Γιατί το εθνικό συμφέρον μας τοποθετεί στη Δύση
31/10/2022Για μία ακόμη φορά ένα εξελισσόμενο διεθνές γεγονός διχάζει την Ελλάδα πολιτικά και κοινωνικά. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία βρίσκει εγχώριους υποστηρικτές και επικριτές σε κάθε επίπεδο, ενώ οι σχετικές τοποθετήσεις υποκρύπτουν μία γενικότερη αντίληψη και στάση ως προς την θέση της Ελλάδος στο Διεθνές Σύστημα. Κάθε μορφή συνηγορίας προς την ρωσική εισβολή βλάπτει το εθνικό συμφέρον, αφού οι ρωσικές προθέσεις, απειλές και πρακτικές ταυτίζονται με τις αντίστοιχες τουρκικές.
Η Ρωσία (όπως και η Τουρκία), ελλείψει ερεισμάτων στο Διεθνές Δίκαιο, εισβάλλει σε μία ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα, επικαλούμενη ιστορικούς λόγους («κάποτε η Ουκρανία ήταν Ρωσία»), λόγους ασφαλείας («η Ρωσία απειλείται στα σύνορά της»), ανάγκη προστασίας Ρωσοφώνων («μη εφαρμογή Συμφωνιών Μινσκ») και απαίτηση δημιουργίας επαρκούς χώρου ασφαλείας (buffer zone) ή «ζωτικού χώρου», που επεκτείνεται και σε έτερα κράτη της Α. Ευρώπης.
Ακόμη και εάν συνέτρεχαν λόγοι προστασίας των Ρωσοφώνων, η απόπειρα της καταστροφικής συνολικής καταλήψεως της Ουκρανίας διαψεύδει τις επίσημες ρωσικές προθέσεις. Βάσει των απαιτήσεων του προέδρου Πούτιν, η Ευρώπη θα έπρεπε για μία ακόμη φορά να κοπεί στα δύο, με το ανατολικό της μέρος να απαρτίζεται από δορυφόρα κράτη μειωμένης εθνικής κυριαρχίας υπό ρωσικό έλεγχο και των οποίων οι λαοί θα αδυνατούσαν να επιλέξουν το μέλλον τους.
Παρά την εσφαλμένη εμμονή σειράς αναλυτών αλλά και θεσμικών φορέων να ανακαλύψουν διαχρονικούς φιλέλληνες ή ανθέλληνες, αποτελεί πλέον ιστορική διαπίστωση ότι οι διακρατικές σχέσεις κυριαρχούνται από τις εκάστοτε συγκλίσεις και αποκλίσεις συμφερόντων. Το γεγονός αυτό επιβάλλει στην Ελλάδα πρωτίστως την αυτοβοήθεια και την κατά το δυνατόν αυτονομία σε όλες τις παραμέτρους εθνικής ισχύος (κυρίως οικονομική και στρατιωτική), δίχως να υποτιμάται ταυτόχρονα η σκοπιμότητα επιδιώξεως συμμαχιών.
Η θέση της Ελλάδας
Βασική αφετηρία των εκάστοτε εγχωρίων διχαστικών τάσεων αποτελεί το ερώτημα «που ανήκει η Ελλάς;». Το απλουστευτικό «η Ελλάς ανήκει στους Έλληνες» είναι αυτονόητο και χρήσιμο στον βαθμό που υπενθυμίζει ότι η ελληνική Εθνική Στρατηγική οφείλει να είναι αυτόφωτη (γνώμονας τα εθνικά συμφέροντα και όχι επιβολή της έξωθεν). Η αναρχία εν τούτοις του διεθνούς συστήματος, ο ανηλεής διεθνής ανταγωνισμός, ζωτικά θέματα ασφάλειας και άμυνας αλλά και σειρά διεθνών προκλήσεων που ζητούν διεθνείς συνεργασίες, απαιτούν την ένταξη μεμονωμένων χωρών (ακόμη και ισχυρών) σε ευρύτερους διακρατικούς σχηματισμούς.
Η επιλογή της Ελλάδος να ενταχθεί στην Δύση και τους θεσμούς της (ΝΑΤΟ, ΕΕ) συναντά διαχρονικούς πολέμιους στο εσωτερικό. Οι λόγοι έχουν ιστορικές ρίζες και ποικίλουν αναλόγως της προελεύσεως και ιδεολογικής ή μη αφετηρίας των πολεμίων. Υπενθυμίζεται το «καλύτερα το οθωμανικό φακιόλι παρά η παπική τιάρα», «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», «τι έκανε το ΝΑΤΟ και η ΕΕ στις εθνικές μας κρίσεις;», «η χώρα να κρατά ίσες αποστάσεις και όχι να δρα ως δυτικό προπύργιο», «είμαστε πρωτίστως Βαλκάνιοι», «ανήκουμε στην καθ’ ημάς Ανατολή», «ανήκουμε στο ξανθό ομόδοξο γένος», «η ανάλγητη, αιρετική και άθεη Ευρώπη», «η Γαλλική Επανάσταση μας έκανε δυστυχές έθνος-κράτος», «η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν δίκαιη προς τους υπηκόους της και οι Ρωμιοί όφειλαν να ατενίζουν το μέλλον τους μέσα από αυτήν», «η χώρα θα έπρεπε να αποκαλείται Ρωμανία και όχι Ελλάς», «Έξω από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ της ιμπεριαλιστικής και πλουτοκρατικής Δύσης που εκμεταλλεύεται τους λαούς της» κ.λπ..
