ΓΝΩΜΗ

Φιλελευθερισμός τον 18ο και 19ο αιώνα

Φιλελευθερισμός τον 18ο και19ο αιώνα, Νικόλαος Λάος

Από την Αγγλική Επανάσταση του 1688 και τις θεωρίες του John Locke, έως τις ιδεολογικές ζυμώσεις του 19ου αιώνα, το άρθρο εξετάζει τη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού, τις επιρροές του και τις προκλήσεις που αντιμετώπισε στην πορεία του μέσα στην Ιστορία.

Οι αρχές του συνταγματισμού, της ανεξιθρησκείας και της εμπορικής δραστηριότητας που προβλήθηκαν από την Αγγλική Επανάσταση του 1688 έγιναν ο κανόνας για τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς φιλελευθέρους στον δέκατο όγδοο αιώνα. Ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος Charles-Louis de Secondat, βαρόνος ντε Μοντεσκιέ (1689–1755), έντονα επηρεασμένος από τον John Locke και τον Baruch Spinoza, δημιούργησε ένα εξιδανικευμένο πορτρέτο της αγγλικής πολιτικής και ισχυρίστηκε ότι το πολιτικό του μοντέλο αποτελούσε το άριστο καθεστώς για τον νεωτερικό άνθρωπο.

Δεδομένης της μεγάλης επίδρασης που άσκησε ο Βρετανός εμπειριστής John Locke στη φιλελεύθερη πολιτική σκέψη, πρέπει να αναλύσουμε τις βασικές αρχές της σκέψης του. Σύμφωνα με τον Locke, θεμέλιο της φιλοσοφίας είναι η σπουδή της ανθρώπινης σκέψης και, γι’ αυτόν τον λόγο, εγκαταλείπει τη φιλοδοξία να γνωρίσει την αλήθεια του κόσμου και στρέφει τη φιλοσοφική του δραστηριότητα στην ανάλυση της νόησης, εκκινώντας από την απορία των ιδεών.

Αυτή η στροφή αποτελεί τη βάση της ατομικιστικής φιλοσοφίας του Locke. Ενώ ο Descartes θεωρεί ότι η ρίζα των ιδεών είναι έμφυτη και, συγκεκριμένα, την ταυτίζει με την εσωτερική αντίληψη και βεβαιότητα (καρτεσιανή ενδοσκόπηση), ο Locke διαφωνεί και αποφαίνεται ότι η ιδέα δεν είναι έμφυτη, αλλά αποτελεί μόνο μια γενική έννοια και, συγκεκριμένα, μια παράσταση η οποία προέρχεται από την εμπειρία.

Ο Locke επικαλείται και τονίζει τη διαφορά των γενικών εννοιών από γλώσσα σε γλώσσα και, με αρκετή προχειρότητα, προσπαθεί, από αυτή τη διαπίστωση, να θεμελιώσει τον ισχυρισμό ότι οι γενικές έννοιες είναι σχετικές. Συγκεκριμένα, ο Locke αρνείται τις έμφυτες ιδέες και, άρα, αρνείται την εγγενή ικανότητα του νου να αναπτύσσει ένα είδος νοητικής ζωής το οποίο να μην είναι απλώς αποτέλεσμα της εμπειρίας· δηλαδή, ο Locke αρνείται την εγγενή δημιουργικότητα του νου.

Συνεπώς, από τη σκοπιά του Locke, αρχίζουμε να σκεπτόμαστε όταν αρχίζουμε να αισθανόμαστε, υπό την έννοια ότι τίποτε άλλο δεν υπάρχει εκτός από την εικόνα του αισθητού, και η αντίληψη είναι απλώς μια παθητική αντανάκλαση του εμπειρικού κόσμου στη συνείδηση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η φιλοσοφία του Locke απορρίπτει τη ζήτηση της βεβαιότητας, προσφέροντας μόνο την αβεβαιότητα της αισθητηριακής εμπειρίας και, κατ’ επέκταση, απορρίπτει το αίτημα της πραγματικής αλήθειας, προσφέροντας μόνο μια αλήθεια αποκλειστικώς συμβατική.

Όμως, ο Locke δεν εξηγεί γιατί, έστω κι αν καμία ιδέα δεν είναι έμφυτη κατά το περιεχόμενό της, πρέπει να δεχθούμε ότι η νοητική ζωή του ανθρώπου έχει μόνο συντακτικό χαρακτήρα και όχι έμφυτη προθετικότητα. Με άλλα λόγια, ο Locke δεν εξηγεί γιατί πρέπει να δεχθούμε ότι, έστω κι αν καμία ιδέα δεν είναι έμφυτη κατά το περιεχόμενό της, δεν είναι έμφυτη ούτε κατά τη φυσική της σύνθεση. Το γεγονός ότι η συνείδηση είναι ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο εγγράφονται εμπειρίες δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά ότι η ίδια η συνείδηση δεν είναι μια ζωντανή όσο και δομημένη παρουσία που έχει όλα τα γνωρίσματα του όντος –δηλαδή ουσία, δομή, μορφή, χρονική και χωρική δραστηριότητα– και που αναδιαρθρώνεται προσδιορίζοντας τους νόμους της ίδιας της δραστηριότητάς της, της προθετικότητάς της και της ένταξής της μέσα στον κόσμο. Η φιλοσοφία του Locke αγνοεί αυτά τα ζητήματα.

