Χριστουγεννιάτικοι ρεμβασμοί – Συγκριτισμοί και προβληματισμοί
18/12/2021Βράδιασε στην Αθήνα κι ας είναι απόγευμα ακόμα. Το κρύο πολύ, αλλά “μαλακό”, υγρό περισσότερο παρά δυνατό στα Νότια. Δε θυμίζει σε τίποτα το “σφιχτό” της Μακεδονίας που περονιάζει. Το κρύο του χιονιά, όταν το χτυπά ο βαρδάρης, ο αέρας που σκάει χέρια, κοκκινίζει μάγουλα και κοκαλώνει απλωμένα ρούχα.
Από ξαφνική παρόρμηση σηκώνομαι βιαστικά κι ανοίγω το παράθυρο δίπλα μου, για να ρουφήξω τη μυρωδιά του χειμώνα. Ένας κρυμμένος ήχος ακούγεται απ’ τις φυλλωσιές του δέντρου μπροστά μου σαν τη φωνή κουκουβάγιας μέσα στη νύχτα. Κάνω ένα βήμα πίσω και καμαρώνω τις κολλημένες νιφάδες στο τζάμι με παιδιάστικα μάτια. Μοιάζουν με μικρά άστρα που με ξεγελούν δίνοντάς μου την αίσθηση ότι χιονίζει.
Γυρίζω απρόθυμα στο γραφείο μου κι απλώνω διστακτικά το χέρι μου στο πάνω ράφι, σαν για να πάρω κάτι απαγορευμένο. Ένα κύμα νοσταλγίας με πλημμυρίζει, που ζητά να σβήσει την πεζή πραγματικότητα στα όνειρα και τις αναμνήσεις μου. «Μόνο με όνειρα δεν πάει κανείς μπροστά», ακούω τη φωνή του πατέρα στα αυτιά μου. Παίρνω την μαγική, γυάλινη σφαίρα του και την ακουμπώ προσεκτικά μπροστά μου.
Την κουνώ με χαμόγελο, που κόβεται όμως απότομα γιατί τη βλέπει χωρισμένη στα δύο, σε φόντο άσπρο και μαύρο μαζί. Στυλώνω το βλέμμα μου στο άσπρο των παιδικών μου χρόνων και μεταφέρομαι νοερά σ’ ένα μακεδονικό χωριό, το χωριό μου, όπου το “σπίτι του δασκάλου” –λίγα μέτρα μακριά απ’ το πευκοδάσος– ήταν στην αυλή του σχολείου του. Η λαχτάρα μου να γυρίσω στο παρελθόν γιγαντώνεται μέσα μου και τρυπά το χοντρό γυαλί της γαλαζωπής γυάλινης σφαίρας.
Μοσχοβολάει Χριστούγεννα
Είναι μέρα εκεί. Χιονίζει στις στέγες των μικρών σπιτιών, τους λιθόστρωτους δρόμους, το καμπαναριό και τα ακινητοποιημένα κάρα των χωρικών που μοιάζουν με ζεμένα έλκηθρα σκεπασμένα από χιόνι. Οι ξένοι γίνονται γνωστοί και με καλωσορίζουν με φωνές και κοφτές υποκλίσεις. Δίνω και παίρνω ευχές. Νιώθω ελεύθερη. Είμαι ελεύθερη. Τα θαμμένα όνειρα της πραγματικότητας ζωντανεύουν τις αναμνήσεις. Πατάω βαριά πάνω στο χιόνι που τριζοβολά κάτω απ’ τα πόδια μου σαν στρωμένο χαλίκι.
Μοιράζομαι με φίλους και συγγενείς γλυκά ενθυμήματα των ημερών που πάνε να σβήσουν στο χρόνο. Το βλέμμα μου γλιστρά μακριά και αγκαλιάζει τα γνώριμα μέρη των προσφυγικών οικισμών ολόγυρα στο σχολείο. Ύστερα ανηφορίζει τον χωματόδρομο μέχρι τη σχολική αυλή κι αναζητά με συγκίνηση το “σπίτι του δασκάλου”, όπου ζουν αγαπημένες σκιές. Ο αέρας αλλάζει ξαφνικά. Γίνεται σπιτικός σαν ανάσα νοικοκυριού.
Καταπίνω με δυσκολία τον κόμπο στο λαιμό που μου φέρνει δάκρυα στα μάτια και παρακολουθώ άφωνη το οικείο, νοσταλγικό σκηνικό. Η μητέρα διορθώνει εκθέσεις κοντά στο παράθυρο και ο πατέρας ετοιμάζει ασκήσεις απ’ το βιβλίο του Παπαϊωάννου. Κλείνω τα μάτια μου τυλιγμένη απ’ την απαλή ζάλη του ρεμβασμού που μοσχοβολάει Χριστούγεννα έχοντας στα αυτιά μου τις συμβουλές τους.
Στο “εγώ” αντί το “εμείς”
Γονικές συμβουλές της παλιάς εποχής που κεντούσαν σταυροβελονιά τον κόσμο της ανθρωπιάς και της αθωότητας όπου δεν χωρούσαν τεθλασμένες γραμμές, μόνο ευθείες: αγάπη, τιμιότητα, πίστη, φιλία, ελευθερία, φιλοπατρία. Γέρνω στο πορτ μαντώ με τα ρούχα της καθημερινότητας που μυρίζουν πράσινο σαπούνι και λεβάντα και μοιράζομαι με τον Τσίν Σεγκτ’αν σκέψεις και συναισθήματα απ’ τις τριάντα τρεις στιγμές ευδαιμονίας του, όπως τις διάβασα στη “Λωξάντρα”:
«[…] Ένας ταξιδιώτης επιστρέφει στο σπίτι του ύστερα από μακρινό ταξίδι και βλέπει την παλιά πύλη της πόλης του, ακούει τις γυναίκες και τα παιδιά απ’ τις όχθες του ποταμού να μιλούν τη διάλεκτό του. Αχ, αυτό δεν είναι η χαρά»; Και είναι για μένα χαρά, αγαλλίαση και ευδαιμονία που με κάνει να αναριγώ σε κάθε “επιστροφή” μου η ηχώ οικείων φωνών, η μυρωδιά του τόπου μου, του παλιού μου σπιτιού και των παιδικών αναμνήσεων οι οποίες σμίγουν μαγικά με το άρωμα των κυπαρισσιών και των πεύκων του σχολικού πευκοδάσους.
«Το μυστικό της ανθρώπινης οντότητας δεν είναι απλώς το να ζει, αλλά να βρει έναν λόγο ύπαρξης», λέει ο Ρώσος μυθιστοριογράφος και φιλόσοφος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Κι εγώ, κάτι τέτοιες στιγμές, νιώθω περισσότερο από ποτέ την αλήθεια των λόγων του συγκρίνοντας τον κόσμο του χθες με το σήμερα, τις πλουτισμένες με ιδέες, αξίες και ιδανικά εποχές με τη σημερινή που είναι στερημένη από ανθρωπιά και μπολιασμένη με ανία και αδιαφορία.
Έχω περάσει ήδη ακούσια στον μαύρο φόντο της σφαίρας κι αναγνωρίζω τα μουντά σημάδια της εποχής μου. Είμαστε στο “εγώ” και όχι στο “εμείς” που μας συμβούλευε ο Μακρυγιάννης. Στο “εγώ” του ατομικισμού και της ψυχρής λογικής που θεωρεί αδυναμία τα συναισθήματα και κάνει τον άνθρωπο να επιλέγει την πολυμέριμνη ζωή χωρίς εσωτερική ευτυχία… Τις εστί πλούσιος; Ο εν ολίγω αναπαυόμενος, έλεγε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και επαναλάμβανε έναν αιώνα μετά ο Κυδωνιάτης ζωγράφος και συγγραφέας Φώτης Κόντογλου.
Ιδεολογική σύγχυση
Αλλά άντε να το πεις αυτό στους σημερινούς πλεονέκτες, τους άπληστους και τους φιλάργυρους που δεν βρίσκουν ικανοποίηση στα απλά και τα λίγα, παρά ορέγονται την «αχορταγιά του πλούτου», όπως την διεκτραγώδησε στην “Ερωφίλη” του ο Χορτάτσης. Όμως η στείρα εμμονή στο κυνήγι του πλούτου και την κοινωνική άνοδο με κάθε μέσο δεν δικαιώνουν την ανθρώπινη υπόσταση.
Αντίθετα περιορίζουν το εύρος και υποβαθμίζουν την αξία της οδηγώντας σε ιδεολογική σύγχυση και υπαρξιακό προβληματισμό. Και τα δυο αυτά μαζί ωθούν τον άνθρωπο να διολισθήσει σε υποκατάστατα ευτυχίας συμπεριλαμβανομένης και της στερημένης από ανθρωπιά επιστημονικής γνώσης. Ο πόθος για υπερβολική δύναμη προκάλεσε την πτώση των αγγέλων. Ο πόθος για υπερβολική γνώση την πτώση των ανθρώπων, “προφήτεψε” τον 16ο αιώνα ο μεγάλος Ιρλανδός ζωγράφος Φράνσις Μπέικον.
Αν θελήσουμε όμως να συνταιριάξουμε την ως άνω αλήθεια περί υπερβολικής γνώσης με τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτή διχάζει, όταν οι “ειδικοί” επιστήμονες (στον τομέα Υγείας, λόγου χάρη) διαφοροποιούνται και αλληλοαναιρούνται ως εάν να άγονται και να φέρονται από αντίπαλα οικονομικά συμφέροντα ή ακολουθούν αντιμαχόμενες πολιτικές γραμμές οι οποίες χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ και τα social media για να συκοφαντήσουν ή να “πουλήσουν” ελπιδοφόρες υποσχέσεις.
Η επιστήμη για την ανθρωπότητα
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο με κάνει να αναριγώ στη σκέψη ότι η επιστήμη από «ευεργέτισσα της Ανθρωπότητας» –κατά τον Γάλλο χημικό και πολιτικό Μαρσελέν Μπερτελό (19ος αι)– μπορεί να γίνει δημόσιος κίνδυνος στον 21ο αιώνα με αφορμή την τωρινή και τις μελλοντικές πανδημίες, αν οι επιστήμονες με τις εφευρέσεις τους διαμορφώσουν συνειδητά ή ασυνείδητα συνθήκες υγειονομικού ολέθρου της ανθρωπότητας.
Αναμφίβολα, θα μου πουν τώρα κάποιοι, οι επιστήμονες πολεμούν με πολλά σκοτάδια μέσα τους, που ενίοτε τα κουβαλούν από περασμένους αιώνες. Πλην όμως στο τέλος –έχοντας μάθει απ’ τα λάθη των προηγούμενων– βρίσκουν αντιστάσεις σ’ αυτά και δεν κάνουν εκπτώσεις στην ηθική τους. Αρκεί η τελευταία –για να συμπληρώσω καταληκτικά– να τους υπενθυμίζει ότι η επιστήμη που σπούδασαν (σε υγειονομικό επίπεδο, εν προκειμένω) έχει αξία όταν τίθεται στην υπηρεσία του ανθρώπου.
Όταν σώζει μικρούς και μεγάλους, νεογνά και μικρά παιδιά. Παιδιά προς εκμετάλλευση, θύματα πανίσχυρων φαρμακοβιομηχανιών που έχουν απλώσει τα δίχτυα τους από χρόνια στους πεινασμένους της Γης χωρίς έλεος. Παιδιά που έρχονται στη ζωή για να ζήσουν κι όχι για να πεθάνουν σαν πειραματόζωα δεχόμενα υπό δοκιμή φάρμακα και εμβόλια του πολιτισμένου μας κόσμου…