Γιατί παραχάραξαν τον συμβολισμό της Αγίας Σοφίας
07/10/2020Ο χαρακτηρισμός/τίτλος Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO απονέμεται σε μνημεία (κτίσματα ή τοποθεσίες) τα οποία διακρίνονται παγκοσμίως για την ιστορική, πολιτιστική, καλλιτεχνική ή περιβαλλοντική τους σημασία, είναι δηλαδή “ιδιάζουσας παγκόσμιας αξίας” και πληρούν ένα από τα δέκα ενοποιημένα, πολιτιστικά και φυσικά, κριτήρια επιλεξιμότητας του καταλόγου της UNESCO.
Στη Συνθήκη του 1972 για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας έχουν προσχωρήσει 191 κράτη/εταίροι εκ των οποίων τα 21 απαρτίζουν κάθε φορά για ορισμένο χρόνο, την Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, με στόχο την καταγραφή, ονοματοδοσία και συντήρηση των παγκόσμιων μνημείων. Μεταξύ άλλων περίλαμπρων μνημείων, περίοπτη θέση κατέχουν δύο ελληνικοί ναοί, αφιερωμένοι στην Σοφία του Θεού, ο Παρθενώνας των Αθηνών και η Αγιά Σοφιά της Κωνσταντινουπόλεως.
Ιδίως για την Αγιά Σοφιά, μείζον ζήτημα ανέκυψε όταν τον περασμένο Ιούλιο ο Ερντογάν προέβη στην εχθρική προς την Ελλάδα και τη διεθνή νομιμότητα, μονομερή ενέργεια μετατροπής της σε τζαμί μετά 86 χρόνια. Ενώπιον αυτής της πράξης, που εντάσσεται σε σχεδιασμένες, αλυσιδωτές δράσεις υβριδικού πολέμου, η νεωτερική Δύση έδειξε αμηχανία ή και απροθυμία να προασπίσει τα πολιτισμικά της κεκτημένα έναντι επίβουλων τρίτων. Στην πραγματικότητα, η ενέργεια αυτή του Ερντογάν να επαναλειτουργήσει ως τζαμί η Αγιά Σοφιά, εξικνείτο εκ του μονοδιάστατου συμβολισμού της ως χριστιανικού ναού, που της αποδίδει μέχρι σήμερα η νεοτερικότητα.
Σχεδόν αποσιωπήθηκε από την δυτική διανόηση η προεξάρχουσα ελληνικότητα του παγκόσμιου αυτού μνημείου. Και αυτό σε προφανή αντιδιαστολή με τον Παρθενώνα, τον οποίο ουδέποτε η νεωτερική Δύση συνέδεσε με τη θρησκευτικότητά του, τους Ολύμπιους θεούς, παρεκτός ίσως με την θεά της σοφίας, την Αθηνά. Αντίθετα με την Αγιά Σοφιά, ο Παρθενώνας αναδείχθηκε από την νεοτερικότητα ως παγκόσμιο σύμβολο της δημοκρατίας, κάτι που είναι ψευδές σε μεγάλο βαθμό, διότι ο Παρθενώνας συμβολίζει την ανώτατη έκφραση της αθηναϊκής ηγεμονίας και μόνο εμμέσως την αθηναϊκή δημοκρατία.
Γιατί λοιπόν συνέβη το αντίθετο με την Αγιά Σοφιά; Γιατί δεν την αποκαλούν με βάση τον γεννήτορά της, τον Ελληνισμό και γιατί την συνδέουν με τη θρησκεία, ταξινομώντας την αποκλειστικά ως θρησκευτικό μνημείο; Εδώ εγείρονται δύο μεγάλα ζητήματα: το ένα, έχει να κάνει με την καθ’ ημάς άρχουσα διανόηση και το άλλο, έχει να κάνει με τη συγκρουσιακή σχέση μεταξύ ελληνικού/ανθρωποκεντρικού και δυτικού/δεσποτικού κόσμου.
Οι νεωτεριστές για την Αγιά Σοφιά
Με άλλα λόγια, η μετεπαναστατική εμφύτευση της βαυαρικής απολυταρχίας μέσα στην καρδιά του Ελληνισμού, η ίδρυση δηλαδή του νεοελληνικού κράτους, μας κληροδότησε τη ρήξη του δυτικού διαφωτισμού με την ιστορική συνέχεια του ελληνικού κόσμου, στο κομβικό σημείο που αναγόταν στην εξιστόρηση των πεπραγμένων του Γένους των Ελλήνων εντός της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Κοσμόπολης. Η νεωτερική δύση δαιμονοποίησε ως βαρβαρικό τον βυζαντινό πολιτισμό και αξιολόγησε ως πνευματικά υποδεέστερα τα επιτεύγματά του.
Αυτό έκαναν οι νεωτεριστές με την Αγιά Σοφιά προβάλλοντας μόνον τη χριστιανικότητά της, το θρησκευτικό δηλαδή χαρακτήρα του μνημείου, προκειμένου να το απο-εθνικοποιήσουν, να αποκρύψουν πως αυτό είναι ελληνικό. Κάτι που είχε τεράστια σημασία τόσο για την ιστορικότητα της Αγιά Σοφιάς, όσο και για τις γεωπολιτικές προεκτάσεις του μνημείου. Διότι σε αντίθεση με το εξίσου απαράμιλλης αξίας μνημείο του Παρθενώνα, η Αγιά Σοφιά συμβολίζει την επανεγγραφή της Βυζαντινής Οικουμένης στον ελληνικό κόσμο.
Συμβολίζει την κορυφαία στιγμή που η δυτική Ρώμη παρέδωσε τα κλειδιά της ηγεμονίας του κόσμου, του ρωμαϊκού Imperium στους Έλληνες. Γι’ αυτό και μεταφέρθηκε το 330 μχ από τον Μέγα Κωνσταντίνο, η πρωτεύουσα του κράτους από τη Ρώμη στο Βυζάντιο. Συμβολίζει επίσης τη νίκη της ελληνικής εκδοχής του χριστιανισμού επί των εβραϊκών καταβολών του, με τη χαρακτηριστική προς τούτο φράση του Ιουστινιανού “Νενίκηκά σε Σολομών”. Επομένως, βάσει των συμβολισμών αυτών, γίνεται αντιληπτός σε όλο το μεγαλείο του ο ελληνικός οικουμενικός πολιτισμός, τον οποίο αντιπροσώπευε η Αγιά Σοφιά, και τον οποίο συστηματικά αποδόμησε η νεωτερική “διαφωτισμένη” διανόηση.
Ποιά η σχέση Αγιά Σοφιάς-βυζαντινού πολιτειακού συστήματος
Το παγκόσμιο αυτό μνημείο συγκέντρωνε στους χώρους του τη λειτουργία όλου του δήμου της Κοσμόπολης. Πάμπολλες πηγές και βυζαντινά κείμενα καταμαρτυρούν ότι μέσα στην Αγιά Σοφιά παρήχθησαν μεγάλα πολιτικά γεγονότα, όχι θεοκρατικού αλλά δημοκρατικού τύπου. Εκεί συνερχόταν –και δη σε έκτακτες περιστάσεις– η εκκλησία του δήμου της Κοσμόπολης για να εκλέξει βασιλέα και για να να λάβει σημαντικές αποφάσεις αυτοκυβέρνησης των πολεοτικών κοινών.
Κατά την πρώτη Άλωση της Πόλης από τους φραγκολεβαντίνους σταυροφόρους το 1204, συνήλθε ο δήμος για να εκλέξει τον Λάσκαρη, τον επόμενο βασιλέα, ο οποίος θα δημιουργούσε το κράτος της Νίκαιας που θα ανακτούσε την Πόλη. Εκεί συγκεντρώνονταν για να προσευχηθούν στον Θεό τους οι Έλληνες που αμύνονταν έναντι των βαρβαρικών, λεηλατικών επιδρομών.
Η Αγιά Σοφιά λοιπόν σημαίνει τη διάσωση του ελληνοβυζαντινού πολιτισμού, ο οποίος διαμόρφωσε εντέλει τη νεοτερικότητα και αποτέλεσε τη γέφυρα μεταξύ αρχαιότητας και νεοτερικότητας. Είναι το μοναδικό μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, που συμβολίζει τόσα πολλά πράγματα ταυτόχρονα, από τον τρόπο του ελευθέρως θρησκεύεσθαι μέχρι τον τρόπο του δημοκρατικώς συνέρχεσθαι, δηλαδή την πεμπτουσία του ελληνικού κοινωνικού βίου, με πρόσημο τη θεμελιώδη πολεοτική αυτονομία των κοινών. Ολ’ αυτά μαζί, ποτέ δεν κατάφερε να τα συμβολίσει ο Παρθενώνας, ο οποίος μετά μια δεδομένη στιγμή εξήλθε ως συμβολισμός της ιστορίας μαζί με τη γεννήτορά του, την Αθήνα, έως τη νεότερη εποχή.
Εν κατακλείδι, τα ως άνω ολίγα είναι επαρκώς αποκαλυπτικά της μείζονος σημασίας που έχει η μονοδιάστατη καταγραφή της Αγιά Σοφιάς ως χριστιανικό μνημείο από την νεωτερική Δύση και η συνειδητή απόκρυψη της ελληνικότητάς της, ο αφελληνισμός της, ούτως ειπείν. Η ίδια η αγία Σοφία ομιλούσε την ελληνική και διακινούσε τον ελληνικό τρόπο του θρησκεύεσθαι και του πολιτεύεσθαι, ήτοι την εν ελευθερία δημοκρατία. Δυστυχώς αυτήν την κομβική ρήξη της νεοτερικότητας με την ελληνοβυζαντινή παράδοση εκμεταλλεύτηκε ο Ερντογάν και μετέτρεψε σε τζαμί το ύψιστο σύμβολο της ελληνοχριστιανοσύνης και πάλαι ποτέ μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.