Από τον Επιτάφιο του Περικλή στους “νεκρούς της ΕΡΤ”…
22/10/2022Οι αρχαίοι Έλληνες, από τον κόσμο του ομηρικού Αχιλλέα μέχρι τους Αθηναίους της κλασικής εποχής, χρησιμοποιούσαν την έκφραση “ωραίος θάνατος” για να περιγράψουν τον θάνατο του πολεμιστή στο πεδίο της μάχης. Αρχικά οι εξαιρετικές τιμές ταφής στην Ιλιάδα αφορούσαν μόνο τους ήρωες, δηλαδή τους ευγενείς. Η μετάβαση στη δημοκρατία, μεταμόρφωσε όχι μόνο τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, αλλά άλλαξε ριζικά και τον τρόπο με τον οποίο οι Αθηναίοι τιμούσαν τους νεκρούς των πολέμων, με επιτομή τον Επιτάφιο του Περικλή.
Η πρακτική πλέον στο δημοκρατικό καθεστώς, σε αντίθεση με το αρχαϊκό του Ομήρου, απέδιδε σε όλους τους νεκρούς τις ίδιες τιμές. Για την Αθήνα η κηδεία ήταν δημόσια και συλλογική, όπως ήταν η ταφή και ο επιτάφιος λόγος. Κάθε πολίτης είχε ίσο μερίδιο στη δόξα και την αιώνια μνήμη, καθώς τα ονόματα όλων των νεκρών ήταν γραμμένα στο επιτύμβιο μνημείο.
Όπως προαναφέραμε, ο πιο διάσημος επικήδειος όλων των εποχών για τους νεκρούς του πολέμου, είναι ο Επιτάφιος του Περικλή, μια παγκόσμιας εμβέλειας μαρτυρία του δημοκρατικού ιδεώδους και της σημασίας της θυσίας όσων έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Ο Περικλής εστιάζει τον λόγο του, όχι στους νεκρούς ως πεσόντες στρατιώτες, αλλά στις αρχές για τις οποίες έπεσαν. Ο Περικλής δεν επιθυμούσε οι Αθηναίοι να θυμούνται τους νεκρούς απλώς ως άτομα, αλλά ως παραδείγματα προς μίμηση. Για τον Περικλή το σημαντικό ζήτημα δεν ήταν να θυμούνται τους νεκρούς για να τους θρηνήσουν, αλλά να τους θυμούνται για να τους μιμηθούν.
Οι ευρωπαϊκές χώρες στην νεότερη εποχή, άρχισαν να τιμούν τους νεκρούς τους, επηρεασμένες και σ’ αυτόν τον τομέα από την αρχαία Ελλάδα , μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο σκοπός αυτού του άρθρου είναι να αναδείξει τρία θέματα που έχουν σχέση με την απόδοση τιμών στους νεκρούς των πολέμων της πατρίδας μας. Πρώτον, την ταφή των νεκρών της Κύπρου και του 1940, δεύτερον, το ζήτημα των στρατιωτικών νεκροταφείων και τρίτον, την απόδοση τιμών σε όσους σκοτώνονται σε ατυχήματα.
Οι νεκροί της Κύπρου και της Αλβανίας
Οι πιο πρόσφατες επιχειρήσεις όπου έλαβαν μέρος τμήματα του ελληνικού στρατού, είναι εκείνες της Κύπρου το 1974. Ο Σάββας Βλάσσης στο πρόσφατο βιβλίο του “ΕΛΔΥΚ: Η Τελευταία Μάχη” περιγράφει λεπτομερώς και το ζήτημα των νεκρών. Αρχικά, οι άμεσα προϊστάμενοι των νεκρών της ΕΛΔΥΚ δεν αναζήτησαν τα σώματα των πεσόντων, τα οποία παρέδωσαν οι Τούρκοι δύο ημέρες αργότερα. Ο τρόπος δε με τον οποίον ετάφησαν και η αναγνώριση της ταυτότητας των νεκρών (που συνεχίζεται με τη μέθοδο DNA μέχρι σήμερα) σε συνδυασμό με την έλλειψη πρόνοιας από πλευράς στρατού για μεταλλικές ταυτότητες, υπογραμμίζει την ασέβεια προς τους νεκρούς, στα όρια της ύβρεως.