Πολιτικές συνέπειες και ο ρόλος του Rousseau

Σε πολιτικό επίπεδο, η φιλοσοφία του Locke οδηγεί σε μια κοινωνία βασισμένη απλώς σε συμβατικές αλήθειες, δηλαδή στον πολιτισμό του “κοινωνικού συμβολαίου”, έναν όρο που, λίγο αργότερα, ακολουθώντας το σκεπτικό του Locke, εισήγαγε ο Γάλλος διανοούμενος Jean-Jacques Rousseau στο ομώνυμο σύγγραμμά του (Contrat Social, 1762). Ωστόσο, ο Rousseau προσπάθησε να ενδυναμώσει τις συμβατικές αλήθειες του Locke, εφοδιάζοντάς τες με κάποιο ουσιαστικό περιεχόμενο. Ενώ, δηλαδή, οι συμβατικές αλήθειες του Locke δεν έχουν κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο (είναι απλώς συμβάσεις, δηλαδή τύποι), ο Rousseau, στο βιβλίο του Emile, αποφαίνεται ότι το περιεχόμενο των συμβατικών αληθειών που συνθέτουν τον πολιτισμό του “κοινωνικού συμβολαίου” είναι το συναίσθημα.

Συνοπτικώς –και χωρίς μεγάλη δόση ανακρίβειας– θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σκέψη του Locke εκφράζει και στηρίζει τον φλεγματικό τύπο Άγγλου αστού, για τον οποίο υπάρχουν μόνο κοινωνικές συμβάσεις και εμπόριο. Αντίθετα, η σκέψη του Rousseau, συνδυάζοντας τον εμπειρισμό του Locke με το συναίσθημα, εκφράζει και στηρίζει έναν τύπο ριζοσπαστικοποιημένου Γάλλου αστού, ο οποίος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως έναν εξεγερμένο υπέρμαχο της κυριαρχίας του “λαού” και των δικαιωμάτων του.

Φιλελευθερισμός και επαναστατικά κινήματα

Οι επιτυχημένοι Αμερικανοί επαναστάτες του τελευταίου τετάρτου του δέκατου όγδοου αιώνα προσελκύστηκαν από τη θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου του Locke, η οποία αποτελούσε το κύριο πολιτικοϊδεολογικό στήριγμα της Αγγλικής Επανάστασης του 1688. Τα κίνητρα και τα αποτελέσματα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 ήταν περισσότερο σύνθετα, αλλά, ως προς τη ρητορική και τους θεσμούς, η Γαλλική Επανάσταση του 1789 ήταν μια φιλελεύθερη επανάσταση, υπό την έννοια ότι διακήρυξε την ελευθερία του ατόμου, προώθησε τον σεβασμό του δικαιώματος της ιδιωτικής περιουσίας και εξύμνησε τον “αυτοδημιούργητο άνθρωπο” μέσα σε ένα υλιστικό πλαίσιο.

Ο όρος “φιλελεύθερος” (liberal) ως τίτλος μιας ιδιαίτερης πολιτικής παράταξης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, στην Ισπανία, όταν, στην ισπανική Βουλή (Cortes), οι υποστηρικτές του συντάγματος αυτοαποκλήθηκαν “Los Liberales”. Κατά τη διάρκεια του δεκάτου ενάτου αιώνα, πραγματοποιήθηκαν διάφορες φιλελεύθερες επαναστάσεις και μεταρρυθμίσεις ανά την Ευρώπη, και φιλελεύθεροι διανοούμενοι –όπως ο Alexis de Tocqueville (1805–59), ο John Stuart Mill (1773–1836), ο Λόρδος Acton (1834–1902) και ο John N. Figgis (1866–1919)– προσπάθησαν:

  • να συνθέσουν την αστική-κοινοβουλευτική δημοκρατία με τον φιλελευθερισμό (ασκώντας συνήθως κριτική εναντίον της θέσης του Rousseau περί απεριόριστης λαϊκής κυριαρχίας),
  • να συνθέσουν επιμέρους εθνικές (ή εθνοτικές) πεποιθήσεις και διεκδικήσεις με κοσμοπολιτικές θεωρίες περί ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Έτσι, στον δέκατο ένατο αιώνα, οι φιλελεύθεροι προσπαθούσαν, με διάφορους τρόπους, να συνθέσουν τον ατομικισμό και τον εμπειρισμό του φιλελευθερισμού με τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς της αστικής-κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αλλά και με τον εθνικισμό, στο πλαίσιο των εθνικών επαναστάσεων και διεκδικήσεων που εξερράγησαν σε εκείνη την ιστορική περίοδο. Αυτές οι προσπάθειες φιλελεύθερων συνθέσεων, καθώς και η αναμέτρηση των φιλελευθέρων με καινούργιες ιστορικές προκλήσεις που εμφανίστηκαν στη συνέχεια, παρήγαγαν διαφορετικές μορφές φιλελευθερισμού.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx