Έπεσε η Ρώμη λόγω έλλειψης δένδρων;
06/08/2018Όταν ο αυτοκράτορας Αδριανός περιόδευσε σε εκείνη την καταπράσινη χώρα αντιλήφθηκε ένα πράγμα: Ήταν αδύνατο να κατακτήσεις μια χώρα σαν τη Σκωτία, τόσο μακρινή και με άγνωστα υψίπεδα. Έτσι, αποφάσισε να οχυρώσει την περιοχή, διασφαλίζοντας τουλάχιστον τη ρωμαϊκή κυριαρχία μέχρι και τη βόρεια Βρετανία. Ωστόσο, το μηχανικό του χρησιμοποίησε πέτρα για να χτίσει ένα εντυπωσιακό τείχος και όχι ξύλο, όπως συνήθιζε ο ρωμαϊκός στρατός.
Ο λόγος ήταν διότι εκείνα τα μέρη δεν διέθεταν δέντρα για άφθονη ξυλεία. Αυτό ήταν απολύτως φυσιολογικό για μια τέτοια χώρα. Τα θανάσιμα προβλήματα για την ύπαρξη του ρωμαϊκού κράτους θα συνδέονταν άρρηκτα με την έλλειψη ξυλείας στην καρδιά της Ρώμης, στη Μεσόγειο.
Ίσως καμία αυτοκρατορία στον κόσμο δεν επεκτάθηκε τόσο συστηματικά και σταθερά όσο η Ρώμη στην αρχαιότητα. Οι θεσμοί της λειτουργούσαν τόσο αποτελεσματικά που μπορούσαν να νικήσουν τους πλέον ευφυείς και επικίνδυνους αντιπάλους, όπως ο Καρχηδόνιος Αννίβας, ή ο Έλληνας βασιλιάς Πύρρος. Όταν λοιπόν σταμάτησαν οι θεσμοί να λειτουργούν και φάνηκαν οι τραγικές αδυναμίες του αυτοκρατορικού μοντέλου έναντι του προηγουμένου ρεπουμπλικανικού, η Ρώμη θα μετατρεπόταν σε ένα φάντασμα της ιστορίας.
Αναρίθμητοι ιστορικοί και φιλόσοφοι ερμήνευσαν την πτώση της Ρώμης με όρους πολιτικούς, συγκυριακούς ή στρατιωτικούς. Ογκόλιθοι της δυτικής σκέψης μάλιστα, όπως ο Βολταίρος και ο Γκίμπον, ταύτισαν -αυθαίρετα- το Βυζάντιο με μια αιώνια παρακμιακή συνέχεια της Ρώμης.
Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, εμφανίστηκαν και άλλες ενδιαφέρουσες θεωρίες που δείχνουν ότι ο ιστορικός είναι ανήμπορος να εξηγήσει ή να “μαγειρέψει” τις αιτίες της πτώσης. Με μεγάλη σιγουριά ο διακεκριμένος Αμερικανός ιστορικός Fredric L. Cheyette υποστήριξε ότι τα εργαλεία των ιστορικών δεν αρκούν, θα απαιτηθεί η επικοινωνία και η συνεργασία κλιματολόγων, παλυνολόγων (που εξετάζουν τη χλωρίδα παλαιοτέρων περιόδων, μελετώντας παλυνόμορφα, όπως συνήθως γύρη), αρχαιολόγων και πάει λέγοντας. Αυτό ακριβώς κατέδειξε ο Donald Hughes από Πανεπιστήμιο του Ντένβερ το 2011, θέλοντας να υποστηρίξει πόσο πολύ συνδέεται η ρωμαϊκή παρακμή με τον αφανισμό των δέντρων λόγω των ανθρώπινης δραστηριότητας και όχι απρόβλεπτης κλιματικής αλλαγής!
Την εποχή που ξεκίνησαν οι Ρωμαίοι τις κατακτήσεις τους, η Ιταλία καλυπτόταν από πολλά και πλούσια -σε είδη δέντρων- δάση. Όταν όμως εξελίχθηκε σε μια αχανή αυτοκρατορία που έφτασε να αριθμεί έως και 57 εκατομμύρια κατοίκους χρειαζόταν τρομερές ποσότητες ξυλείας. Τα δέντρα ήταν η κινητήριος δύναμη της δυτικής οικονομίας που προσφέρονταν για το χτίσιμο των σπιτιών, για καύσιμη ύλη, για την κατασκευή χιλιάδων οχυρών σε όλη την αχανή επικράτεια, την κατασκευή τεράστιου στόλου που όργωνε όλη τη Μεσόγειο, την κατασκευή τεράστιων δημόσιων κτηρίων όπως θέατρα κτλ.
Ο αλγόριθμος της καταστροφής
Η αποψίλωση που συντελέστηκε δεν επέτρεπε στα δάση να αναπληρώνουν τις απώλειές τους. Φανταστείτε τι αποψίλωση έλαβε χώρα για αιώνες σε όλη τη Μεσόγειο για να καλύψει τις αυτοκρατορικές ανάγκες.
Αυτή η συστηματική εκδάσωση τεράστιων εκτάσεων δημιουργούσε έναν μοιραίο αλγόριθμο που θα γονάτιζε τις κοινωνίες τις αυτοκρατορίας. Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού απαιτούσε μεγαλύτερες εκτάσεις για αποψίλωση ώστε να καλλιεργηθούν και να θρέψουν τον κόσμο. Η συνεχής καλλιέργεια δεν επέτρεπε στο έδαφος να “ξεκουραστεί” ενώ η έλλειψη δέντρων στερούσε από το έδαφος εκείνα τα συστατικά που θα καθιστούσαν τα παραγόμενα προϊόντα πιο θρεπτικά για τον πληθυσμό.
Η διατροφή του αρχαίου κόσμου βασιζόταν και στην κτηνοτροφία, συνεπώς μεγάλοι πληθυσμοί απαιτούσαν πολλά ζώα και νέα βοσκοτόπια. Η καλύτερη λύση ήταν τα δάση, τα οποία έδωσαν τη θέση τους σε απέραντες εκτάσεις στη διάθεση των βοσκών. Στη συνέχεια θα εξαφανίζονταν αρκετά ζωϊκά είδη, όπως ήταν οι ρινόκεροι.
Aπό τα τέλη της δεκαετίας του 1980 οι επιστήμονες Seymour και Girardet είχαν υποστηρίξει ότι “η αποψίλωση των δασών, η απώλεια του επιφανειακού εδαφικού στρώματος και η εξάπλωση των βάλτων” οδήγησε στη μείωση της γεωργικής παραγωγής στη μητρόπολη και ώθησε στην αναζήτηση αποικιακών εδαφών, με πρώτη τη Σικελία και έπειτα τη Νότια Αφρική να χρησιμεύσουν ως πηγές της βασικής τροφής, του σιταριού.
Για παράδειγμα το σημερινό Μαρόκο, οι Ρωμαίοι κυριολεκτικά το έγδυσαν. Ο ποιητής Μάρκος Ανναίος Λουκανός που είχε αντιληφθεί που πήγαινε το πράμα έγραφε: «η Μαυριτανία (σημερινό Μαρόκο) ήταν πολύ εύφορη περιοχή και δεν είχε ποτέ ενοχληθεί στο παρελθόν για την αναζήτηση μετάλλων. Η ξυλεία ήταν ο πλούτος των ανθρώπων. Η αξία της δεν ήταν μετρήσημη σε χρήματα. Ήταν η ευεργετική φυλλώδης σκιά των εσπεριδοειδών που απολάμβαναν [οι ντόπιοι] και έτσι ζούσαν ευτυχισμένοι. Ώσπου μπήκαν τα μέχρι τότε άγνωστα τσεκούρια μας στο δάσος: αναζητούσαμε [ξυλεία] τραπέζια για τα γεύματά μέχρι και στο τέλος της γης».
Και ύστερα η ελονοσία
Όμως τα πολλά χρόνια εντατικής γεωργικής εκμετάλλευσης σε αυτές τις κατοικημένες περιοχές οδήγησαν όχι μόνο στη μείωση της γονιμότητας του εδάφους αλλά και στη διάβρωση. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. η διάβρωση του εδάφους επιταχύνθηκε έως και είκοσι φορές, δημιουργώντας αναρίθμητους βάλτους, από τους οποίους επεκτάθηκαν θανατηφόρες ασθένειες με σημαντικότερη την ελονοσία.
Πλέον δεν θα υπήρχαν οι ρίζες των εκατομμυρίων δένδρων να συγκρατήσουν τα νερά, οπότε αυτά συνέρρεαν σε κατοικημένες περιοχές. Η αποψίλωση ήταν ίσως η σημαντικότερη αιτία της ελονοσίας. Όπως αποκαλύπτει και πρόσφατη έρευνα σε δόντια από οστά της εποχής, η ελονοσία έκανε πραγματικά θραύση στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Είναι γεγονός ότι ενώ ο πληθυσμός της Ρώμης αριθμούσε κάποτε 1.000.000, κατάντησε τον 6ο μ.Χ. αιώνα να έχει μόλις 20.000 με 30.000 κατοίκους. Σαν ειρωνεία της τύχης, τον 5ο αι. μ.Χ. όταν ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος επιτέθηκε στη Ρώμη, αρρώστησε -το πιθανότερο- από ελονοσία λίγο μετά την θριαμβευτική είσοδό του στην πόλη και πέθανε. Λίγο αργότερα, ο δε Αττίλας δεν πλησίασε την πόλη για να μην έχει την ίδια τύχη με τον Αλάριχο. Τι πιθανότητες αντίστασης είχε μια πόλη με τους νέους της να μην μπορούν να κρατηθούν στα πόδια τους από τις ασθένειες.
Ανθρώπινη τραγωδία
Ξέχωρα λοιπόν από τις εξωτερικές στρατιωτικές απειλές η αυτοκρατορία δεν μπορούσε να συντηρηθεί. “Οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι που επιχείρησαν να οργανώσουν την εμπορική γεωργία σε μεγάλη κλίμακα. Ο μόνος τρόπος για να την κάνουν να αποδώσει ήταν να αποκτήσουν όλο και μεγαλύτερες εκτάσεις. Όμως σαφώς στο τέλος αναγνώρισαν τα όρια στην ανάπτυξη. Άφησαν πίσω τους μια εξαντλημένη γης καθώς και μια ιστορία ανθρώπινης τραγωδίας” συμπέραναν οι Seymour και Girardet.
Για παράδειγμα η άλλοτε πανέμορφη πόλη Λέπτις Μάγκνα, της οποίας τα ερείπια μπορεί να θαυμάσει κανείς σήμερα στη Λιβύη, προσέφερε τεράστια ποσά στα δημόσια τομέα από την παραγωγή ελαιολάδου. Στην πορεία δεν θα έβγαζε ούτε σταγόνα λάδι καθώς δεν θα υπήρχαν δέντρα. Η Ρώμη για πρώτη φορά πήρε πρωτοβουλίες μέσω ρυθμίσεων να προστατεύσει τις λεκάνες απορροής νερού και τα δάση αλλά δεν μπόρεσε να ανατρέψει την κατάσταση. Σε καιρούς όμως που η αυτοκρατορία απειλούνταν από Αττίλες, ψυχικά άρρωστους αυτοκράτορες και αναρίθμητα βάρβαρα φύλα το περιβάλλον ήταν τριτεύουσας σημασίας.
Και ερχόμαστε στο σήμερα, που οι δυτικοί είναι τόσο εκπαιδευμένοι, βυθισμένοι στην πληροφορία, στη γνώση και στην κατανάλωση που κάνουμε αυτό που είχε προβλέψει ο Κικέρωνας «Με τα χέρια μας προσπαθούμε να δημιουργήσουμε έναν δεύτερο κόσμο μέσα στον κόσμο της φύσης». Θα πληρώσουμε όμως το τίμημα καθώς δεν θα υπάρχουν λουλούδια, ζώα και μετά ούτε παιδιά οπότε πρέπει να φοβόμαστε, παραφράζοντας τα λόγια του Καζαντζάκη.