Μοιραία εδώ δημιουργούνται συνειρμοί με τους νεκρούς του 1940 στο έδαφος της Αλβανίας, τους οποίους ακόμη δεν καταφέραμε να αναγνωρίσουμε και να θάψουμε με τις αρμόζουσες τιμές. Υπάρχει εδώ και μερικά χρόνια μια διαδικασία για την ταφή των νεκρών, η οποία συνεχίζεται και είναι άγνωστο πότε θα ολοκληρωθεί. Προκαλεί θλίψη η σύγκριση με άλλες χώρες και το πρόβλημα ασφαλώς δεν είναι το μέγεθος της Ελλάδος.
Είναι εντυπωσιακό ότι το πρώτο πράγμα που ζήτησε ο Γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Κολ από τον Ρώσο πρόεδρο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, αμέσως μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ήταν να επιτρέψει στο προσωπικό της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Νεκροταφείων να αναγνωρίσουν τα λείψανα των νεκρών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και να τα θάψουν σε στρατιωτικά νεκροταφεία. Από το 1991 μέχρι σήμερα οι Γερμανοί στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη έχουν κατασκευάσει πάνω από 400 νεκροταφεία, για περίπου ένα εκατομμύριο νεκρούς. Πρόεδρος της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Νεκροταφείων (Volksbund Deutsche Kriegsgräberfürsorge) είναι ο πρώην αρχηγός του ΓΕΕΘΑ, ενώ επίτιμος πρόεδρος, ο πρόεδρος της Γερμανίας.
Εμείς 8.000 νεκρούς στην Αλβανία δεν καταφέραμε ακόμη να τους θάψουμε, προφασιζόμενοι ότι οι Αλβανοί είναι απρόθυμοι να συνεργαστούν. Είναι πρωτίστως ζήτημα προτεραιότητας, διότι με το θέμα αυτό ασχολούνται κάποιοι υπάλληλοι ή το ανώτερο, ο πρέσβης μας στα Τίρανα. Εκτιμούμε ότι μάλλον κανείς Έλληνας πρωθυπουργός δεν το έχει θέσει ως το πρώτο θέμα σε συνομιλίες με τον εκάστοτε Αλβανό ομόλογό του.
Στρατιωτικά νεκροταφεία
Το ζήτημα της απόδοσης τιμών στους νεκρούς, δεν περιορίζεται μόνο στους πεσόντες στην Κύπρο και την Αλβανία, αλλά αφορά και όλους όσους έπεσαν στους εθνικούς αγώνες εντός της σημερινής επικράτειας της χώρας. Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο περίπου 6000 νεκροί ετάφησαν εντός του ελληνικού εδάφους, σε πρόχειρα νεκροταφεία σε διάφορες τοποθεσίες. Ανά την επικράτεια υπάρχουν διάσπαρτα μικρότερα ή μεγαλύτερα νεκροταφεία, κοιμητήρια ή λειψανοθήκες, τα οποία πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Πριν μερικά χρόνια έγινε μια προσπάθεια φροντίδας και περιποίησης νεκροταφείων και τάφων, ωστόσο το πρόβλημα δεν είναι απλώς η περιποίηση τους. Απουσιάζει οποιοδήποτε οργανωμένο ενδιαφέρον, όπως και οποιαδήποτε διαμαρτυρία για την κατάσταση.
Και ενώ για άλλα πράγματα μπορεί να προφασιζόμαστε πως δεν γνωρίζουμε πώς τα κάνουν οι άλλες χώρες, προκειμένου για τα στρατιωτικά νεκροταφεία υπάρχουν αρκετά στη χώρα μας, κυρίως βρετανικά, γερμανικά και γαλλικά για να δούμε πώς τιμούν αυτές τους νεκρούς τους. Η δε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας παρίσταται, κατόπιν αντίστοιχων προσκλήσεων, σε διάφορες εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε αυτά τα νεκροταφεία, ακόμη και όταν κάποτε δεν οφείλουν να παρίστανται.
Αφού δεν έχουμε αξιοπρεπή ελληνικά στρατιωτικά νεκροταφεία, πηγαίνουμε σε εκείνα των ξένων και μπορεί κιόλας να καμαρώνουμε! Εκτός από χώρους απόδοσης τιμών, τα ξένα στρατιωτικά νεκροταφεία λειτουργούν και ως τουριστικά αξιοθέατα, αλλά και ως χώροι εκπαίδευσης και συντήρησης της μνήμης, με την επίσκεψη σχολείων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ δεν διαθέτουμε κάποιο δικό μας άξιο λόγου στρατιωτικό νεκροταφείο, παραχωρήσαμε στους Γερμανούς τον λόφο 107 στο Μάλεμε της Κρήτης, για να θάψουν με κάθε τιμή τους δικούς τους νεκρούς. Παραχωρήσαμε δηλαδή – αγνοούμε κάτω από ποιες περιστάσεις και για ποιους λόγους – τον πιο εμβληματικό λόφο της Μάχης της Κρήτης στους Γερμανούς για να κάνουν το νεκροταφείο τους και να γιορτάσουν – σιωπηλά βεβαίως – την νίκη τους.
Οι οποίοι Γερμανοί έθαψαν εκεί ακόμη και όσους η Ελλάδα καταδίκασε σε θάνατο ως εγκληματίες πολέμου, επειδή οι ίδιοι θεωρούν ότι πολέμησαν για τη Γερμανία! Και όλα αυτά, επί τη ευκαιρία, ενώ δεν τολμάμε να θέσουμε επίσημα θέμα γερμανικών αποζημιώσεων και επιστροφής κατοχικού δανείου, αφού όλη η συζήτηση περιορίζεται εντός της χώρας για εσωτερική κατανάλωση.
Τιμές σε νεκρούς από ατυχήματα
Ενώ οι νεκροί των εθνικών μας αγώνων παραμένουν εν πολλοίς άταφοι και άκλαυτοι, τις τελευταίες δεκαετίες απονέμονται τιμές στους νεκρούς στρατιωτικούς από ατυχήματα. Κατά πρώτον, όλοι σχεδόν οι θανόντες προάγονται στον βαθμό του στρατηγού – και ισοδύναμου για τους άλλους κλάδους – εφόσον είναι αξιωματικοί και του συνταγματάρχου εάν είναι υπαξιωματικοί. Βεβαίως όσοι έχασαν τη ζωή τους τον καιρό της ειρήνης, ευρισκόμενοι, όπως ήθελε η παλιά έκφραση “σε διατεταγμένη υπηρεσία και ένεκα της υπηρεσίας”, δικαιούνται τις ανάλογες τιμές. Αυτές ωστόσο, δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις τιμές των νεκρών που έχασαν τη ζωή τους στο πεδίο της μάχης.
Μία τέτοια εξίσωση, πέραν του ότι είναι ανήθικη, ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη, αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία. Φυσικά και όσοι φονεύονται στο πεδίο της μάχης δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν στρατηγοί. Αυτή η πρακτική πάντως έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση, όπου ο Βελισσαρίου είναι ταγματάρχης ή ο Παπακυριαζής συνταγματάρχης, ενώ πολλοί άλλοι που έχασαν τη ζωή τους ως λοχαγοί και ταγματάρχες εν ειρήνη, να τους έχει απονεμηθεί ο βαθμός του στρατηγού!
Φυσικά η αιτιολογία είναι να απονέμεται στους νεκρούς ο ανώτατος βαθμός, ώστε να λαμβάνει η οικογένειά τους μεγαλύτερη σύνταξη. Οπωσδήποτε κανείς δεν αντιλέγει ότι οι οικογένειες πρέπει να λαμβάνουν αξιοπρεπή σύνταξη, αλλά είναι ακατανόητο γιατί αυτό χρειάζεται να συνδεθεί με την προαγωγή. Και ισχυρίζεται ανερυθρίαστα ότι η αξιοπρεπής σύνταξη δεν είναι δυνατή διότι δεν το επιτρέπει ο “νόμος”, μία πολιτεία που ψηφίζει σωρηδόν νόμους και τροπολογίες, αλλά αδυνατεί να τροποποιήσει έναν νόμο για αξιοπρεπή σύνταξη σε οικογένειες, όσων χάνουν τη ζωή τους σε διατεταγμένη υπηρεσία.