Οι ανωτέρω θέσεις και απόψεις προκαλούν αγεφύρωτα χάσματα και καλλιεργούνται, συντηρούνται και διαδίδονται συστηματικά στην κοινωνία από δημοσιολογούντες αλλά και θεσμικούς πολιτικούς, ακαδημαϊκούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς φορείς, συντηρώντας έτσι μία εθνική σχιζοφρένεια η οποία θέλει την Ελλάδα «με το μυαλό στην Δύση και με την καρδιά στην Ανατολή», με ότι αυτό σημαίνει για την αξιοπιστία, την εκπλήρωση των εθνικών της συμφερόντων, την αυτογνωσία και την εθνική ταυτότητα των Ελλήνων. Κοινός παράγων των θέσεων αυτών είναι η αποσιώπηση του μοναδικού αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της σχέσεως του με την σημερινή Δύση.
Οι φιλόσοφοι και πολιτικοί της αρχαίας Ελλάδος ανέδειξαν την Δημοκρατία και το κοσμικό κράτος. Έθεσαν τις βάσεις του διαχρονικού πολιτισμού τους, με εργαλεία τους τον ορθό λόγο και την επιστήμη, την ισχύ, τον πλούτο και ασφαλώς την τέχνη. Γνώριζαν ότι τυχόν κακή χρήση αυτών δεν δαιμονοποιεί τα εργαλεία αλλά τον χρήστη τους και για τον λόγο αυτό η Δημοκρατία όφειλε να εκπαιδεύει ενσυνείδητους και ώριμους πολιτικά Έλληνες πολίτες και ηγέτες. Τους δεισιδαίμονες, θεοκρατούμενους και φανατιζόμενους λαούς, με αυταρχικούς ηγέτες και ανύπαρκτες επιδόσεις στην τέχνη, τον αθλητισμό και τις επιστήμες αποκαλούσαν βαρβάρους.
Το εθνικό συμφέρον
Η Δύση, με όλα τα γνωστά σημερινά τρωτά της σημεία, παραμένει μοναδική παγκόσμια όαση Δημοκρατίας και εφαρμογής του κοσμικού κράτους, αξίες δηλαδή άμεσα συνδεδεμένες με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Οι δυτικές κοινωνίες δυστυχώς αναγνωρίζουν περισσότερο ημών την αξία του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας, ως υπαρξιακής κοιτίδας των. δυτικοί πολίτες θεωρούν το προσκύνημα στην Ακρόπολη ως σκοπό ζωής και δυτικοί ηγέτες επιλέγουν να αρχίσουν ή να περατώσουν την πολιτική τους σταδιοδρομία στον ιερό της βράχο. Το τεράστιο αυτό πολιτικό και πολιτιστικό κεφάλαιο, κληρονομήθηκε άνευ κόπου από τους νεοέλληνες και εν τούτοις αδυνατούν να το αξιοποιήσουν επαρκώς, ως ελλιπώς μυημένοι στην ουσία του προγονικού πολιτισμού και ως έρμαια πνευματικής και ηθικής συγχύσεως.
Η Ελλάς δεν ανήκει στην Δύση αλλά είναι η Δύση και ιστορικά απετέλεσε τον κυματοθραύστη της. Μία Ελλάς αυτοδύναμη, αξιόπιστη, θεματοφύλακας των Δυτικών αξιών, αυξημένου ειδικού βάρους και με αυτόφωτη εθνική στρατηγική, δύναται να αξιοποιήσει στο έπακρο τις Δυτικές συμμαχίες, επ’ ωφελεία των εθνικών της συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό δεν συνιστώνται επαμφοτερίζουσες στάσεις, αστερίσκοι και ναι μεν αλλά στις εθνικές θέσεις. Είναι δυνατές οι πολυεπίπεδες σχέσεις με μη Δυτικά κράτη σκοπιμότητος αλλά με σαφή στάση ως προς τις στρατηγικού επιπέδου εθνικές επιλογές.
Τυχόν τουρκική απόπειρα πραγματοποιήσεως των καθημερινών απειλών της, πρέπει να εύρη Ελλάδα και Κύπρο έτοιμες, την δε Δύση πρόθυμη να προασπίσει έμπρακτα τα ελληνικά συμφέροντα (εν πολλοίς και δυτικά συμφέροντα), όπως και η Ελλάς συμμετέχει στην έμπρακτη δυτική στήριξη της Ουκρανίας. Ο ελληνισμός Ελλάδος και Κύπρου θα πρέπει να θέσει άμεσα χρονοδιάγραμμα πλήρους ενασκήσεως της κυριαρχίας και των κυριαρχικών του δικαιωμάτων. Το εθνικό στοίχημα αφορά στην από τώρα εργώδη μεθόδευση και σύγκλιση των προσπαθειών (πολιτικές, διπλωματικές, στρατιωτικές, συμμαχικές, οικονομικές, τεχνοκρατικές, νομικές, κοινωνικές κ.λπ.) προκειμένου τα μεγάλα εθνικά βήματα να συμπέσουν με την μεγιστοποίηση των παραμέτρων της εθνικής μας ισχύος και προφανώς με την αρραγή σύμπνοια του πολιτικού συστήματος, των Ενόπλων Δυνάμεων, του ελληνικού λαού και των Κυπρίων αδελφών μας.