες τις εποχές. Είναι σαν διαιωνίζεται μυστικά και αθόρυβα, μέσα από τα συντρίμμια του ιστορικού παρελθόντος, κάτι από τη μαγιά που άφησε πίσω της η κλασική μας παράδοση.
Αυτή που γέννησε το απρόσμενο ελληνικό θαύμα στη χώρα με τον μεγαλύτερο πολιτισμό της αρχαιότητας! (Edith Hamilton: “Αθάνατη Ελλάδα”). Πολιτισμό ζωής και όχι θανάτου. Πολιτισμό γήινο, που έδινε αξία στην καθημερινή ζωή, στην ποιότητα κι όχι το μέγεθος και την ποσότητα. Στην ενεργοποίηση των νοητικών δυνάμεων του ανθρώπου και την καλλιέργεια της αισθητικής και του συναισθήματός του. Στην ορφική αντίληψη του δυϊσμού σώματος και ψυχής, ζητήματα σύνθετου ενδιαφέροντος της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Όχι στην γοργή φυγή απ’ την πραγματικότητα, στο υπέρκοσμο, το απόκοσμο, το ασύλληπτο και το άπιαστο, το πέρα απ’ αυτήν τη ζωή, όπου κυριαρχούσαν δυνάμεις σύμμαχες του θανάτου και της λήθης (Αίγυπτος, Ινδία, Κίνα).
Αντλούσαν δύναμη από τη ζωή
Έτσι εξηγείται γιατί, όταν οι άλλοι λαοί αντλούσαν δύναμη από τον θάνατο για να γλιτώσουν απ’ την ανθρώπινη αθλιότητα και δυστυχία, οι Έλληνες αντλούσαν δύναμη από τη ζωή και έβρισκαν τρόπο να εκφραστούν μέσα από τη χαρά της. «Ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που έμαθαν να παίζουνε και έπαιζαν πολύ… Εκεί θα πρέπει να γεννήθηκε η χαρά τους», λέει η Edith Hamilton. Και τα “παιχνίδια” τους εκείνα αποθεώνονταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες που είχαν καθιερώσει από το 776 (ανά τετραετία) στην Ολυμπία: Ιπποδρομίες, λεμβοδρομίες, αγώνες ισορροπίας πάνω σε αλειμμένα με λαρδί δέρματα, αρματοδρομίες, διαγωνισμοί μουσικής, όρχησης, ποίησης κλπ.
Το πιστοποιεί, άλλωστε, το πλήθος των αρχαιολογικών ευρημάτων με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες της ελληνικής αρχαιότητας: Από τον Ηνίοχο των Δελφών ως τον Δισκοβόλο του Μύρωνα και τις Αυλητρίδες, χορεύτριες που διέσχιζαν τελετουργικά –μαζί με τις ιέρειες και πίσω απ’ την Πρωθιέρεια– τον αρχαιολογικό χώρο πριν την έναρξη των αγώνων, παίζοντας τον αυλό τους. Των αγώνων στους οποίους μετείχαν “καλλίκνημοι νέοι” (Πίνδαρος: “Ὀλυμπιονίκαις”). Νέοι που αναζητούσαν την μεγαλύτερη τιμή: Να νικήσουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες και να επιστρέψουν νικητές στην ιδιαίτερη πατρίδα τους στεφανωμένοι με τον “κότινο”.
Ένα κλαδί αγριελιάς από την αρχαία Άλτη όπου είχε χτιστεί τον 5ο αιώνα π.Χ. ο ναός δωρικού ρυθμού του Ολυμπίου Διός της αρχαίας Ολυμπίας. Από την αρχαία Άλτη όπου όλα συνηγορούσαν στην ομορφιά του αγνού παιχνιδιού (σε πλήρη αντίθεση με τα “αιματόβρεχτα” της Ανατολής και της Ρώμης) και εξέπεμπαν το μήνυμα της χαράς και της απόλαυσης της ζωής, στοιχείο συνδεδεμένο με το αρχαιοελληνικό θαύμα!