Κατά δεύτερον και σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, όσοι έχασαν τη ζωή τους σε ατυχήματα τιμώνται με προτομές και ανδριάντες, δίνεται δε το όνομά τους σε δρόμους, πλατείες, φυλάκια, ακόμη και σε στρατόπεδα. Σε μια περίπτωση μάλιστα, αντικαταστάθηκε η ονομασία στρατοπέδου που έφερε το όνομα ήρωα του πεδίου της μάχης, με εκείνο νεκρού από ατύχημα! Το αποκορύφωμα της έλλειψης κάθε διάκρισης αξιών και καταστάσεων, οδήγησε το 2017 στον θρίαμβο της επιστροφής των δύο στρατιωτικών, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι μέρα μεσημέρι με δική τους υπαιτιότητα, για τους οποίους κοντέψαμε να γκρεμίσουμε και τα τείχη της πρωτεύουσας! Με όλα αυτά βεβαίως, η απόσταση μέχρι το μνημείο των νεκρών της ΕΡΤ, είναι μικρότερη από ένα βήμα…
Αγνοούνται οι πραγματικοί ήρωες…
Η πατρίδα μας, μπορεί να είχε ελλείψεις σε πολλούς τομείς, παρά ταύτα είχε υπερπαραγωγή ηρώων τόσο στην αρχαία όσο και στην νεότερη εποχή. Η σημερινή Ελλάδα, αγνοεί ή περιφρονεί τους πραγματικούς ήρωες και προσπαθεί να δημιουργήσει νέους, ίσως επειδή το βρίσκει πιο βολικό. Για να θέσουμε τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, δεν είναι πλέον εύκολο από το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε.
Ωστόσο θεωρούμε ότι καμία χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος, αν δεν λύσει τους λογαριασμούς της με το παρελθόν. Ένας απ’ αυτούς τους λογαριασμούς, που παραμένει για πολλά χρόνια ανοιχτός, είναι η απόδοση των οφειλόμενων τιμών στους νεκρούς των εθνικών μας αγώνων. Κάτι τέτοιο δεν είναι απλώς μια υποχρέωση του στρατού ή των ενόπλων δυνάμεων.
Χρειάζεται ν’ αναληφθεί εθνική προσπάθεια με ανάλογη κινητοποίηση, για δημιουργία στρατιωτικών νεκροταφείων διεθνών προδιαγραφών, για να αναπαυθούν οι νεκροί των πολέμων μας. Επικεφαλής μιας τέτοιας εκστρατείας πρέπει να τεθεί κάποιος πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή πρωθυπουργός, μαζί με εκπροσώπους της πνευματικής ηγεσίας του τόπου και τεχνοκράτες. Ανάμεσα σε τόσες ανεξάρτητες αρχές και οργανισμούς, ας δημιουργηθεί και ένας που θα έχει την ευθύνη δημιουργίας και φροντίδας των στρατιωτικών νεκροταφείων.
Τέλος, μέσα σε τόσες ημέρες του χρόνου που είναι αφιερωμένες σε κάποιο θέμα, ας καθιερωθεί και μία μέρα εθνικής μνήμης για τους νεκρούς των πολέμων μας. Όσοι βρίσκουν αυτά πολύ “στρατοκρατικά” για τη σημερινή εποχή, ας ερευνήσουν πώς διαχειρίζονται το θέμα οι χώρες που θαυμάζουν ή ας διαβάσουν από την αρχή τον Επιτάφιο του Περικλή. Πρόκειται πάνω απ’ όλα για μείζον θέμα υγιούς λειτουργίας του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.