Ατοπίες κι ατοπήματα
24/01/2024«Ο Παράδεισος είναι το μέρος όπου όλοι θα ήθελαν να βρεθούν, αλλά κανείς δεν βιάζεται να πάει» (Ν. Γ. Μουρτζούχος, Οδοιπορικό ιδεών-γνωμικός λόγος ΙΓ’)
Στο σημερινό ατοπικό πολιτικό πεδίο, όπου άλλοι συμφωνούν κι άλλοι διαφωνούν μ’ ένα εισέτι “αόρατο” νομοσχέδιο περί του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών και λοιπών συνεπειών, όπου οι μεν αυτοαναγορεύονται σε μεταρρυθμιστές [κατηγορώντας τους άλλους για “σκοταδιστές”] και οι δε αυτοαποκαλούνται “άνθρωποι του Θεού” [σε σχέση με τους “ανθρώπους του διαβόλου” όπως σκιαγραφούνται οι πρώτοι], διχάζεται η συνειδησιακή ταυτότητα[sic] των νεοελλήνων.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά προκαλείται σύγχυση για το ποιος [και πώς;] υπερασπίζεται την συνολική κοινωνία, τη συνοχή της και την εξέλιξή της με όρους ειρηνικής συμβίωσης. Από τη μία οι κανονικοί και συμβατικοί [θεωρούμενοι ως συντηρητικοί] κι από την άλλη οι εναλλακτικοί κι αντισυμβατικοί [νοούμενοι ως προοδευτικοί]. Από τη μία οι ψηφοθήρες πολιτικάντηδες [μίας νέας οιονεί τιμοκρατικής σχέσης, όπου την περιουσία την αντικαθιστά η εκλογική περιφέρεια] κι από την άλλη οι διανοούμενοι της μετανεωτερικότητας, οι οποίοι αυτοδικαιώνονται μέσω ενός αμφιλεγόμενου κοσμοπολιτισμού.
Από τη μία οι κατά φαντασίωση “αριστεροί”, που αισθάνονται χρέος τους να υπερασπίζονται τους όποιους δικαιωματιστές. Κι από την άλλη οι κατά ιστορική αδράνεια “δεξιοί”, που νομίζουν ότι εκπροσωπούν τα διαχρονικά ιδεώδη της φυλής. Άπαντες διεκδικούν την αποκλειστικότητα της δικής τους ευτοπίας, δαιμονοποιώντας τη δυστοπία των αντίθετων απόψεων και vice versa.
Ποιο στοιχείο μας λείπει για να δούμε που θα γείρει η πλάστιγγα; Μα οι απόψεις των αενάως αμφιταλαντευόμενων “κεντρώων” και της κατά περίσταση ευαισθητοποιούμενης “κοινωνίας των [πόσων;] πολιτών”. Πώς θα εκφραστούν οι εν λόγω; Αν δεν έχουν πρόσβαση στα ΜΜΕ [όπου οι κυβερνητικοί ύμνοι και οι αντιπολιτευτικοί θρήνοι δίνουν και παίρνουν], αν δεν συμμετέχουν σε συμπόσια περισυλλογής και αν δεν αναλίσκονται σε σοφικιστικού χαρακτήρα χρησμούς, τότε θα ανοιχτούν στο χαοτικό κόσμο των “κοινωνικών(;) δικτύων”.
Επιθετικοί κρυφο-ελληναράδες και αμήχανοι επίγονοι της δρακογενιάς[sic] γίνονται ένα κουβάρι μαζί με δογματικούς της απόλυτης αλήθειας του 19ου αιώνα και με τους μελλοντολόγους του “Νεότερου θαυμαστού γενναίου κόσμου” του 22ου αιώνα. Τι μένει άραγε αν ξεπεράσουμε τους εγκωμιασμούς, τις Μονωδίες και τις λαϊκότροπες παρωδίες;
Μέχρι νεοτέρας ένα μόνο συμπέρασμα βγαίνει: Οι νόμοι δεν έχουν ποτέ στη χώρα μας κάποιο “διδακτικό” ρόλο. Ούτε η συγκυριακή “κρίση συνείδησης” των βουλευτών συνιστά τον κρίσιμο παράγοντα διαμόρφωσης του αξιακού πλαισίου. Όλα παίζονται [και χάνονται;] στο πεδίο των εντυπώσεων και των επιπτώσεων. Άρα το “κενό της αυτογνωσίας” υπερτερεί του “καινού” της ταυτότητας.
ΥΓ. «Να δυσπιστείς απέναντι σε αυτά που ακούς, ιδίως όταν συμφωνούν μ’ εκείνα που θέλεις» (Ν. Γ. Μουρτζούχος).